Μαζί θα τα χάσουμε
7.7.2011 
Όποτε ετοιμάζεται για διακοπές η ίδια ιστορία: «Μη δω φαγητό στην κουζίνα, θα το πετάξω». Η εξαδέλφη μου θεωρεί τη δίαιτά της οικογενειακή υπόθεση· μια δίαιτα που ξεκινάει πάντα στις αρχές Ιουνίου και ολοκληρώνεται τη μέρα που επιβιβάζεται με τον εκάστοτε καλοκαιρινό έρωτα της ζωής της στο πλοίο προς Πάρο, Σαντορίνη και άλλους εξωτικούς προορισμούς. Στο μεταξύ, όποιος τολμήσει να τη βάλει σε πειρασμό γίνεται εχθρός της. «Δεν μπορεί όμως» εξανίσταται η θεία Ιουλία και μητέρα της διαιτόμενης, «επειδή εσύ όλο το χρόνο έτρωγες σαν τον Πάγκαλο, τώρα εγώ να λιμοκτονώ!» «Αν δεν μου συμπαρασταθεί η οικογένειά μου ποιος θα μου συμπαρασταθεί;». «Να σου συμπαρασταθώ παιδί μου, αλλά αφού προηγουμένως έχω φάει». Και ο καυγάς απογειώνεται, με την εξαδέλφη μου αναζητά σύμμαχο σε εμένα: «Πες της κάτι! Δοκίμασα όλα τα περσινά ρούχα μου και μου μπαίνουν μόνο τρία». Τρία καπέλα; Δεν συνερίζεται το χιούμορ μου, σε αντίθεση με τη μανούλα της. «Σε καλό σου παιδί μου, φέρε μου ένα ποτήρι νερό γιατί πνίγηκα από το γέλιο… Και μιας και πηγαίνεις στην κουζίνα βάλε δύο μπάλες καϊμάκι». «Επίτηδες το κάνεις». «Το κάνω για την υπογλυκαιμία μου και γιατί σε λίγο η Μέρκελ θα μας κόψει και το παγωτό».
 
Ζουν και άλλες οικογένειες τέτοιες εκρήξεις, την περίοδο κατά την οποία σορτσάκια και μακό βγαίνουν από τη ναφθαλίνη για να διαπιστώσουμε με φρίκη ότι είναι πιο μικροσκοπικά από όσο τα θυμόμασταν. Και ρέουν αστείρευτα τα δάκρυα πάνω από τις ζυγαριές. Και πληθαίνουν τα κάθιδρα ανθρωπάκια που κοπανιούνται στους ηλεκτρικούς διαδρόμους των γυμναστηρίων και οι πελάτες των διαιτολόγων· όλοι εκείνοι που αντί να το ράψουν επιζητούν τον... νεοναζί, μπάστακα πάνω από το κεφάλι τους γιατί «αν δεν έχω κάποιον να με βάλει σε πρόγραμμα δεν μπορώ να αποδώσω» _ όπως ακριβώς και η διαιτόμενη μετά από πολλά χρόνια υπερτροφίας Ελλάδα. Τους γνωρίζω αυτούς τους τύπους. Με το που μπαίνει ο Ιούνιος εμφανίζονται ο ένας μετά τον άλλο στο γραφείο με το ταπεράκι στο χέρι: ψητό κοτόπουλο, ψάρι στον ατμό, βραστά λαχανικά και το ρύζι το άγριο, το υγιεινό, που ούτε στον εχθρό μου δεν θα το έδινα. Τρώνε (με τη δυστυχία αποτυπωμένη στα πρόσωπά τους) και μιλάνε για «έναν φοβερό διαιτολόγο που σου δίνει μεγάλες μερίδες ώστε να μην πεινάς. Όχι, δεν είναι ανάγκη να πας, θα σου δώσω εγώ τη δίαιτά μου». Δεν τους φτάνει η δική τους μιζέρια, θέλουν να δουν και τους άλλους να μιζεριάζουν για να απολαύσουν σε όλο της το μεγαλείο την περίοδο της μεγάλης πείνας. Κάπως έτσι και η εξαδέλφη μου: θεωρεί ότι δεν αδυνατίζει αν δεν πεινάσουμε και εμείς μαζί της!
 
