Είχα λαμβάνειν από τον ΟΤΕ, περί τα 62 ευρώ - για κάτι τροποποιήσεις στη σύνδεσή μου κλπ. κλπ. Την ίδια στιγμή έπρεπε να πληρώσω ένα λογαριασμό της ΕΥΔΑΠ ο οποίος κατέφθασε στο σπίτι μου Παρασκευή πρωί, με πολύ μεγάλη καθυστέρηση από τα ΕΛΤΑ, ληγμένος. Σκόπευα να ξεμπερδεύω και με τις δύο εκκρεμότητες με μία βόλτα. Όμως με πληροφόρησαν ότι το νερό μπορούσα να το πληρώσω μόνο στο κεντρικά γραφεία της οδού Αθηνάς Δευτέρα με Παρασκευή 8 με 2. Δηλαδή ώρες κατά τις οποίες εγώ (όπως και χιλιάδες άλλοι άνθρωποι) εργάζομαι. Δοκίμασα τα ΕΛΤΑ, μου είπαν όμως ότι δεν δέχονται ληγμένους λογαριασμούς. Δοκίμασα την από Internet πληρωμή, ούτε εκεί όμως έγινε αποδεκτό το ποσό. Έπρεπε να κατεβώ στο κέντρο. «Και αν δεν μπορείτε, στείλτε κάποιον άλλο» με συμβούλεψε από τηλεφώνου ο ευγενέστατος (είναι η αλήθεια) υπάλληλος. Θεωρώντας ότι περίμεναν ουρά οι αργόσχολοι εχθροί και φίλοι για να με εξυπηρετήσουν - για να μην πω ότι τσακώνονταν μεταξύ τους για το ποιος θα είχε την τιμή και την ευτυχία να σταθεί στην ουρά της ΕΥΔΑΠ. Μόνο η θεία Ιουλία ήταν πρόθυμη να το κάνει, η οποία, την τελευταία φορά που είχε κατέβει στην Ομόνοια είχε επιστρέψει χωρίς πορτοφόλι (και με ένα περίεργο στριφτό τσιγάρο κρυμμένο στην τσέπη της). Οπότε, αποφάσισα να πάω μόνος, μια καθημερινή, καθυστερώντας λίγο την εργασία μου. Αυτά για τα νερά τα γάργαρα, που παρότι γάργαρα, σε θέματα εξυπηρέτησης των πολιτών αποδείχτηκαν απελπιστικά στάσιμα και βαλτωμένα.
Όμως, η μεγάλη περιπέτειά μου αφορούσε τον ΟΤΕ. Και για να την πιάσω από την αρχή… Παρασκευή απόγευμα, αφού προηγουμένως (δεν) τακτοποίησα την ΕΥΔΑΠ, εμφανίστηκα στο OTEshop της γειτονιάς μου. Μπορώ να εξαργυρώσω σε εσάς αυτό τον λογαριασμό; «Όχι, εμείς δεχόμαστε μόνο πληρωμές. Πρέπει να πάτε στα κεντρικά της Πατησίων». Μόνο εκεί; «Μόνο!». Ποιες ώρες; «Θα σας γελάσω… Καλέστε στο τάδε τηλέφωνο για να σας πουν». Κάλεσα. Και μου είπαν ότι τα κεντρικά της Πατησίων είναι ανοικτά ώρες γραφείου καθημερινά, εκτός Κυριακής. Και το Σάββατο; «Μάλιστα! Και το Σάββατο!». Χαράς Ευαγγέλια, λοιπόν: Σάββατό πρωί θα κατηφόριζα προς Πατησίων, μέσα από άλσος του Πεδίου του Άρεως, θα εισέπραττα τα οφειλόμενα, και στη συνέχεια θα συναντούσα τα παιδιά στο Σύνταγμα να πιούμε κανένα καφέ προκαλώντας τους γερμανούς τουρίστες που μετράνε κεφάλια σε καφετέριες και εστιατόρια για να μεταφέρουν τα της ασωτίας μας («καλέ πια κρίση; Όλοι έξω είναι!») στα ζηλόφθονα Μόναχα. Υπήρξα όμως πολύ πιο αισιόδοξος απ΄ ότι μου επέτρεπαν οι καταστάσεις. Γιατί, με το που έφτασα στον ΟΤΕ πληροφορήθηκα ότι ναι μεν είναι ανοικτός αλλά για να εξαργυρώσω έναν λογαριασμό σαν το δικό μου θα έπρεπε να ξαναπεράσω, Δευτέρα με Παρασκευή 8 με 2. «’Η», έσπευσε να συμπληρώσει η κυρία πίσω από το ταμείο βλέποντας την ενόχλησή μου «να πάτε ακόμα και σήμερα σε κάποιο OTEshop». Μα πήγα στο OTEshop της γειτονιάς μου και με έδιωξαν. «Ποια είναι η γειτονιά σας;». Η δείνα, δίπλα στην τάδε. «Ααα! Σας έδιωξαν επειδή το εκεί OTEshop είναι franchising και δεν του επιτρέπεται να διεκπεραιώνει επιστροφές». Πώς να ξέρω εγώ ποιο από τα υποκαταστήματά σας είναι franchising και πιο original; «Για ποια περιοχή ενδιαφέρεστε;». Για το κέντρο. «Θα πάτε στο υποκατάστημα της Σταδίου. Εκεί θα σας εξυπηρετήσουν».
