Ο αφιλόξενος Ηνίοχος
14.4.2011 
Ο καιρός ήταν υπέροχος, το ίδιο και η διάθεσή μας. Γύρω μας άνοιξη οργιαστική, πολύχρωμη και εύοσμη, και η παρέα μας σε μεγάλα κέφια.
 
Ήταν Παρασκευή, 25η Μαρτίου, και η ιστορία μας - περί τραγικωμωδίας πρόκειται - ξεκινάει στην είσοδο του Μουσείου των Δελφών, όπου είχαμε φτάσει στις 2.00 το μεσημέρι. Εμείς και πολλοί άλλοι: Έλληνες με τα ΙΧ τους και αλλοδαποί με τα πούλμαν. Κατά την είσοδό μας η υπάλληλος που στεκόταν στην πόρτα αντικατέστησε το <<καλησπέρα σας>> με ένα κοφτό, συνοφρυωμένο, αγενές <<στις 3.00 κλείνουμε>>. Το οποίο επανέλαβε εις άπταιστον αγγλικήν για το γκρουπάκι των ηλικιωμένων τουριστών που έρχονταν πίσω μας. <<What?>> ρώτησε ο αιφνιδιασμένος Εγγλέζος. <<We close at three>> τόνισε εκείνη με την ίδια μονότονη φωνή, αλλά και με τον εκνευρισμό της να γίνεται εντονότερος. Αρχίσαμε να τρέχουμε ανάμεσα στα αγάλματα ώστε να προφτάσουμε, να περάσουμε και από τον αρχαιολογικό χώρο πριν από τη φοβερή τρίτη μεσημβρινή, οπότε ο <<ομφαλός της Γης>> θα κατέβαζε ρολά. Μπορείς όταν είσαι στην τσίτα να απολαύσεις τα εξαιρετικά εκθέματα; Δεν μπορείς. Όπως κι αν έχει, την κάναμε την (αγχωμένη) γύρα μας, βγάλαμε κάτι κουνημένες φωτογραφίες και αρχίσαμε να ανηφορίζουμε προς το θέατρο. <<Γρήγορα, γιατί στις 3.00 κλείνουμε!>>. Ανοίξαμε βήμα. Το ίδιο και οι άλλοι επισκέπτες, μερικοί εκ των οποίων είχαν έρθει από την άλλη άκρη του κόσμου για να γνωρίσουν τροχάδην το θαύμα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού - του αρχαίου, γιατί ο νέος... Κατακόκκινοι από την προσπάθεια, βαριανασαίναμε και αγκομαχούσαμε πάνω στον πολυκαιρισμένο, γλιστερό, μαρμαροστρωμένο δρόμο. Μερικοί εγκατέλειψαν γρήγορα: <<Θα σας περιμένω εδώ, δεν μπορώ να τρέχω έτσι. Θα μου πείτε εσείς πώς ήταν...>>. Οι φύλακες επέμεναν: <<Βιαστείτε, στις 3.00 κλείνουμε!>>. Ορισμένοι εξ αυτών, για να γίνουν πιο κατανοητοί, επιστράτευσαν τις σφυρίχτρες που είχαν κρεμασμένες στον λαιμό τους. Ήταν εμφανές: αν μπορούσαν να βάλουν τον Ηνίοχο να μας μαστιγώνει με το καμτσίκι του, για να επισπεύσουμε και να τους αδειάσουμε τη γωνιά μια ώρα αρχύτερα, θα το έκαναν.
 
Εμείς όμως, ήμασταν αγωνιστές και, παρά τις δυσχερέστατες συνθήκες, δεν το βάλαμε κάτω. Μπορεί να φτάσαμε στο θέατρο κάθιδροι, χωρίς αέρα στα πνευμόνια μας, κυνηγημένοι από τους σφυριχτράκηδες, αλλά φτάσαμε! Και εκεί σταματήσαμε. Δεν υπήρχε περίπτωση να συνεχίσουμε προς το στάδιο. Δεν είχαμε αντοχές. Που και να είχαμε... Όπως μας πληροφόρησαν, ήταν ήδη κλειστό: <<Βάζει λουκέτο>> μισή ώρα πριν από τον υπόλοιπο αρχαιολογικό χώρο, επειδή είναι απομακρυσμένο. <<Πάλι καλά που προφτάσαμε να δούμε κάτι...>> είπαμε και προς στιγμή νιώσαμε τυχεροί. Σε αντίθεση με όσους κατέφθαναν στις τρεις παρά κάτι, για να πληροφορηθούν ότι τσάμπα έκαναν τόσο δρόμο, αφού δεν επιτρεπόταν η είσοδος. Εμείς, λοιπόν, οι τυχεροί, αρχίσαμε τώρα να κατεβαίνουμε.
 
