Στην έρημο των Αθηνών
1.9.2011 
Απαντες οι γνωρίζοντες με παρέπεμψαν στη Στοά του Βιβλίου: «Μόνο εκεί μπορεί να έχουν τις εκδόσεις που θέλεις» –έψαχνα, είναι η αλήθεια, κάτι δύσκολο... Την οποία Στοά του Βιβλίου ποτέ δεν συμπάθησα. Πάντα μου φαινόταν ψυχρή και απρόσωπη, ένας χώρος κατασκευασμένος χωρίς κέφι και έμπνευση. Εν προκειμένω, βρήκα κάτι χειρότερο από εκείνο που θυμόμουν: ένα αποπνικτικό και κακοφωτισμένο μπουντρούμι, με το 98% των βιβλιοπωλείων κλειστά. «Το κατάστημα θα επαναλειτουργήσει στις 29 Αυγούστου», «Καλές διακοπές», «Μαζί σας πάλι από τον Σεπτέμβριο»… Η ανιψιά μου, ένα 12χρονο κορίτσι που ζει μόνιμα στην Αγγλία, απόρησε: «Δεν μπορούν να βάλουν βάρδιες ώστε να μη χρειάζεται να κλείνουν για τόσο πολλές ημέρες;». Πού να της εξηγώ τώρα… Μόνο «πήγαινε πίσω, παιδί μου, στη δεύτερη πατρίδα σου, να βρεις την υγειά σου» ήθελα να της πω και να της βγάλω πάραυτα εισιτήριο επιστροφής. Δεν το έκανα για να μην της χαλάσω την εντύπωση. Την έχει ακόμη πολύ ψηλά την Ελλάδα (των διακοπών της). Με τον καιρό θα την κατεβάσει εκεί που της πρέπει. 

Την πήρα, λοιπόν, και πήγαμε για σουβλάκι. Εγώ δεν πεινούσα, ήθελα όμως κάπου να καθήσω, ταλαιπωρημένος καθώς ήμουν από την πεζοπορία στο αχνίζον κέντρο. Ήταν μια ημέρα πολύ ζεστή, σε μια Αθήνα πολύ άδεια. Την υπέροχη (;) Αθήνα του Αυγούστου, την οποία νοσταλγούν όσοι βρίσκονται διακοπές και υφιστάμεθα όλο και πιο δύσκολα όσοι την κατοικούμε. Ειδικά όταν θέλουμε να κάνουμε τις δουλειές μας. Που σχεδόν ποτέ δεν γίνονται. Έτσι, και αυτήν τη φορά, κουράστηκα να τρέχω από κατάστημα σε κατάστημα χωρίς αποτέλεσμα. Τα περισσότερα κλειστά. Με τις ταμπέλες που υπόσχονται «εκπτώσεις ως 70%» στις βιτρίνες τους να απογειώνουν τον σουρεαλισμό της κατάστασης: Γιατί για να κάνεις έκπτωση πρέπει πρωτίστως να είσαι ανοιχτός. «Μειωμένη κατά 25% σε σχέση με το 2010 είναι η κίνηση των θερινών εκπτώσεων» διάβασα σε ρεπορτάζ που δημοσιεύτηκε στο site του «Βήματος» στις 11 Αυγούστου, σύμφωνα με το οποίο: «Η πλειονότητα των εμπόρων σε όλη την Ελλάδα είναι δυσαρεστημένοι με τις πωλήσεις τους κατά την περίοδο των τριών πρώτων εβδομάδων των θερινών εκπτώσεων και συγκεκριμένα για το διάστημα από τις 15/7 έως τις 10.8.2011, ενώ εκφράζουν έντονη απογοήτευση και αγωνία, αφού η μέχρι τώρα κίνηση είναι τουλάχιστον 25% χαμηλότερη από πέρυσι». Από δίπλα τα ρεπορτάζ των δελτίων ειδήσεων με «επαγγελματίες σε απόγνωση», αφού «φέτος δεν κάναμε καθόλου τζίρο». Μόλις όμως έφτασε η 10η Αυγούστου, οι περισσότεροι από εκείνους έκαναν ό,τι και τις άλλες, τις ευτυχισμένες χρονιές: Έβαλαν λουκέτο και έφυγαν για το εξοχικό. Δεν αμφισβητώ το δικαίωμα καθενός στην ξεκούραση (αλλιώς δεν βγαίνει η χρονιά που έρχεται), ειδικά όμως σε αυτήν την τόσο δύσκολη συγκυρία περίμενα μια άλλη (πιο έξυπνη και ευέλικτη) συμπεριφορά από την αγορά. Κυρίως από την αγορά του κέντρου της πόλης, η οποία δεν απευθύνεται μόνο σε εμάς τους ντόπιους αλλά και στους τουρίστες: στους χιλιάδες ανθρώπους που δεν μας κάνουν την τιμή μόνο για να δουν τον Παρθενώνα αλλά και για να ψωνίσουν.

