Στο «ΘΕΑΤΡΟΝ» του Κέντρου Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος» στην οδό Πειραιώς χαμηλά στον Ταύρο, κατέβηκε η Λωξάνδρα, δηλαδή η θεατρική μεταφορά της από τον Άκη Δήμου και τον Σωτήρη Χατζάκη στο Κ.Θ.Β.Ε. μετά από μια πραγματικά θριαμβευτκή πορεία στη Θεσσαλονίκη- 65.000 θεατές και τρεισήμισι μήνες δεν είναι αστείος αριθμός…
Ένα μακρύ τραπέζι γεμάτο φαγητά και ένα κεντρικό πρόσωπο η Λωξάνδρα, είτε ως σύζυγος, είτε ως μητέρα, είτε ως γιαγιά, είτε ως προγιαγιά, η Κωνσταντινούπολη, οι δεμένες οικογένειες- με ή χωρίς εισαγωγικά στις δεμένες και με ότι σημαίνει αυτό μεταφορικά ή κυριολεκτικά- τα φαγητά ήταν ανατολίτικα, οι σάλτσες, οι ντολμάδες, τα μπουρέκια, μια άλλη εποχή και κόσμος που έρχεται και φεύγει στο πρώτο τραπέζι σ΄ αυτή τη παλιοζωή…
Το πόσο υπέροχο ήταν το βιβλίο της Μαρίας Ιορδανίδου δεν θα το συζητήσω και το πόσο αξέχαστο είναι σε όλους μας το σίριαλ με τη Μπέτυ Βαλάση- όσο φτωχά και να ήταν τα πράγματα το 1981 στην τότε ΕΡΤ- αλλά κι αυτό εδώ ακόμα, μου έφεραν τόσα πολλά στο μυαλό, που στο φινάλε έκλαψα πολύ. Θυμήθηκα ένα άλλο ανάλογο δικό μας τραπέζι και την προγιαγιά μου τη Στάσα- σμυρνιά!!!- που είχε αυτό το χάρισμα να ενώνει όλη την οικογένεια γύρω από ένα τραπέζι ότι και να γινόταν. Δεν θα μιλήσω ούτε για τα φαγητά, ούτε για τα σμυρνέικα γλέντια που έζησα στην παιδική μου ηλικία. Για να είμαι ειλικρινείς δεν θα μιλήσω ούτε για τα «μακελιά και τους καβγάδες» που ακολουθούσαν σχεδόν κάθε τέτοιο γλέντι μυστικά και όχι ανοιχτά, από πίσω στην κουζίνα και όχι στην τραπεζαρία και όχι στο τραπέζι, γιατί κανονικά όλα έπρεπε να είναι τέλεια γιατί το τραπέζι είναι σε μία βιτρίνα, όλα φαίνονται και όλα μεγενθύνονται. Και ότι και αν γινόταν, έπρεπε να μείνει μέσα στο σπίτι φυλακισμένο και κρυμμένο από τα φλύαρα μάτια του κόσμου.
Δάκρυσα στο φινάλε της Λωξάνδρας τώρα που την είδα στο θέατρο και βασικά δάκρυσα μ’ αυτό το μακρύ τραπέζι, με όλους αυτούς που ήταν μαζεμένοι που τρώγανε και πίνανε και πηγαίνανε και ερχότανε σ΄ αυτή τη παλιοζωή. Αυτό το τραπέζι μου θύμισε τα ανάλογα τραπέζια που έχω ζήσει στην παιδική μου ηλικία, μου θύμισε την προγιαγιά μου Στάσα, την γιαγιά μου την Κλειώ και βασικά σκεφτόμουν ότι αυτό που μας λείπει πάνω απ΄ όλα, είναι αυτός ο συνδετικός ιστός που ένωνε την οικογένεια στα καλά και στα άσχημα και την έκανε να τρώνε όλοι μαζί. Στις εποχές αυτές που ζούμε τις περίεργες, ίσως τελικά αυτό να είναι που χρειαζόμαστε πάνω απ΄ όλα περισσότερο και από λεφτά και από δάνεια και από τα πάντα. Να χρειαζόμαστε ένα μεγάλο τραπέζι, μια οικογένεια, αλλά και τον συνδετικό ιστό που θα τα ενώσει όλα αυτά. Ίσως τελικά σήμερα η Λωξάνδρα να είναι πιο επίκαιρη από ποτέ…