Καλπάζοντας και πάλι, κουτρουβαλώντας. Με τις σφυρίχτρες να αντηχούν σε όλη την πλαγιά - κάπως έτσι πρέπει να κατεύθυναν οι Γερμανοί τα κοπάδια των εβραίων στο Αουσβιτς - με τα <<βιαστείτε!>> να μας καταδιώκουν. Για να ακούσουμε, λίγο πριν από την έξοδό μας, μία εκ των υπαλλήλων να τα δίνει όλα, μιλώντας φωναχτά στο γουόκι τόκι της, και αδιαφορώντας που την ακούγαμε όλοι οι γνωρίζοντες ελληνικά: <<Ανεβαίνουν και άλλοι; Κλείσαμε, πες τους! Στείλ' τους κάτω! Κάτω! Αλλά..., αλλά δεν φταίει κανείς, το υπουργείο φταίει και το σωματείο μας που δέχτηκε να είμαστε ανοιχτοί τέτοια μέρα!>>. Εντάξει, το είχαμε καταλάβει: ήμασταν ανεπιθύμητοι. Με αυτήν την αίσθηση περιηγηθήκαμε (που λέει ο λόγος) στον χώρο, με αυτήν φύγαμε. Και με μια αίσθηση ντροπής για την αφιλόξενη εικόνα που δείχναμε στους ξένους· σε εκείνους που μας τιμούσαν με την επίσκεψή τους. Αν αυτή είναι η τουριστική ανάπτυξη στην οποία επενδύουμε - ειδικά τώρα που έχουμε ανάγκη περισσότερο από κάθε άλλη φορά τα ευρουλάκια, τα δολαριάκια και τις στερλίνες των επισκεπτών μας - μπορώ να διαβεβαιώσω τους κυρίους του υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού ότι το παιχνίδι είναι χαμένο από χέρι. Δεν χρειάζεται να είσαι η εκ Δελφών Πυθία για να το γνωρίζεις.
 
ΥΓ 1.: Ως γνωστόν, οι Δελφοί ενδείκνυνται για ημερήσια εκδρομή από την Αθήνα. Με ποια λογική, λοιπόν, το μουσείο και ο αρχαιολογικός χώρος λειτουργούν από τις 8.30 ως τις 2.45; Το 10.00 με 5.00 δεν είναι πιο λογικό; ΄Η μήπως το θέμα είναι να εξυπηρετηθούν οι υπάλληλοι που ζουν στην περιοχή, και όχι οι επισκέπτες που έρχονται από μακριά;
 
ΥΓ 2.: Πάνω από τα κεφάλια μας, κάτι τολμηροί τύποι με τη βοήθεια των φτερών του <<παραπέντε>> απολάμβαναν το τοπίο σε όλο το μεγαλείο του.
 
Τους ζήλεψα, γιατί εκείνους δεν μπορούσε να τους διώξει κανένας. Να θυμηθώ να αρχίσω και εγώ μαθήματα, ώστε να μπορώ να απολαμβάνω τους αρχαιολογικούς χώρους αφ' υψηλού. Πιο... αφ' υψηλού από τους αφ' υψηλού φύλακές τους.
 Permalink 
« Homefood
Αρχείο
Δημοφιλή
› 
Τα ταξίδια των ανθρώπων
› 
Εκεί… ψηλά στον Παρνασσό
› 
Από το «Ποσειδώνιο» στο Σαν Ρέμο
› 
Τα φυτά που μιλάνε
› 
Όλα της πόλης δύσκολα
© ΙΣΤΟΣ 2024
Κοσμάς Βίδος
Ο Κοσμάς Βίδος γράφει και (όποτε μπορεί) ταξιδεύει.
« Bloggers