Tintin: η αλήθεια
27.1.2009 
Το διαβάσατε, είμαι βέβαιος. Πάνω στα ογδοηκοστά γενέθλια του Τintin. Όχι ακριβώς γενέθλια, δηλαδή. Γιατί ο Tintin γεννήθηκε ενήλικος. Είδε πρώτη φορά το φως στις 10 Ιανουαρίου 1929, απευθείας εν δράσει ως δημοσιογράφος-ντετέκτιβ. Και να σου στα ογδόντα του οι Times του Λονδίνου να διαγιγνώσκουν πως ο Τintin ήταν ομοφυλόφιλος. Δεν έχει, γράψανε, εμφανιστεί ποτέ με γυναίκα, είχε όλο άντρες φίλους, δεν ξέρουμε τίποτε για την οικογένειά του, όλο έμπλεκε με μυστικές αποστολές –όπου ανθεί το σπορ.

 
Προσωπικά, δεν αμφισβητώ την καλή πίστη του ρεπορτάζ. Παλιός μου αρχισυντάκτης το κάνει. «Σ’ το ‘χω πει από παλιά», μου θύμισε «Εγγλέζοι. Τρακόσα χρόνια στην πουστιά». Δεν το βλέπω έτσι. Άλλωστε κι εκείνος άλλο νόημα απέδιδε στη λέξη. Νομίζω ότι έχουμε μια ακόμη περίπτωση πλημμελούς δημοσιογραφικής έρευνας. Γιατί η ζωή του Tintin κρύβει ένα δράμα. Το αποκαλύπτω σπάζοντας μακρόχρονο όρκο σιωπής.

 
Πριν μπει στην Αστυνομία Πόλεων ο μετέπειτα αστυνόμος Μπέκας είχε μπαρκάρει. Παιδί αμούστακο, βρέθηκε στο ίδιο βαπόρι με τον Χαντόκ, παλικάρι νεαρό τότε. Γίνανε κολλητοί. Αντέχανε τη θάλασσα, ήτανε ακούραστοι στη δουλειά, καλύτερος θαλασσινός ο Χαντόκ, ο Μπέκας όμως εξιχνίασε δύο κλοπές στο καράβι -και στις ελεύθερες ώρες τους πίνανε ένα ποτήρι. Ο Μπέκας ούζο, ο Χαντόκ ουίσκι –κάτι πετρέλαια, δεν είχε ακόμη το χρήμα να αγοράζει Loch Lomond. Τον κορόιδευε, μάλιστα, ο Μπέκας που, Γάλλος, έπινε σκοτς. Στα λιμάνια σαρώνανε μαζί τα πορνεία. Θαλασσόλυκοι με περίσσευμα τεστοστερόνης. Από τη φύση τους. Δύο φορές που τους έπιασε το αντιντόπινγκ αθωώθηκαν.

 
Μια περίοδο, ξέμπαρκοι στο Παρίσι, τα φτιάξανε με την ίδια κοπέλα. Ελευθερίων ηθών την έλεγαν κάτι γείτονες, παρτουζιάρα κάποιες κακές γλώσσες, εγώ έμαθα πως ήτανε κορίτσι καλό και παιχνιδιάρικο. Μην τα πολυλογώ, η κοπέλα έμεινε έγκυος. Το κράτησε και γεννήθηκε ξέρετε ποιος, ο Τintin. (Βγήκε όπως τον έχουμε όλοι δει, απευθείας δημοσιογράφος με τρενς κόουτ.) Το τρίο προβληματίστηκε. Αίνιγμα η πατρότητα. Μπέκας, Χαντόκ και μητέρα είχαν την ίδια ομάδα αίματος, τεστ DNA δεν υπήρχε, ο Tintin έπινε εξίσου ούζο και ουίσκι, άντεχε τη θάλασσα και του άρεσε το ντετεκτιβιλίκι, κανείς δεν μπορούσε να βρει άκρη. Για να είμαστε ειλικρινείς, δεν τους ένοιαζε κιόλας. Μια χαρά ήταν όλοι. Η ζωή όμως (που τους καρτερούσε –όπως και μια παραδουλεύτρα μάνα) τα ήθελε αλλιώς. Λόγοι προσωπικοί επέβαλαν την επιστροφή του Μπέκα στην πατρίδα, όπου έγινε θρύλος στην μπασκιναρία. Ο Χαντόκ συνέχισε στα καράβια. Το παιδί το κράτησε η μάνα, δεν είχε άλλωστε και πολλά να κάνει. Γεννημένος όπως ήταν ενήλικος, δούλεψε απευθείας σε εφημερίδα. Και τον Χαντόκ τον γνώρισε τυχαία σε μια αποστολή –πριν μάθει την αλήθεια. Τον Μπέκα ποτέ.

