Εμείς οι διάσημοι!
19.4.2012 
Υπάρχουν μερικές ιστορίες που ακούγονται τόσο υπερβολικές - ενίοτε εξωπραγματικές- ώστε δύσκολα γίνονται πιστευτές. Αν ξεκινώ έτσι το σημερινό χρονογράφημα είναι για να δηλώσω ευθαρσώς, και γνωρίζοντας όλες τις συνέπειες του νόμου περί διηγήσεως πλαστών περιστατικών, πως ό,τι θα διαβάσετε παρακάτω έγινε ακριβώς έτσι: Μερικές ημέρες νωρίτερα, θέλοντας να προλάβω την... εφηβική παρόρμηση της θείας Ιουλίας «να βάψω και εγώ τα μαλλάκια μου στο κόκκινο το έντονο, του καρπουζιού, που είναι της μόδας, για να κάνω εμφάνιση στην Ανάσταση», τη συνόδευσα στο κομμωτήριο, κάπου στο κέντρο της Αθήνας. Δωροδόκησα την κοπέλα που την ανέλαβε με ένα πεντάευρο, ψιθυρίζοντάς της «ό,τι και να σου πει, εσύ θα της τα βάψεις σκούρα καστανά» και κάθισα στον καναπέ αναμονής για να διαβάσω το «Πλέξιμο», το μοναδικό διαθέσιμο περιοδικό. Tα υπόλοιπα τα μελετούσαν οι κυρίες που περίμεναν τη σειρά τους. Είδα πώς πλέκεται το ζιβάγκο, πώς γίνονται η «καλή» και η «ανάποδη», και τη στιγμή που εντρυφούσα στο κοπανέλι, εισέβαλε στο κατάστημα εκείνη. Nεόκοπο απόκτημα των καναλιών, «πρωταγωνίστρια» σε μία από τις χειρότερες εκπομπές που έχουμε δει. Αν δεν παρακολουθούσα καθημερινά τηλεόραση λόγω της εργασίας μου, δεν θα τη γνώριζα. Αλλά και που τη γνώρισα, δεν την αναγνώρισα. Ομοίως και οι κύριες που κάθονταν μαζί μου. Το διαπίστωσα από το αδιάφορο βλέμμα που της έριξαν μόλις εμφανίστηκε, για να επιστρέψουν η μία στο άρθρο «Κυριακάτικη βόλτα για την Ελένη Μενεγάκη», η άλλη στο «Ελένη Μενεγάκη: Με χαλαρή διάθεση στην Άχλα» και η τρίτη στο «Σύντομα δεύτερος γάμος για την Ελένη Μενεγάκη». Τη στιγμή που εγώ επέστρεφα στο δικό μου ανάγνωσμα, και έτοιμος να περάσω στην μπιμπίλα (τι μαθαίνει κανείς στα γυναικεία κομμωτήρια!), η εισβολέας με το παπαγαλί μίνι απευθύνθηκε στην αρχικομμώτρια με όλη τη δύναμη της φωνής της: «Πρέπει απαραιτήτως να είμαι χτενισμένη στις δυόμισι!». Κοίταξα το ρολόι. Ήταν δύο και τέταρτο. Κοίταξα και τις κυρίες του καναπέ: είχαν όλες σηκώσει τα μάτια από τα περιοδικά και την παρατηρούσαν. «Είναι η... τάδε» ψιθύρισε μία. «Η ποια;». «Καλέ η τάδε, που εμφανίζεται στο... εκείνο». «Α, η τάδε...». Δεν φανταζόμουν ότι από κοντά ήταν τόσο αδύνατη - σχεδόν αποσκελετωμένη! Και ότι είχε τέτοια στεντόρεια φωνή! Τόσο δυνατή, που δεν χάσαμε ούτε κόμμα από τον πλούσιο, χειμαρρώδη λόγο της. «Περάστε στην κοπέλα να σας λούσει». «Δεν θέλω λούσιμο, λούστηκα πριν από τρεις μέρες» -ναι, γνωρίζοντας όλες τις συνέπειες του νόμου περί διηγήσεως πλαστών περιστατικών, σας διαβεβαιώνω ξανά, όλα έγιναν όπως τα αφηγούμαι.
