«Η Γυάρος μετατρέπεται σε Αιολικό Πάρκο«, μας πληροφορεί σήμερα ο ποιητής και βουλευτής
Τάσος Κουράκης και η αρχαιολόγος
Όλγα Καρούτα από την
Αυγή. Αυτοί το θεωρούν
κακό. Εγώ πάλι, το θεωρώ
καλό.
Δεν υπάρχει κανένας λόγος να διατηρείται κάτι παρατημένο και ληγμένο, μόνο και μόνο για να διαιωνίζει την πόλωση, τον πόνο και το εμφύλιο μίσος. Χίλιες φορές να καθαριστεί η όποια συλλογική μνήμη του τόπου αυτού, με την αξιοποίηση μέρους του ως τόπου παραγωγής καθαρής ενέργειας. Ακόμα καλύτερα θα ήταν να ξαναζήσει το μέρος με τρόπο μη κερδοσκοπικό και κοινωφελή - μια δημόσια επιχείρηση με φωτοβολταϊκά, φυτώρια ή ο,τιδήποτε άλλο θα μπορούσε να στεριώσει εκεί. Αλλά να στεριώνει το κακό, να το προστατεύουμε και να καταδικάζεται ο τόπος σε αέναο μαρασμό, όχι.
«Ο αποχαρακτηρισμός του νησιού από προστατευμένος ιστορικός τόπος και η παράδοσή του στα επιχειρηματικά συμφέροντα αποτελεί βάναυση κακοποίηση της συλλογικής μνήμης του ελληνικού λαού και προσβολή των χιλιάδων αγωνιστών που βασανίστηκαν στον μαρτυρικό τόπο», λέει το άρθρο (κι ας μην πρόκειται για αποχαρακτηρισμό όλου του νησιού:
«Σε ψήφισμά του ο Δήμος Σύρου, στον οποίο ανήκει διοικητικά η Γυάρος, ενέκρινε κατά πλειοψηφία τον αποχαρακτηρισμό και την αναοριοθέτηση του ιστορικού τόπου στη νήσο Γυάρο υπογραμμίζοντας ότι κάτι τέτοιο θα ήταν ιδιαίτερα σημαντικό τόσο για τη χώρα όσο και για την καλύτερη προστασία των μνημείων της Γυάρου»).
Αλλά για ποια «συλλογική μνήμη του ελληνικού λαού» μιλάμε, όταν το κρατητήριο της Γκεστάπο στην Αθήνα έγινε Hondos Center και δεν ίδρωσε
κανενός το αυτί, με
εξαίρεση μία άλλη
εφημερίδα και κάποιους γραφικούς τύπους σαν τον
γράφοντα; Θα μου πείτε, αν η Γκεσταπίτες ήταν έλληνες, μπορεί και να θέλαμε να θυμόμασταν. Φαίνεται ότι τους ξένους βασανιστές - εκτελεστές τους ξεχνάμε εύκολα, αλλά τους δικούς μας – α, όλα κι όλα, αυτούς θέλουμε να τους θυμόμαστε. Local lads.