Τρίγωνα και κάλαντα, ξεκούδουνα.
Βρέθηκα την περασμένη εβδομάδα σε ένα Ωδείο, από τα καλύτερα των Αθηνών και της Βαλκανικής γενικότερα. Η καθηγήτρια δεν έκανε ακριβώς μάθημα στους μαθητές προσχολικής ηλικίας, αλλά τους προετοίμαζε για τη Χριστουγεννιάτικη γιορτή του Ωδείου (μου θύμισε λίγο το ένδοξο Πολεμικό Ναυτικό, όπου αντί να μας μάθουνε να πολεμάμε ή έστω να κάνουμε σταυρόκομπους και καντηλίτσες, η προπαίδευση ήταν ουσιαστικά μια προπόνηση για την παρέλαση της ορκομωσίας). Το τραγούδι που τους δίδαξε, φυσικά, ήταν το παραδοσιακό κάλαντο της χώρας μας με τίτλο
«Τρίγωνα, Κάλαντα».
Τον κακό της τον καιρό, κι αυτηνής και του Ωδείου!
Αυτή η Αμερικανιά που περιγράφει μια βόλτα με το έλκηθρο (επι του οποίου είναι κρεμασμένα κουδουνάκια) ξεκίνησε τον 19ο αιώνα ως τραγούδι για το Thanksgiving κι έγινε γνωστή ως
«Jingle Bells». Με την επικράτηση της αμερικανικής κουλτούρας μεταφέρθηκε και προσαρμόστηκε σε άλλες γλώσσες, της ελληνικής συμπεριλαμβανομένης (όχι, θα χάναμε!).
Δεν γνωρίζω ποιος είναι ο στιχουργός που έκανε την καθ' μάς προσαρμογή, κι αν εισπράττει δικαιώματα από την ΑΕΠΙ για το Έργο του. Γνωρίζω όμως ότι το άσμα μιλάει ελληνιστί για
Τρίγωνα, που είναι μουσικό όργανο εντελώς διαφορετικό από τα
Bells (Κουδουνάκια).
Ας πούμε ότι δεν είναι τόσο γλοιώδης η προσπάθεια του Ωδείου (και του Σχολείου, να μην ξεχνιόμαστε) να γίνει αρεστό στα παιδιά με εύπεπτα και γυαλιστερά πολιτισμικά προϊόντα, σε βάριος της εγχώριας παράδοσης. Το Ωδείο τουλάχιστον θα έπρεπε να γνωρίζει τη διαφορά των δύο οργάνων και να μη μοιράζει στα παιδιά κουδουνάκια για να συνοδεύσουν ένα τραγούδι που μιλάει για τρίγωνα...
Κοίταζα τα παιδιά στον πίνακα του Λύτρα για τα κάλαντα (1873), και τα όργανα που έχουν. (Ἐνα παιδί δεν είναι καν λευκό.) Διάβασα στίχους από ελληνικά κάλαντα σε πολλές σελίδες, έντυπες και ηλεκτρονικές. Άκουσα ρωμέικα κάλαντα σε πολλές ηχογραφήσεις, παλιές και σύγχρονες, εξωτερικές και σε στούντιο (ευχαριστώ, Δόμνα Σαμίου). Κατέληξα ότι όντως είμαστε φοβερός λαός κι ωραίοι τύποι. Όμως, κάπου στη μετάβαση από τη δημοτική παράδοση στην αστική, χάσαμε το μπούσουλα και θελήσαμε να γίνουμε υπεραστικοί, ή πάντως υπερπόντιοι. Γιατί να περιφρονούμε την δική μας παράδοση (για την οποία υποτίθεται ότι είμαστε περήφανοι και θα δίναμε μάχη), γιατί να μην είμαστε οι αριστοκράτες του πνεύματος και του πολιτισμού και να θέλουμε να γίνουμε οι επαρχιώτες της Μασαχουσέτης;
ΥΓ. Ψάχνοντας στο Google για την εικονογράφηση του ποστακίου τούτου, στη λέξη «κάλαντα» μου βγήκαν πάρα πολλές φωτογραφίες γυναικών. Η μηχανή (αναζήτησης) είχε μεταφράσει αυτομάτως τη λέξη σε «carol», που είναι και γυναικείο κύριο όνομα... Όταν δε έψαξα το «τρίγωνα», η τρίτη φωτογραφία που μου έβγαλε ήταν αυτή:
Βρε άι...
άι αμ ντρίμινγκ οβ ε γουάιτ Κρίστμας...