Ωραία συμπεριφορά!
17.7.2008 
΄Ηταν πιεσμένη, μου είχε πει. Πάρα πολύ. Η ψυχανάλυση δεν είχε περάσει από το μυαλό της, ως τη στιγμή που συνάντησε τυχαία στον δρόμο την παλιά μας συμμαθήτρια, την Ελένη. Η οποία (στα 41 της), έπειτα από τέσσερα τραυματικά διαζύγια, δύο απόπειρες αυτοκτονίας (από εκείνες που είναι προγραμματισμένες να μην πετύχουν) και τον θάνατο του γάτου της («από ερωτική απογοήτευση» είπε), και ενώ, πλέον, «ψυχολογικά δεν γινόταν να φτάσω πιο χαμηλά», βρήκε τη γιατρειά της, όπως ισχυρίστηκε, στον καναπέ (πολυθρόνα, για την ακρίβεια) του Τάδε Ταδόπουλου – ιατρού (;) εκ του προχείρου. Επισκέφτηκε και η φίλη μου τον Τάδε Ταδόπουλο. ΄Ενα εξάμηνο αφότου είχε αρχίσει τη θεραπεία, έπεσα επάνω της καθώς έψαχνα για σπαστή οδοντόβουρτσα στα Hondos. Εκείνη προσπαθούσε να βρει κερωμένο νήμα με γεύση μέντας. «Βάζω τα πράγματα σε τάξη» μου είπε κοιτώντας με μάτια που γυάλιζαν α λα Κυριάκος Μητσοτάκης. «Τακτοποιώ εκκρεμότητες δεκαετιών» πρόσθεσε κουνώντας περίεργα, σχεδόν ανατριχιαστικά, τα φρύδια της. «Ελπίζω να μην περιλαμβάνομαι και εγώ στις εκκρεμότητές της» σκέφτηκα και απομακρύνθηκα σκιαγμένος, αφήνοντας την αναζήτηση της σπαστής οδοντόβουρτσας για κάποια άλλη μέρα.
 
Και να, που προχθές, όταν ξαναπήγα στα Hondos, αυτή τη φορά για να αγοράσω κρέμα ξυρίσματος με Αloe Vera που κάνει διάφορα μαγικά (λένε...) και ξυραφάκια με τετραπλή λεπίδα, ώστε να κόβομαι ακόμη πιο εύκολα, έπεσα εκ νέου επάνω της – να υποθέσω ότι έχει ένα θέμα με το εν λόγω μαγαζί; Αυτή τη φορά δεν ήταν μόνο το βλέμμα της που με τρόμαξε αλλά και η γενικότερη σκληρότητα που είχε εγκατασταθεί στο πρόσωπό της. Πώς είναι η Κοντολίζα Ράις όταν κάποιος της λέει ότι, επιτέλους, είναι και οι Παλαιστίνιοι άνθρωποι; ΄Ιδια ! Οι ψυχοθεραπείες συνεχίζονταν κανονικά, όπως μου είπε, «αλλά εγώ είμαι πάρα πολύ καλά. Τα έχω βάλει όλα σε τάξη. Διαβάζω πολύ ψυχολογία. Είμαι ένας άλλος άνθρωπος. Ξέχνα τη Μαρία που ήξερες! Που της μιλούσες και κοκκίνιζε. ΄Εχω αποκτήσει ένα θάρρος και μια αυτοπεποίθηση που δεν τα είχα ποτέ. Εσύ, όμως, τι κάνεις; Χάλια σε βλέπω. Δεν σε έχω δει πιο κομμένο και κακοντυμένο. ΄Ασε που δεν σου πάνε καθόλου τα πράσινα, μην τα ξαναφορέσεις. Σε παχαίνουν. ΄Η πάχυνες στ' αλήθεια; Πάχυνες! Θυμάσαι τον Τάκη; Από πάχος πήγε!».΄Εφυγα χωρίς να έχω κάνει τη δουλειά μου. Τρέχοντας στις σκάλες, ώστε να απομακρυνθώ όσο πιο γρήγορα γινόταν από αυτό το αγενές και δυσοίωνο πλάσμα.΄Εχοντας στο μυαλό μου μια ατάκα που πέταξε την ώρα που με «στόλιζε»: «Ο γιατρός μου με συμβούλεψε να τα βγάζω όλα από μέσα μου και αυτό κάνω και θα κάνω». Τα δικά σου σου είπε να βγάζεις, χρυσή μου, όχι να πιάνεις γνωστούς και φίλους και να τους κάνεις ρετάλια!
 
