Aπό την Ακρόπολη ως το DVD
18.3.2010 
Όχι μόνο είμαι κατά της επιστροφής των Μαρμάρων του Παρθενώνα, αλλά αν ήταν στο χέρι μου θα φρόντιζα για την εξαγωγή και άλλων αρχαιοτήτων στα μουσεία της Ευρώπης και της Αμερικής. Γιατί εκεί ο επισκέπτης θα μπορεί πιο εύκολα να τις βλέπει και να παίρνει μια ιδέα του μεγαλείου που έζησε κάποτε η ουρά των Βαλκανίων, ενώ εδώ... Περπάτησα ύστερα από αρκετό καιρό γύρω από την Ακρόπολη. Επρόκειτο για ένα υπέροχο κυριακάτικο μεσημέρι της φθινοπωράνοιξης (που αντικατέστησε εφέτος τον χειμώνα), οπότε πολύς κόσμος είχε την ίδια ιδέα με εμένα. Μαζευτήκαμε όλοι έξω από τα κλειδωμένα Προπύλαια και καμαρώναμε ένα κομμάτι του Παρθενώνα – ό,τι φαινόταν. Ήταν τέσσερις παρά τέταρτο, ο ήλιος έλαμπε και θα έλαμπε για δύο ακόμη ώρες, οπότε το μνημείο θα μπορούσε να είναι επισκέψιμο. Δεν ήταν, σε αντίθεση με το Νέο Μουσείο Ακροπόλεως που παρέμενε ανοιχτό ως τις 8.00 το βράδυ. Τουλάχιστον μπορούσες να απολαύσεις τον Ιερό Βράχο μέσα από τις τζαμαρίες του. Όχι όμως από κοντά. Ακόμη και οι τουαλέτες δίπλα από τα εκδοτήρια εισιτηρίων της Ακρόπολης ήταν κλειστές. Κατάλαβα γιατί σε ορισμένα σημεία, στα πέριξ της Πνύκας, μυρίζει κατουρλίλα.


Λίγες ημέρες μετά βρέθηκα «εκεί που φύτρωνε φλισκούνι και άγρια μέντα», στον αρχαιολογικό χώρο της Ελευσίνας. Μέσα στον οποίο είδα από τσαλακωμένα κουτάκια αναψυκτικών ως μία ολόκληρη σαμπρέλα, πεταμένη μερικά μέτρα από την είσοδο, δίπλα από την περίφραξη, ώστε να φαίνεται σε όλο της το μεγαλείο και από τους περαστικούς στον δρόμο. Είμαι σίγουρος ότι καθένας από εσάς θα έχει πολλά ανατριχιαστικά να διηγηθεί από τις επισκέψεις του στους αρχαιολογικούς χώρους, καθώς συχνά, σε θέματα λειτουργίας και καθαριότητας, είναι απογοητευτικοί. Και δεν νομίζω ότι είναι οι ξένοι τουρίστες που ευθύνονται για αυτά τα χάλια. Ποιοι «Άγγλοι, Γάλλοι, Πορτογάλοι, ιταλοί μακαρονάδες, Ρούσοι και Οθωμανοί» κουβάλησαν από την πατρίδα τους μια σαμπρέλα για να την πετάξουν δίπλα στις αρχαιότητες της Ελευσίνας και να μας φορτώσουν το κρίμα; (Λέτε;)