Και τρώμε μαζί της το κρέας το ψητό, το αχυρένιο. Και πίνουμε τα μαυροζούμια που επισπεύδουν τις καύσεις. Το έκανα κι εγώ. Ως τη στιγμή που άρχισα να βλέπω στον ύπνο μου ιπτάμενες γαλοπούλες. Όχι ζωντανές, σε μορφή αλλαντικού. Το ένα μετά το άλλο περνούσαν μπροστά μου φτερουγίζοντας τα σαλαμάκια κι εγώ προσπαθούσα να τα φτάσω, αλλά δεν μπορούσα. «Αυτά παθαίνει όποιος κοιμάται με άδειο στομάχι» αποφάνθηκε η θεία όταν της μίλησα για τον εφιάλτη μου. Και άρχισε να διηγείται αναμνήσεις από την Κατοχή, για να καταλήξει σε ένα σπαρακτικό «παιδί μου, φάε τώρα που έχεις, γιατί σε λίγο…». Σε λίγο; «Θα έρθει η δίαιτα του μνημονίου!», το είπε στη θεία η κυρία Γαλανού - Καραπιπέρη που έχει ανιψιό γενικό διευθυντή στο υπουργείο Οικονομίας. Και έσπευσε η θεία να αποξηράνει ντομάτες στην ταράτσα, όπως έκανε η μάνα της στο μεγάλο λιμό, «για να τις τηγανίζουμε με λίγο λαδάκι και να συντηρηθούμε». «Τα τηγανιτά παχαίνουν» παρεμβαίνει η κόρη της. «Φάε τώρα που έχουμε παιδάκι μου, γιατί η Λαγκάρντ θα μας τα κόψει όλα!». Όμως, η ορθολογίστρια εξαδέλφη μου δεν τρομάζει με κάτι τέτοια: αντιθέτως, βλέπει την επιβολή της δίαιτας του μνημονίου ως σωτηρία, ως απόδειξη της έγνοιας που μας έχει η πολιτισμένη Ευρώπη: επιτέλους θα αδυνατίσουμε χωρίς να πληρώνουμε διαιτολόγους. Μόνο πληρώνοντας φόρους.
 
Βεβαίως, στο μεταξύ κάνει ότι μπορεί για να βοηθήσει την κατάσταση, γιατί το μνημόνιο απαιτεί και τη δική μας αγόγγυστη προσπάθεια: τρίβεται με σαπούνι από φύκια της Βαλτικής που «εξαφανίζουν την κυτταρίτιδα», καταπίνει χάπια από φυτά της Βαυαρίας που «επαναενεργοποιούν τον μεταβολισμό», φορά γαλλικά «μασαζοκαλσόν νέας γενιάς που εκτός από αδυνάτισμα παρέχουν ανώδυνη αποτρίχωση σε τρία στάδια». «Πόσα λεφτά έχεις δώσει για όλα αυτά;» φρίττει η θεία και αποφαίνεται «η υπερκατανάλωση οδήγησε τη χώρα στο γκρεμό!». Ό,τι και αν της πούμε στην οικονομική συγκυρία το γυρίζει. Εγώ πάλι ξέρω ότι κάθε χρόνο τέτοια μέρα, όποια και αν είναι η συγκυρία, όσο και αν η Ελλάδα αναστενάζει υπερχρεωμένη, υπερμουντζωμένη κλπ., το μείζον εθνικό πρόβλημα είναι ένα: πώς θα χάσουμε τα κιλά του χειμώνα για να εντυπωσιάσουμε συμμάχους και εχθρούς στις παραλίες. Πώς θα σκοτώσουμε την καλοθρεμμένη αρκούδα που βλέπουμε όποτε κοιταζόμαστε στον καθρέφτη σας και θα ελευθερώσουμε το τοπ μόντελ που έχει καταπιεί. Πώς; Εφέτος πιο εύκολα από κάθε άλλη φορά, με τη δίαιτα του μνημονίου - κι εγώ στη συγκυρία το γύρισα - καθώς κυβέρνηση και μαμά Ευρώπη μας συνδράμουν στον αγώνα μας κατά της παχυσαρκίας με τρόπο πιο αποτελεσματικό από εκείνο των διαιτολόγων: φροντίζοντας ώστε το τραπέζι μας να είναι μοναστικό. Δείτε λοιπόν το θέμα από τη θετική του πλευρά, όπως και η εξαδέλφη μου: όσο αδειάζει το καλάθι της νοικοκυράς τόσο λεπταίνει η μέση της. Ήρθε η ώρα να αποκτήσουμε το σώμα των ονείρων μας. «Αγανακτισμένοι» ή μη, αρκετά φάγαμε, ας πεινάσουμε. Και στην παραλία, θα κάνουμε θραύση! (Ναι θεία μου, βάλε και κολοκυθάκια στην ταράτσα. Δεν θα τα τηγανίζεις όμως, μόνο βραστά τα τρώμε εμείς οι Ευρωπαίοι... Και όχι οι λαχανόκηποι των μπαλκονιών δεν φορολογούνται. Ακόμα.)
 
 
 Permalink 
« Homefood
Αρχείο
Δημοφιλή
› 
Τα ταξίδια των ανθρώπων
› 
Εκεί… ψηλά στον Παρνασσό
› 
Ψωνίζω, άρα υπάρχω;
› 
Από το «Ποσειδώνιο» στο Σαν Ρέμο
› 
Τα φυτά που μιλάνε
© ΙΣΤΟΣ 2024
Κοσμάς Βίδος
Ο Κοσμάς Βίδος γράφει και (όποτε μπορεί) ταξιδεύει.
« Bloggers