Αυτοί προβληματίζονται – αλλά είναι καπιτάλες
5.4.2011 
In vinο ή μάλλον in whisky veritas. Όχι σε όσα λένε όσοι έχουν πιει. Αλλά σε όσα διαμηνύουν με την κατανάλωσή τους όσοι πίνουν. Και επειδή όταν μιλάμε για ποτό, στεκόμαστε στο σκωτσέζικο ουίσκι (από Διός άρξασθε), τα μαντάτα έχουν ως εξής: Το 2010, ενώ το πρώτο εξάμηνο φάνηκε θετικό (με αύξηση όγκου εξαγωγών 3%), οι τελικές εξαγωγές σκατς (διάβαζε scotch) παρουσίασαν πτώση 2% σε όγκο έναντι του 2009 – μόλις, που λέει ο λόγος, 1,06 δισεκατομμύριο μπουκάλια (στα μπουζούκια «φιάλες»). Σε όγκο, σημειώνω. Γιατί σε αξία, σε χρήμα, σε αυτό δηλαδή που μετράει για το ισοζύγιο πληρωμών και τον ΦΠΑ, οι εξαγωγές σκοτσέζικου ουίσκι αυξήθηκαν  κατά 10%. Πώς εξηγείται η φαινομενική αντίφαση; Είναι απλό. Η συνολική κατανάλωση μειώθηκε, αυξήθηκε όμως η κατανάλωση εκείνων που αγόρασαν ακριβότερα ουίσκι. Σαν να λέμε ότι η πλειοψηφία το γύρισε στη ρετσίνα ή στο νερό, αλλά μία σοβαρή μειοψηφία άφησε το μπλέντεντ για το μολτ.
 
Τι σημαίνει αυτό; Για να γίνει αντιληπτή η εξέλιξη, ίσως αρμόζει να πούμε ότι προς την Ελλάδα, τη χώρα του κόκκινου Τζόνι, οι εξαγωγές σκοτσέζικου ουίσκι μειώθηκαν κατά 26% το 2010 έναντι της προηγούμενης χρονιάς. (Φωτιά στα Σαββατόβραδα με τσίπουρο – ή σβηστά Σαββατόβραδα; Θλίψη.) Αλλά ο συνολικός διεθνής σκοτσέζικος τζίρος αυξήθηκε: στις ΗΠΑ η εισαχθείσα ποσότητα ήταν μεγαλύτερη κατά 8%, η αξία κατά 19% (!), στη δε Γαλλία ο όγκος των εισαγωγών μειώθηκε κατά 8%, αλλά η χρηματική αξία τους ήταν κατά 4% αυξημένη. [Τα στοιχεία από το Bloomberg – ευχαριστώ, Δέσποινα.]
 
Γενικότερα συμπεράσματα; Πρώτον ότι, όπως είχε σημειώσει ο πρώην υπουργός Εργασίας των ΗΠΑ Ρόμπερτ Ράιχ (ήδη το 1998!), υπάρχουν επιχειρήσεις που προτιμούν να παρέχουν μόνο «πρώτη θέση». Τράπεζες που διώχνουν τους μικρούς καταθέτες με χρεώσεις «πέναλτι», αεροπορικές εταιρείες που αυξάνουν την business και μεταβάλλουν την τουριστική σε στάβλο. Δεύτερον, ότι η επέκταση αυτού του φαινομένου σημαίνει πως η κατανάλωση, άρα και η οικονομία, εξαρτάται σε αυξανόμενο βαθμό από τους πλούσιους, πράγμα που δεν είναι θεωρητικό, αλλά απτή πραγματικότητα: στις ΗΠΑ το πλουσιότερο 5% του πληθυσμού είχε πέρυσι το 37% της κατανάλωσης (τα στοιχεία από τη Wall Street Journal, ευχαριστώ εαυτόν, το είδα μόνος μου, δεν είμαστε εντελώς τεμπέληδες οι δημοσιογράφοι).
 
Τρίτον, ότι σε αντίθεση με τον υπουργό Οικονομικών της Ελλάδος, που θέλει να φορολογήσει τη λεμονίτα, οι παραγωγοί ουίσκι προβληματίζονται. Αντιλαμβανόμενοι ότι σε τέτοια προϊόντα η μαζική κατανάλωση δεν μπορεί να αναπληρωθεί από την κατανάλωση των πλουσίων (ό,τι, δηλαδή, έλεγε ο Φορντ για τα αυτοκίνητά του), αυτοί οι καπιταλιστές αποστάκτες θέλουν να αυξηθεί η κατανάλωση όγκου του φτηνού ουίσκι και όχι να αυξηθούν μόνο οι εύποροι που πίνουν μολτ.
 
Γιατί; Ίσως επειδή σ’ αυτούς τους καπιταλιστές των αποστακτηρίων η αύξηση των πωλήσεων και του κέρδους σημαίνει το κεφάλι τους. Ίσως επειδή εκεί οι μέτοχοι δεν σε συγχωρούν όταν διαβεβαιώνεις πως δεν θα χρειαστούν νέα μέτρα και κάνεις κωλοτούμπα μετά από λίγες μέρες. Ίσως επειδή αυτά τα κυνικά κτήνη ξέρουν ότι ανάπτυξη σημαίνει οικοδόμηση και όχι δωρεάν οικολογικές παρόλες και τζιν αντί ταγέρ.
 
Ίσως γιατί αυτοί οι αποστάκτες πίνουν κιόλας. Και, όπως είπαμε, in vinο veritas.
 Permalink 
« Homefood
Αρχείο
Δημοφιλή
› 
Εγγυημένο ηρεμιστικό
› 
Ο Κόνο θα αποστάξει ξανά
› 
Ο γιατρός μισεί τα σφηνάκια
› 
Strictly verboten
› 
Στην κάβα και στο κόμμα
© ΙΣΤΟΣ 2024
Δημήτρης Καστριώτης
Κατά τον ληξίαρχο, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1961. Οι γονείς του, φιλότιμοι πλην κατ’ αποτέλεσμα άστοργοι, δεν τον προίκισαν αναλόγως, ώστε να αφοσιωθεί απερίσπαστος στο οινόπνευμα, την αξία του οποίου φρόντισαν πάντως να του διδάξουν. Ένεκα η ανάγκη, εργάζεται ως δημοσιογράφος εφημερίδων και δικηγόρος από εικοσιπενταετίας. Αναπόφευκτα, πίνει λιγότερο απ’ όσο θα ήθελε.
« Bloggers