 
Πήγα και θέατρο εκείνες τις ημέρες – ναι, παραμορφώθηκα! Και βρέθηκα μάρτυρας στην προσπάθεια μιας ταξιθέτριας να πείσει ένα ζευγάρι ότι δεν επιτρέπεται να τρώει μέσα στην αίθουσα πατατάκια και να πίνει κόκα-κόλα. «Δεν το ξέραμε» της απάντησαν με μια έκφραση φοβερής ενόχλησης – «ποια είσαι εσύ, δουλάρα, που θα μας πεις τι να κάνουμε;» – για να κρύψουν τα τσιπς στην τσάντα της κυρίας και να τα ξαναβγάλουν γελώντας συνένοχα για τη... χαριτωμένη πονηριά τους με το που γύρισε την πλάτη της. Εννοείται ότι στο δεύτερο μέρος, όσο οι ηθοποιοί έπαιζαν, άκουγα ανάμεσα στα λόγια τους το χριτς χριτς από τα σνακ που μασούσαν οι διπλανοί μου και το χράτσα χρούτσα της σακούλας που ανοιγόκλεινε. Στο τέλος το χορτασμένο ζεύγος πέταξε τη σακούλα και τα κουτάκια από τα αναψυκτικά κάτω από τις θέσεις του και αποχώρησε αξιοπρεπώς. Κουτάκια από κόκα-κόλα και άδεια πλαστικά μπουκαλάκια από νερό μετρούσα και ανάμεσα στις θέσεις του «Rex-Κοτοπούλη», ύστερα από μια παράσταση του «Τρίτου στεφανιού». Ο Ταχτσής μάς μάρανε. Και τα μάρμαρα που πάνω τους σκουριά δεν πιάνει. Τσίχλα όμως… πιάνει. Την είδα, κολλημένη πάνω σε κολόνα, κάπου στην Αρχαία Αγορά. Δεν μπόρεσα να καταλάβω αν ήταν από εκείνες με τη δροσοσταγόνα, που σου χαρίζουν αίσθηση δροσιάς.

 

Περπάτησα και στο κέντρο αυτές τις ημέρες. Συνάντησα πορείες διαμαρτυρίας για τα νέα και τα παλιά μέτρα, για τις συντάξεις και τα επιδόματα, για τα δίκια και τα άδικα. Απόρησα με τη βρωμιά που αφήνουν πίσω τους. Δεν αναφέρομαι στις προκηρύξεις που όπως είναι λογικό σκορπίζονται στο οδόστρωμα, αλλά στα πλαστικά κυπελλάκια από τους καφέδες. Δεκάδες καφέδες. Για να διαμαρτυρηθεί κλείνει ο βασανισμένος λαός τη Σταδίου και την Πανεπιστημίου ή για να πιει τον φρεντοτσίνο του περπατώντας χαλαρά με τους φίλους του;

 
Χαλαρά όλα, εκτός από τα νεύρα μας που είναι τεντωμένα. Οι πολλοί καφέδες θα φταίνε. Παρατηρούσα στην πλατεία της Νέας Σμύρνης, στις 12 το μεσημέρι, νέα παιδιά, με τη φραπεδιά στο χέρι. «Τέτοια ώρα δεν θα έπρεπε να βρίσκονται στις εργασίες τους;» ρώτησα. «Θα είναι άνεργα τα καημένα» απάντησε ο φίλος με τον οποίο διασχίζαμε την Ελευθερίου Βενιζέλου. «Αν είναι άνεργα, τέτοια ώρα δεν θα έπρεπε να ψάχνουν για δουλειά αντί να λιάζονται;». «Μπορεί να είναι φοιτητές». Που κάνουν τα διδακτορικό τους. Με θέμα «οι βλαπτικές συνέπειες της καφεΐνης στην Ελλάδα της οικονομικής κρίσης αλλά και των λαμπρών προγόνων». Το τσιγάρο, εννοείται, οι περισσότεροι... φοιτητές δεν το έσβηναν στο τασάκι, αλλά στο πεζοδρόμιο. Δική τους είναι η χώρα, ό,τι θέλουν την κάνουν. Κάπως έτσι το έλεγε ο ποιητής: «Αυτό το χώμα είναι δικό τους και δικό τους, δεν μπορεί κανείς να τους το πάρει – και να τους το καθαρίσει». ΄Η δεν το έλεγε έτσι; Να θυμηθώ να ξαναδιαβάσω το άσμα. Αφού πρώτα παρακολουθήσω για νιοστή φορά το DVD της Τζούλιας Αλεξανδράτου. Για την ενημέρωσή μου, για να ξέρω πού βαδίζει η χώρα... Εσείς δεν το είδατε;
 
 Permalink 
« Homefood
Αρχείο
Δημοφιλή
› 
Στο δικό μου Ισλαμαμπάντ
› 
Εκεί… ψηλά στον Παρνασσό
› 
Τα ταξίδια των ανθρώπων
› 
Μπροστά στο ATM
› 
Τα φυτά που μιλάνε
© ΙΣΤΟΣ 2024
Κοσμάς Βίδος
Ο Κοσμάς Βίδος γράφει και (όποτε μπορεί) ταξιδεύει.
« Bloggers