Θεωρούσα ανέκαθεν λάθος τις περιόδους εκπτώσεων στην Ελλάδα: Τις μεν χειμερινές επειδή γίνονται μετά την Πρωτοχρονιά που το ταμείον είναι μείον (αντί να γίνονται μέσα στις γιορτές, οπότε ο κόσμος έχει και διάθεση να ψωνίσει και περισσότερα χρήματα –τουλάχιστον οι τυχεροί που παίρνουν ακόμη δώρο), τις δε θερινές επειδή γίνονται τους μήνες κατά τους οποίους η Αθήνα αδειάζει. Δεν είναι παράλογο να μιλάμε για έξι εβδομάδες θερινών εκπτώσεων, όταν τους τέσσερις τα περισσότερα μαγαζιά κλείνουν για διακοπές; Και εξακολουθούν να το κάνουν, ακόμη και σήμερα που το ένα μετά το άλλο κατεβάζουν ρολά λόγω ελλείψεως πελατών. Δεν είναι επίσης παράλογο, ενώ γίνεται αγώνας για να αυξηθεί ο θερινός τουρισμός της πόλης, να παρέχουμε στους επισκέπτες μας ένα κέντρο εμπορικά νεκρό; Μια αγορά στην οποία το μόνο που θα βρουν είναι οι μπρούντζινοι σάτυροι με τα ορθωμένα πέη και οι περικεφαλαίες-σκούπες που πωλούν τα μαγαζιά στο Μοναστηράκι; Μήπως λοιπόν ήρθε, αναρωτιέμαι, η στιγμή να επαναπροσδιοριστούν ο τρόπος και οι ώρες λειτουργίας του εμπορικού κέντρου; Όχι μόνο για εμάς, τους αυτόχθονες αγοραστές, όχι μόνο για τους τουρίστες, αλλά και για τους επαγγελματίες που όσο πιο σωστά δουλεύουν τόσο μεγαλύτερες πιθανότητες έχουν να επιβιώσουν. Γιατί αυτήν τη στιγμή το μόνο σίγουρο είναι ότι με τον τρόπο με τον οποίο (υπο)λειτουργεί η καρδιά της Αθήνας κυρίως το καλοκαίρι, αλλά και τον χειμώνα (με μοναδική εξαίρεση μερικά πολυκαταστήματα και δύο εκπτωτικά βιβλιοπωλεία που μοιάζουν να αφουγκράζονται καλύτερα τον παλμό της αγοράς), οδηγείται προς την πλήρη απαξίωση και νέκρωσή της. Και προς την άνευ όρων παράδοσή της στους στρατούς των εξαθλιωμένων ναρκομανών που έχουν βρει στην παρακμή της την ιδανική κόλαση για να φιλοξενήσει την απόγνωση και τον θάνατό τους. Η Αθήνα όμως, από την Πατησίων ως τη Συγγρού, αξίζει κάτι καλύτερο από το να καταντήσει η μεγαλύτερη εμπορική έρημος και ο πιο αποτρόπαιος τεκές της Ευρώπης. Και όχι, όσο και αν φταίνε, σύμφωνα με τις καταγγελίες των εμπόρων, η κρατική ολιγωρία, οι εκάστοτε διαδηλωτές και οι συγκρούσεις τους με τα ΜΑΤ, η ελλιπής παρουσία της Αστυνομίας κτλ., ας μην παραβλέπουν και τη δική τους ευθύνη. Επειδή όμως, εν προκειμένω, ανοίγω μεγάλη κουβέντα, στην οποία, είμαι σίγουρος, θα αντιμετωπίσω τεράστιες διαφωνίες, ας επιστρέψω στην… αφελή ερώτησή μου που εδώ και χρόνια ζητεί απάντηση: Πώς είναι δυνατόν σε περίοδο εκπτώσεων το 70% των μαγαζιών να είναι κλειστά; Μόνο εγώ το βρίσκω παράλογο;
 Permalink 
« Homefood
Αρχείο
Δημοφιλή
› 
Τα ταξίδια των ανθρώπων
› 
Από το «Ποσειδώνιο» στο Σαν Ρέμο
› 
Το νορβηγικό μοντέλο
› 
Από τον γάμο στα θράψαλα
› 
Παίδες Ελλήνων...
© ΙΣΤΟΣ 2024
Κοσμάς Βίδος
Ο Κοσμάς Βίδος γράφει και (όποτε μπορεί) ταξιδεύει.
« Bloggers