Αυτές τις μέρες περπάτησα πολύ σε διάφορες πόλεις και πλατείες δρόμους και μέρη. Αλλού τράβηξα φωτογραφίες με το κινητό κι αλλού όχι.
Το μήνυμα πάντως, στο βαθμό που υπήρχε κάτι τέτοιο, ήταν σαφές: όσο και να καταστρέψουμε, όσο και να κάψουμε, όσο και να πεθάνουμε, η φύση θα ξαναγεννηθεί. Άνοιξη είναι.
Αυτό φαίνεται και στην ύπαιθρο, αλλά και στη λαϊκή αγορά, όπου φτάνουνε τα αγαθά της υπαίθρου κι έγινε καταπράσινη η Καλλιδρομίου.
Στην πόλη πάλι, η εικόνα είναι διαφορετική.
Στην Πλατεία Καρύτση της Αθήνας (αριστερά), υπάρχουν κάποιοι πιο ξύπνιοι από τους άλλους. Στην Πλατεία Αριστοτέλους της Θεσσαλονίκης (δεξιά) είχα μια μαγική εικόνα στις ἐξι το πρωί, όταν όλα ήταν σκοτεινά και βροχερά και η μόνη ανάσα ήταν από το ολόφωτο μαγαζί του Τερκενλή στη γωνία με την Τσιμισκή. Φωτογραφία δεν έβγαλα, γιατί η ελπίδα δεν αποτυπώνεται και η μυρωδιά δεν μεταφέρεται.
Στην άλλη γωνία πάλι, Σταδίου και Λαδά, η μυρωδιά του καμμένου είναι ακόμα έντονη. Μια φούξια ομπρέλα σπάει τη μουντάδα, αλλά το κουφάρι στέκει όρθιο κι αδειανό, και παραδίπλα είναι το άλλο κουφάρι της Marfin όπου χαθήκανε οι ψυχές. Τα καταστήματα μετακομίσανε, και το μπακάλικο του Βασιλόπουλου έστριψε τη γωνία για να στεγαστεί στην Παπαρρηγοπούλου. Έχω την εντύπωση ότι στη σοφίτα της γωνίας είχε κάνει νέος ο Τσαρούχης σπίτι και ατελιέ, μπορεί να κάνω λάθος. Αναρωτιέμαι αν αυτά έχουν πια σημασία σε μια πόλη δίχως μνήμη, με κατοίκους δίχως μνήμη. Ή μήπως υπερβάλλω; Στο περίπτερο έξω από το «Αττικόν» κάποιος έγραψε κάτι, και κάποιος άλλος του απάντησε. Δεν έχουμε πεθάνει όλοι ακόμα.