 
Χρόνια μετά, σε ένα ταξίδι στην Ιταλία, ο Tintin συνάντησε μια ελληνίδα γκομενάρα που είχε πάει να μάθει τη γλώσσα μήπως σπούδαζε μετά ρεστορασιόν σε ΤΕΙ της Μπολόνια. Ο έρωτας υπήρξε θυελλώδης. Έπεσε σεξ που ενέπνευσε, πολύ αργότερα, το «Διακοπές στη Σαντορίνη» και εξήντα ακόμη κορυφαία ελληνικά πορνό –μόνο που το ορίτζιναλ είχε και αίσθημα. Η κοπέλα ήταν, το καταλάβατε, η κόρη του Μπέκα από τον δεύτερο γάμο. Από κάτι μισόλογά της, ο Μπέκας έβαλε το σπουδαστικό της Ασφάλειας να ερευνήσει, η ταυτότητα του Tintin αποκαλύφθηκε και τα παιδιά έμαθαν αναγκαστικά την αλήθεια.

 
Συντετριμμένοι, χώρισαν. Ο Tintin το πήρε πιο βαριά και αποφάσισε να μονάσει. Να μην παντρευτεί, δηλαδή, γιατί κατά τα λοιπά δεν άφησε κωλόμπαρο αδοκίμαστο –απλώς δεν το διαφήμιζε, εξ ου και δεν το δείχνει το κόμικ. Το γύρισε περισσότερο στις εξιχνιάσεις για να θυμάται τον ένα πιθανό πατέρα του, μετακόμισε στο Μουλενσάρ μαζί με τον δεύτερο. Μόνο σε δυο πράγματα δεν έμοιασε στους πατεράδες. Δεν κάπνιζε, ούτε έπινε. Σνίφαρε κόκα, όπως η μητέρα του.

 
Τον ποδόγυρο, πάντως, δεν τον άφησε ο Tintin. Συνταξιούχος πλέον, είχε έρθει προ ετών στην Αθήνα να δει την οικογένεια της (πιθανής) αδελφής του και τον πιάσανε σε επιχείρηση αρετής σε μαγαζί της Τρούμπας με τέσσερα κορίτσια και δέκα γραμμάρια. Η σύλληψη δεν κατεγράφη καν. Στην Ασφάλεια ήξεραν ότι (ίσως) ήταν γιος του μεγάλου Μπέκα. Τον άφησαν αμέσως. Η κόρη Μπέκα, ελαφρά σιτεμένη αλλά πάντοτε γοητευτική, επιδαψίλευσε ευγνωμονούσα μερικά γρήγορα στον υπαστυνόμο που είχε ηγηθεί στην επιχείρηση. Ο δε Χαντόκ, αγέραστος και ποτήρι χωρίς ταίρι, έστειλε στην Κατεχάκη τρία κιβώτια Loch Lomond. Δύο single malt και ένα single blended.
 Permalink 
« Homefood
Αρχείο
Δημοφιλή
› 
Ο γιατρός μισεί τα σφηνάκια
› 
Strictly verboten
› 
Ευγνώμονες με χρονοκαθυστέρηση
› 
Σύγχρονοι μύθοι
› 
Παγάκια Ανταρκτικής
© ΙΣΤΟΣ 2024
Δημήτρης Καστριώτης
Κατά τον ληξίαρχο, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1961. Οι γονείς του, φιλότιμοι πλην κατ’ αποτέλεσμα άστοργοι, δεν τον προίκισαν αναλόγως, ώστε να αφοσιωθεί απερίσπαστος στο οινόπνευμα, την αξία του οποίου φρόντισαν πάντως να του διδάξουν. Ένεκα η ανάγκη, εργάζεται ως δημοσιογράφος εφημερίδων και δικηγόρος από εικοσιπενταετίας. Αναπόφευκτα, πίνει λιγότερο απ’ όσο θα ήθελε.
« Bloggers