Το Πολυμελές Πρωτοδικείο της Αθήνας δίκασε πρόσφατα μία αγωγή ενός συλλέκτη που αγόρασε σε δημοπρασία δύο πίνακες του Παρθένη και ισχυρίζεται ότι, όπως ανακάλυψε εκ των υστέρων, είναι πλαστοί. Με αυτό το αιτιολογικό, ζητάει τώρα αποζημίωση από τους πωλητές.
Δεν θα σας απασχολήσω με τις λεπτομέρειες της υπόθεσης. Απλώς η φύση της μου θύμισε τη γνωστή παλιά άποψη ότι η νομική δεν είναι επιστήμη, επειδή οι προτάσεις της δεν μπορούν να ελεγχθούν ως προς την αλήθειά τους -ούτε εντός του σε κάθε περίοδο υφιστάμενου πλαισίου επιστημονικής γνώσης- σε αντίθεση με τις προτάσεις των θετικών επιστημών (με τα λόγια του Κίρχμαν, Γερμανού εισαγγελέα του 19ου αιώνα, «μια λέξη του νομοθέτη και ολόκληρες βιβλιοθήκες μετατρέπονται σε χαρτόμαζα»). Οι παραδοχές της φυσικής, π.χ., μπορεί να ανατραπούν μελλοντικά εκ βάθρων, εντός όμως των εκάστοτε επιστημονικών παραδοχών οι φυσικοί αποδεικνύουν τις προτάσεις τους, ενώ οι νομικοί ...όχι.
Για να επανέλθουμε στην υπόθεση - αφορμή, το Πρωτοδικείο ή όποιο Δικαστήριο δεν μπορεί να αποδείξει ότι οι πίνακες του Παρθένη είναι γνήσιοι ή όχι. Η απόφασή του θα δεσμεύσει, βεβαίως, τους διαδίκους, θα έχει γι’ αυτούς συνέπειες (αφού θα επιδικάσει αποζημίωση ή όχι), η κρίση του όμως δεν θα είναι παρά ένα μόνο κριτήριο μέσα στα πολλά εξωνομικά, με τα οποία οι ειδικοί και οι συλλέκτες ζωγραφικής θα προσδιορίζουν τη μελλοντική τους στάση για τους συγκεκριμένους πίνακες: γι’ αυτούς η δικαστική απόφαση δεν θα απαντήσει οριστικά, ούτε αυθεντικά το ερώτημα της γνησιότητας των έργων.
Αυτά τα όρια των νομικών αποφάνσεων, έστω και αν οι τελευταίες επιβάλλονται με τη δύναμη του εισαγγελέα, του αστυφύλακα και του εφοριακού, πρέπει να τα έχουμε κατά νου - ιδίως στο σημερινό περιβάλλον, στο οποίο κάποιοι (πολλοί) φαίνεται να επενδύουν στη δικαιοσύνη βελτιωτικές προσδοκίες που δεν είναι της αρμοδιότητάς της. Το να πάει, π.χ., ένας φοροφυγάς φυλακή όχι μόνο δεν σημαίνει ότι θα εξαλειφθεί η φοροδιαφυγή, δεν αποδεικνύει καν ότι η φοροδιαφυγή υπήρξε άδικη, ότι για παράδειγμα δεν βρέθηκε ένας συγκεκριμένος κατηγορούμενος στο ασφυκτικό οικονομικό δίλημμα του «τι να πληρώσω, το φόρο ή τους μισθούς του προσωπικού μου;». Αναλόγως, το να κρίνει ένα δικαστήριο ότι το κράτος έχει δικαίωμα να «κουρεύει» τα ομόλογα ενός αποταμιευτή, παρότι την ίδια ώρα προστατεύει (ορθώς!) τις καταθέσεις του σε μία κλονιζόμενη τράπεζα (μέσω της κρατικής στήριξής της), όχι μόνο δεν αποδεικνύει τι είναι δίκαιο, αλλά δεν προεξοφλεί καθόλου τι θα κάνει αυτός ο άνθρωπος τις αποταμιεύσεις του στο μέλλον. Αν μάλιστα διατηρεί κανείς επιφυλάξεις ως προς το πόσο θα βαρύνει στους συλλέκτες έργων του Παρθένη η απόφαση του Πρωτοδικείου, στο θέμα των ομολόγων μάλλον μπορεί να προεξοφλήσει ότι ουδείς εχέφρων θα ξαναδανείσει τις αποταμιεύσεις του στο ελληνικό κράτος στα προσεχή χρόνια - έστω στη δεκαετή... «προθεσμία αμνησίας» που είχε προσδιορίσει ο επίτιμος Κ. Μητσοτάκης...