Μια μάντρα έσοδα
15.3.2011 
Από την περιορισμένη εμπειρία μου στα μπαρ (που κάποιοι κακεντρεχείς διατείνονται ότι δεν είναι τόσο περιορισμένη, ένας έφτασε να πει δημόσια ότι δεν μπορώ να ανοίξω δικό μου επειδή έχω πιει τις αποταμιεύσεις μου – άραγε θα προτιμούσε να τις είχα φάει;), έφτασα να δικαιολογώ τον Παπακωνσταντίνου. Ή μάλλον, για να διορθώσω επί το ακριβέστερον τη σύνταξη, δεν έφτασα – τον δικαιολογούσα εξαρχής, διότι τα μπαρ είχαν προηγηθεί από χρόνια. Δεν θέλει, άλλωστε, ιδιαίτερη οξυδέρκεια. Μόνο να αποφύγει κανείς την υπερβατική παραδοχή ότι ένας έλληνας υπουργός είναι δήθεν περισσότερο ψαγμένος από έναν έλληνα ιδιοκτήτη μπαρ.
 
Διαρκής απορία μου στα μπαρ, για να γίνω κατανοητός, ήταν πόσο οι ιδιοκτήτες τους έχουν σκεφθεί μήπως, αν μείωναν την τιμή σε κάποιο εμπόρευμά τους (όχι προϊόν – δεν παράγουν τίποτε, πολλοί δεν ξέρουν καν τι είναι ντράι μαρτίνι), θα πουλούσαν μεγαλύτερη ποσότητα και θα είχαν αυξημένο κέρδος. Η ορθολογική προσέγγιση είναι να υποθέσει κανείς ότι το σκέφθηκαν, το μέτρησαν, το μελέτησαν – και είπαν όχι, άσε τη μπύρα στο 700% κέρδος, παρακάτω δεν αποδίδει. Η εμπειρική προσέγγιση είναι ότι δεν έκαναν τίποτε από αυτά. Αύξησαν την τιμή, μειώθηκε κάπως η κατανάλωση στην αρχή, μετά με τη συνήθεια ήρθε πιο κοντά στα παλιά, αλλά την τυχόν αύξησή της μέσω μιας μείωσης τιμών δεν την εξέτασαν οι περισσότεροι (όπως δεν εξέτασαν μήπως πρέπει να δουλεύουν ή έστω να είναι παρόντες και οι ίδιοι αντί για κοριτσόπουλα καλλίπυγα μεν, αλλά περί το ποτό μάλλον αδαή).
 
Γιατί, λοιπόν, ο Παπακωνσταντίνου να εξετάσει μήπως η μεγάλη αύξηση των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων, την οποία προαναγγέλλει το υπουργείο του, θα βυθίσει περαιτέρω την κτηματαγορά και, αντί αύξησης εσόδων, θα του προσφέρει μία μάντρα ξέρετε τι; Γιατί να σκεφτεί μήπως είναι αντιφατικό από τη μία να απαλλάσσει από το πόθεν έσχες την αγορά πρώτης κατοικίας τον Δεκέμβρη (ώστε οι γονείς να κάνουν δωρεές στα παιδιά τους για αγορά σπιτιού χωρίς να φορολογούνται) προς ενίσχυση των αγοραπωλησιών και από την άλλη να ανεβάζει τις αντικειμενικές αξίες έξι μήνες μετά, ενώ η αγορά αναζητεί το κατά Λοβέρδο μη υπάρχον σάλιο;
 
Γιατί, με άλλα λόγια, φίλτατοι των μπαρ ιδιοκτήτες, ζητούμε υπουργό οξυδερκέστερο ημών; Το ίδιο δεν κάνουμε κι εμείς – και μετά απορούμε που πτωχεύουμε; Και μην πείτε ότι στα μπαρ, αν μη τι άλλο, δεν καταγράφονται αντιφάσεις. Διότι κάπου προσφέρουν με τον εσπρέσο μία τυρόπιτα ή ένα μικρό μπουκάλι νερό που ουδείς ζήτησε και μετά από λίγο αυξάνουν την τιμή του εσπρέσο – με την αζήτητη τυρόπιτα ή το νεράκι α κοτέ. Ο παραιτηθείς Γεωργακόπουλος (μεγάλη απώλεια…), αν είχε μπαρ και νομοθετική εξουσία, θα πρόσθετε και μία ποινική δίωξη σε όποιον δεν παράγγελνε την «προσφορά». Θα γέμιζαν οι φυλακές - αλλά η μάντρα, μάντρα.
 
Υ.Γ. Χαλάλι, ενίοτε, τα λεφτά – με ή χωρίς τυρόπιτα: Σε πρωινό αθηναϊκό στέκι τρεις άνδρες απορούσαμε προ ημερών –εκ των όπισθεν- τι ακριβώς (δεν) φορούσε υπό το υπογάστριο θαμών με ωραίες γάμπες (εννοείται θηλυκού γένους). But then, maybe we are not men enough. Και η απορία, πάντως, άξιζε την τιμή του καφέ. Θα πάω να απορήσω πάλι αύριο.
 
 Permalink 
« Homefood
Αρχείο
Δημοφιλή
› 
Ο γιατρός μισεί τα σφηνάκια
› 
Strictly verboten
› 
Ευγνώμονες με χρονοκαθυστέρηση
› 
Σύγχρονοι μύθοι
› 
Παγάκια Ανταρκτικής
© ΙΣΤΟΣ 2024
Δημήτρης Καστριώτης
Κατά τον ληξίαρχο, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1961. Οι γονείς του, φιλότιμοι πλην κατ’ αποτέλεσμα άστοργοι, δεν τον προίκισαν αναλόγως, ώστε να αφοσιωθεί απερίσπαστος στο οινόπνευμα, την αξία του οποίου φρόντισαν πάντως να του διδάξουν. Ένεκα η ανάγκη, εργάζεται ως δημοσιογράφος εφημερίδων και δικηγόρος από εικοσιπενταετίας. Αναπόφευκτα, πίνει λιγότερο απ’ όσο θα ήθελε.
« Bloggers