Πέρασα σήμερα το πρωί, ανήμερα Καθαρά Δευτέρα, από την οδό της Αθηνάς. Προορισμός μου δεν ήταν η Βαρβάκειος και τα άθλια θαλασσινά της (είχα κάνει από πολλού τα κουμάντα μου), αλλά τα δύο πρατήρια άρτου στην Αθηνάς. Το ένα φέρνει ψωμί από την ανατολική Αττική, το άλλο από την Εύβοια. Ήθελα να δω τι σόι λαγάνες φέρανε φέτος...
Στο πρώτο, η υπάλληλος, αν και νεαρά, συμφώνησε ότι δε
ν βρίσκουμε πια τις λαγάνες που ξέραμε. Η δική της πάντως, τηρουμένων των αναλογιών, ήταν η καλύτερη που έχω φάει τα τελευταία χρόνια. Καλύτερη κι από αυτήν που
είχα προσπαθήσει να φτιάξω μόνος μου...
Στο δεύτερο, ο μεσήλιξ υπάλληλος τα είχε βάλει με το σουσάμι, που ήτανε παντού. Τις καθημερινές το ψωμί του δεν έχει σουσάμι, αλλά σήμερα του έφτανε ως τους αστραγάλους. «Να πείτε τότε στο φούρνο να τις κάνει χωρίς σουσάμι του χρόνου», του είπα. «Κανονικά, οι λαγάνες δεν έχουν σουσάμι». Με κοίταξε και χαμογέλασε. «Είστε ο τρίτος που μου το λέει σήμερα», είπε.
Μπρε, λες να σπάσει ο διάολος το ποδάρι του και να δημιουργηθεί ένα κίνημα για την αποκατάσταση της λαγάνας; Να μαζευτούμε σαρακοστιανοί αχτιβιστές και να αναγκάσουμε τους φούρνους να κάνουνε λαγάνα με τον παραδοσιακό τρόπο; Λες να καταλάβουμε ότι είναι κρίμα να σπαταλιέται και να πετιέται τόσο σουσάμι;
Μπαααα...