 
Ακολούθως, η κυρία με το... κριτσανιστό, αραχνιασμένο μαλλί κάθισε μπροστά στον καθρέφτη, θαύμασε το είδωλό της και είπε στην κοπέλα που ετοίμαζε ψαλίδια και ψαλιδάκια: «Από τότε που έγινα διάσημη, δεν προφταίνω να φτιάχνω ξανά και ξανά τα μαλλιά μου. Καταλαβαίνεις... Τώρα που είμαι διάσημη, πρέπει να είμαι στην τρίχα, γιατί με παρατηρεί εξεταστικά ο κόσμος, όπως όλες τις διάσημες». Οι άσημες του καναπέ είχαν αρχίσει να γελάνε, η αρχικομμώτρια ήταν έτοιμη να κατεβάσει τα ρολά και να αλλάξει επάγγελμα, και εγώ, βλέποντας μέσα από τον καθρέφτη το επιτιμητικό βλέμμα της στεφανωμένης με αλουμινόχαρτο θείας Ιουλίας, έτρεμα μην ανοίξει το στόμα της το ασυγκράτητο και στολίσει τη διάσημη με εκφράσεις που καμία διάσημη, από Χόλιγουντ μέχρι Ποδονίφτη, δεν έχει ακούσει. Νομίζω κάτι πήγε να πει, αλλά σκέπασε τη φωνή της η φωνή της ακατονόμαστης, που συνέχισε την παράσταση: «Τώρα πια κυκλοφορώ στο Κολωνάκι και όλοι με αναγνωρίζουν. Όλοι! Οπότε, αυτά που λένε, ότι η εκπομπή δεν κάνει νούμερα, είναι λάθος. Αφού έγινα διάσημη!». Πολύ θα ήθελα να παρέμβω και να σχολιάσω ότι πράγματι η εκπομπή της δεν κάνει νούμερα, έχει νούμερα, βλέποντας όμως τη θεία να παίρνει τελικά ανάσα (τη βαθιά, της οργής) για να μιλήσει, με τη λάμψη την άγρια στο μάτι, έσπευσα δίπλα της και τη σκούντησα με νόημα. «Τι βαράς, παιδί μου;». Ξέρεις εσύ. «Εγώ ξέρω ότι δεν μπορώ να μιλήσω ελεύθερα». Όχι, δεν μπορείς. «Τι δικτατορία κι αυτή που ζω!». «Δικτατορία; Από πού είστε;» στράφηκε προς το μέρος μας η διάσημη. «Από την Ντίσνεϊλαντ» είπε η θεία, με τη διάσημη να την κοιτάει ερευνητικά, προσπαθώντας προφανώς να καταλάβει αν είχε απέναντί της την Νταίζη Ντακ ή τη Μίνι Μάους. Είχε, όμως, έρθει η ώρα να αφαιρεθεί το αλουμινόχαρτο από το κεφάλι μας και η πολύ ενδιαφέρουσα κουβέντα ευτυχώς έμεινε στη μέση. Ο μονόλογος, βεβαίως, της σταρ συνεχίστηκε, με τις παριστάμενες να τραβάνε τα μαλλιά τους, μόνες τους, χωρίς τη βοήθεια των υπαλλήλων: επρόκειτο για έναν θούριο αυτοθαυμασμού, για την απόλυτη αυτοαποθέωση μιας γυναίκας από καλογυαλισμένο τσίγκο, η οποία στην πρόσκαιρη ενασχόλησή της με την τηλεόραση είχε βρει την απόλυτη δικαίωση του τίποτά της. Όσα ειπώθηκαν από τα καλοβαμμένα, αλλά χάσκοντα χείλη της μέσα σε 20 (πάνω-κάτω) λεπτά (τόσο διήρκεσε το... ξεσκόνισμα της τζίβας της) επιβεβαίωσαν για άλλη μια φορά την απόλυτη κενότητα (και βλακεία, αμορφωσιά, αμετροέπεια) του εν Ελλάδι λάιφσταϊλ, μέλος του οποίου είναι και η εν λόγω. Περιττό να επαναλάβω τη βροχή καυστικών σχολίων που έπεσε με το που αποχώρησε. «Τι τραβάνε και αυτές η κομμώτριες» σχολίασε και η θεία Ιουλία την ώρα που φεύγαμε, θαυμάζοντας το καινούργιο κεφάλι της στην τζαμαρία, για να προσθέσει: «Μόνο που φοβήθηκε η κοπέλα και δεν μου έκανε έντονο το χρώμα όπως ήθελα. Γιατί, καταλαβαίνεις...». Τι καταλαβαίνω; «Μια διάσημη όπως εγώ πρέπει να περπατά στους δρόμους και να εντυπωσιάζει, όπως όλες οι διάσημες...». Γελάσαμε και πήγαμε να συναντήσουμε άλλες διασημότητες του υπερδιάσημου κύκλου μας.
 
 Permalink 
« Homefood
Αρχείο
Δημοφιλή
› 
Τα ταξίδια των ανθρώπων
› 
Εκεί… ψηλά στον Παρνασσό
› 
Ψωνίζω, άρα υπάρχω;
› 
Από το «Ποσειδώνιο» στο Σαν Ρέμο
› 
Τα φυτά που μιλάνε
© ΙΣΤΟΣ 2024
Κοσμάς Βίδος
Ο Κοσμάς Βίδος γράφει και (όποτε μπορεί) ταξιδεύει.
« Bloggers