Με πήραν διάφοροι φίλοι τηλέφωνο και με βρίσανε γιατί έγραψα αυτό που έγραψα εναντίον της ΣΑΓΙΟΝΑΡΑΣ την περασμένη εβδομάδα. Από το ότι είμαι ο τελευταίος που μπορώ να μιλάω, έως ότι επειδή εμένα μου αρέσει να κυκλοφορώ με αρβύλες καλοκαιριάτικα, δε σημαίνει ότι δεν μπορεί να φοράει ο κόσμος ότι θέλει. Επίσης κανα δυο φίλοι ήρθαν επίτηδες να με δουν φορώντας σαγιονάρες και ένας απ΄ αυτούς τις έβγαλε και μου τις έκανε επίδειξη ότι φοράει σαγιονάρες …
Φυσικά, σαγιονάρα από σαγιονάρα έχει διαφορά, γνωστό αυτό, όπως και υπάρχουν χώροι που ταιριάζουν οι σαγιονάρες, όπως υπάρχουν και άνθρωποι που φοράνε σαγιονάρες επειδή τους αρέσει και άλλοι άνθρωποι επειδή τους επιβάλλει μια κακόγουστη μόδα. Γιατί το να φοράς κοστούμι και από κάτω σαγιονάρες, δείχνει ότι απλώς είσαι κακόγουστος και δεν είναι θέμα προσωπικότητας για να μπορέσεις να την επιβάλλεις διαμέσου αυτής. Είναι το αιώνιο πρόβλημα αυτών που προσπαθούν να βρεθούν μέσα στη μόδα, ακολουθώντας τήν τρέχοντας απεγνωσμένα από πίσω της. Φυσικά, όπως είπαμε σαγιονάρες από σαγιονάρες υπάρχει διαφορά, υπάρχουν ωραίες και άσχημες σαγιονάρες, ακριβές ή φθηνές, σε καθαρά ή σε βρώμικα πόδια, σε ανθρώπους με προσωπικότητα ή σε «τρέντιδες». Βασικά όμως, η αισθητική της σαγιονάρας σε γενικές γραμμές και όχι στις εξαιρέσεις, μου φέρνει στο νου την αισθητική της μπλε πλαστικής παντόφλας, την αισθητική του «καλού» οικογενειάρχη «Ελληνάρα» που δέρνει την γυναίκα του, ταλαιπωρεί τα παιδιά του, παριστάνει τον τσάμπα μάγκα, ακούει σκυλάδικα, πάει στα μπουζούκια –στα πιο χυδαία απ΄ αυτά– πληρώνει γκόμενες, παίρνει εορτοδάνεια, διακοποδάνεια και άλλα πολλά πάντα σε δάνεια, παίζει αυτάρεσκα ρακέτες και ουρλιάζει στις παραλίες ενοχλώντας τον κόσμο, παριστάνει το φιλόζωο αφήνοντας το βρωμόσκυλό του –γιατί είναι και φιλόζωος– να κάνει τουαλέτα όλα τα πεζοδρόμια χωρίς τύψεις, παριστάνει τον οικολόγο ενώ αυτός κάνει τα χειρότερα εγκλήματα κατά της φύσης, δεν ανοίγει βιβλίο, βυθίζεται στη γοητεία του internet επειδή βαριέται να ξεφυλλίσει, δεν πάει να ψηφίσει γιατί έχει να πάει για μπάνιο και μετά διαδηλώνει ως διαμαρτυρία, ενώ απλώς ή το ξέχασε ή βαριόταν ή ψηφίζει, για να αρχίζει να κατηγορεί την επομένη των εκλογών αυτό που ψήφιζε, ψηφίζει, θα ξαναψηφίσει και θα ξαναψηφίσει, αυτός που μιλάει για «αλήτες ρουφιάνους δημοσιογράφους», και καλό είναι να μη μιλήσουμε για τη δική του συμπεριφορά απέναντι στη δική του δουλειά αλλά και απέναντι στο κοινωνικό σύνολο, μιλάμε γι΄ αυτόν που είναι «αγανακτισμένος», πάει στο Σύνταγμα και βάζει το τρίχρονο παιδί του να μουντζώνει τη Βουλή –το είδα σε φωτογραφία δυστυχώς αυτό– στον ώμο του αυτάρεσκου «Ελληνάρα» πατέρα να μουντζώνει αυτό που ο ίδιος αυτάρεσκα έφτιαξε, αυτό που ο ίδιος αυτάρεσκα διατηρεί, μια και εκτός της κοινωνίας και η Βουλή «εικόνα μας είναι και μας μοιάζει» … όπως θα έλεγε η Γαλάτεια Καζαντζάκη…
Ελπίζω να καταλάβατε όλοι, κυρίως αυτοί, κυρίως εσείς που προσπαθείτε να προστατέψετε τη σημαντικότητα της σαγιονάρας στο καλοκαιρινό γίγνεσθαι. Τι εννοώ; Στο κάτω κάτω της γραφής εκτός από τη σαγιονάρα που αντιπροσωπεύει ότι χειρότερο στη ζωή μου, δηλαδή τους ανθρώπους αρνιά σε κοπάδι, υπάρχει και η ταινία «Σαγιονάρα» με τον Marlon Brando…