Το οποίο υποκατάστημα, παρότι περπάτησα όλο το δρόμο, από την Πατησίων ως το Σύνταγμα, δεν το βρήκα ποτέ. Το προσπέρασα χωρίς να το πάρω πρέφα, ή απλώς δεν υπάρχει; Όπως και αν έχει, όταν έφτασα άπραγος στην πλατεία Συντάγματος, κάτι ο εκνευρισμός μου κάτι η ζέστη, δεν άντεχα να επιστρέψω και να ξεκινήσω από την αρχή το ψάξιμο. Θυμήθηκα όμως ότι παλαιότερα είχα δει ένα OTEshop στις αρχές της Χαριλάου Τρικούπη. Έσυρα ως εκεί τα ταλαιπωρημένα βήματά μου Για να πληροφορηθώ από τον υπάλληλο ότι «εμείς δεν μπορούμε να εξαργυρώσουμε τον λογαριασμό σας, θα το κάνετε Δευτέρα με Παρασκευή, 8 με 2, στα κεντρικά, Σόλωνος και Σίνα». Μα από το κεντρικό της Πατησίων με έστειλαν σε εσάς. «Λάθος σας έστειλαν». Επιπλέον εκείνες τις ώρες δουλεύω… «Τότε μπορείτε να κάνετε εξουσιοδότηση σε κάποιον άλλο». Διπλή ταλαιπωρία δηλαδή, και για εμένα που θα έπρεπε να τρέχω για εξουσιοδοτήσεις, και για τον φιλάνθρωπο που θα στεκόταν στην ουρά αντί εμού. Όλο αυτό για 62 ευρώ. Τα έψαλα στον νεαρό (που δεν έφταιγε σε τίποτα), και έχοντας πλέον αποφασίσει ότι εκείνο το Σάββατο τη δουλειά μου δεν θα την έκανα, μπήκα σε κεντρικό πολυκατάστημα με δώρα, να αγοράσω κάτι για μια φίλη, να χαζέψω, να ξεχάσω τη σύγχυσή μου. Αγόρασα κάτι πολύχρωμα αρωματικά κεράκια. Μπορείτε να βγάλετε τις τιμές και να μου τα τυλίξετε για δώρο;, ρώτησα την πωλήτρια. «Ναι», απάντησε βαριεστημένα για να τα πετάξει σε μια άχαρη τσάντα, στην οποία μετά βίας χωρούσαν. «Κοσμά, σήμερα όλα συνηγορούν στο να εκραγείς», είπα στον εαυτό μου και παίρνοντας βαθιές αναπνοές τον συμβούλευσα: «Ήρεμα! Μην εκνευρίζεσαι… Δεν πειράζει… Πάρε την τσάντα, ευχαρίστησέ την και απομακρύνσου… Η ζωή είναι έξω…». Τη στιγμή όμως που γύρισα για να βγω έξω, η φωνή της ταμία με φρέναρε: «Μπορείτε να τα πετάξετε κάπου γιατί εγώ δεν έχω καλάθι αχρήστων;» είπε και μου ενεχείρισε τις αποδείξεις που είχε ξεκολλήσει από τα δωράκια μου! Ήταν Σάββατο, 3 Σεπτεμβρίου.