Το είχα, βεβαίως, ξαναδεί το έργο. ΄Εχουν υιοθετήσει και άλλοι φίλοι και φίλες αυτή την προχωρημένη συμπεριφορά, η οποία είναι, ως φαίνεται, της μοδός: «Εκτονωθείτε! Μην κρατάτε μέσα σας αυτά που σας πιέζουν, σας στενοχωρούν ή σας ενοχλούν. Μιλήστε ευθαρσώς και πείτε αυτό ακριβώς που αισθάνεστε και νιώθετε». Το λένε οι τηλε-ψυχολόγοι και οι τηλε-αστρολόγοι, το λένε τα περιοδικά, το λένε οι άσχετοι, το διάβασα και σε βιβλία του στυλ «Ζήσε και κάνε τους άλλους να σκάσουν», «Εκατό τρόποι να ξανακερδίσετε τη χαρά της ζωής και να τρελάνετε τους δικούς σας», «Ευτυχισμένη και μόνη, επιτέλους!». Ευτυχισμένος και εσύ, πηγαίνεις με όλη σου την καρδιά δώρο στην Ελπίδα μια μαντίλα, που είσαι σίγουρος ότι δεν θα την ξαναβγάλει από πάνω της, και με το που τη βλέπει σου πετάει ένα περιποιημένο «άπαπα, δεν μου αρέσει καθόλου το χρώμα. Ούτε οι μαντίλες με κρόσσια μου αρέσουν! Μα δεν μου λες; Πώς σου ήρθε να μου πάρεις μαντίλα;». Μου ήρθε! Ευχαρίστησέ με, υποκρίσου ότι σου άρεσε, βγάλε τον σκασμό και την επομένη πήγαινε αθόρυβα και διακριτικά να την αλλάξεις.
 
Μετά καλείς για φαγητό τον Τζώρτζη και, ενώ του βγάζεις τα αγαπημένα του (έτσι νόμιζες) γεμιστά, σε κοιτάζει με μια έκφραση ανάμεσα σε απόγνωση και βδελυγμία και σου λέει «προτιμώ να μη φάω επειδή δεν μου αρέσουν όπως τα κάνεις». Από πότε; «Από πάντα, δεν στο έλεγα, όμως, για να μη σε στενοχωρήσω». Ενώ τώρα; Τώρα είχε αποφασίσει να λέει την αλήθεια, να μην κρατάει μέσα του τίποτε. Δηλαδή εγώ που, τις προάλλες, για να μη στενοχωρήσω κάτι γνωστούς, κατάπια αμάσητες τις σιχαμερές γαρίδες που έβαλαν μπροστά μου για να με ευχαριστήσουν, αγνοώντας ότι δεν τρώω τα θαλασσινά, δεν έχω ελπίδα... θεραπείας; Θέλω να ελπίζω, τουλάχιστον ότι έχω τρόπους.
 
Ενώ οι φίλοι μου; Η Ελπίδα; Ο Τζώρτζης; Η Ρένα που, όταν την κάλεσα στην Τήνο, μου απάντησε νέτα-σκέτα «προτιμώ να πάω σε κάτι φίλους στην Ανάφη, γιατί βαριέμαι την παρέα που μαζεύεις»; Μα είναι και δική σου παρέα αν δεν απατώμαι, εδώ και δεκαετίες. «Ε... τώρα τελευταία σας ψιλοβαριέμαι όλους μαζί. Περνώ φάση. Πειράζει;». Τώρα τελευταία, λέω και εγώ με τη σειρά μου, κάτι φίλοι που «περνούν φάση» και προσπαθούν να βρουν τον χαμένο εαυτό τους μέσα από περίεργες θεραπείες ή ακολουθώντας ύποπτες συμβουλές που κυκλοφορούν αδέσποτες («Πείτε τους την αλήθεια, δεν υπάρχει κανένας λόγος να ανέχεστε πράγματα που δεν σας αρέσουν», «Μην κρατάτε τίποτε μέσα σας», «Πετάξτε το ψέμα από το παράθυρο» κτλ.), έχουν γίνει πολύ μεγάλα γαϊδούρια. Και, αν δεν τους το λέω κατάμουτρα, είναι επειδή επιμένω να τηρώ τα προσχήματα και να κρατάω μέσα μου αυτά που ξέρω ότι θα στενοχωρήσουν τον άλλο – αν και θα τους άξιζε... «Τα κατά συνθήκη ψεύδη δεν είναι ψεύδη, ενίοτε είναι καλοί τρόποι» είχε πει κάποτε η θεία Ιουλία και το κράτησα και αυτό. Εξακολουθώ, λοιπόν, να προτιμώ ένα «ααα! Δεν το πιστεύω! Τι ωραίος πολυγδάρτης αγγουριών είναι αυτός που μου έφερες;» από ένα «καλά, με έχεις δει ποτέ να γδέρνω αγγούρια ώστε να μου πάρεις τέτοιο άχρηστο δώρο; Τρελάθηκες;». Μπορεί και να τρελάθηκα, αλλά δεν θέλω να μου το λέτε κατάμουτρα. Και αν θέλετε να... το βγάλετε από μέσα σας, μην το φορτώνετε στην καμπούρα μου. Εν κατακλείδι, Ελπίδα μου, (ανέλπιδη) αν αποφάσισες «εγώ το ψέμα δεν το θέλω», εμένα να μου επιτρέψεις να προτιμώ ένα ανώδυνο ψέμα από την οδυνηρή γαϊδουριά που έχει εσχάτως πλήξει (σαν επιδημία) γνωστούς και αγνώστους.
 
 
ΥΓ.: Τζώρτζη, τα γεμιστά μου είναι άπαιχτα. Εσύ δεν ξέρεις να φας.
 Permalink 
« Homefood
Αρχείο
Δημοφιλή
› 
Όλα της πόλης δύσκολα
› 
Μια μαμά σαν την Πέιλιν
› 
Το δώρο της εποχής
› 
Τα χρόνια των ανθρώπων
› 
Από το «Ποσειδώνιο» στο Σαν Ρέμο
© ΙΣΤΟΣ 2024
Κοσμάς Βίδος
Ο Κοσμάς Βίδος γράφει και (όποτε μπορεί) ταξιδεύει.
« Bloggers