Λευτεριά στη σκλαβωμένη Λυρική!
12.2.2009 
Την είδαμε και αυτή τη γελοιότητα. Την κατάληψη της Εθνικής Λυρικής Σκηνής «από ομάδα νεαρών καλλιτεχνών που στο παρελθόν είχε αναπτύξει ανάλογη ακτιβιστική δράση, διακόπτοντας πολλές παραστάσεις αθηναϊκών θεάτρων», όπως διάβασα στην εφημερίδα. Η οποία κατάληψη πραγματοποιήθηκε «σε ένδειξη συμπαράστασης στην Κωνσταντίνα Κούνεβα και στους συλληφθέντες κατά τα επεισόδια του Δεκεμβρίου». Γιατί να πληρώνουν ο Βέρντι και ο Πουτσίνι τα σπασμένα για την άμοιρη τη συνδικαλίστρια (που έπεσε θύμα επίθεσης με βιτριόλι) ή για τη δολοφονία του άτυχου μαθητή; Γιατί κάπως πρέπει να... στείλουν το μήνυμα στο κράτος. Μήπως το στέλνουν με λάθος τρόπο; Μήπως στέλνουν λάθος μήνυμα; Μήπως το μόνο που καταφέρνουν με τέτοιου είδους αντιδράσεις είναι να αποδυναμώνουν, ακόμη και να ευτελίζουν τον ίδιο τους τον αγώνα; ΄Οσοι από εκείνους που έχουν καταλάβει για τι αγωνίζονται, γιατί δεν είμαι σίγουρος ότι έχουν όλοι επίγνωση...
 
 
Μπορώ και εγώ να διαμαρτυρηθώ για οτιδήποτε με ενοχλεί, με πολλούς και ευφάνταστους τρόπους: όταν ο μπακάλης μού δίνει ληγμένο γάλα, να πηγαίνω και να σπάω το ραφείο της κυρίας Κούλας που ούτε καν γνωρίζει κατά πού πέφτει το μπακάλικο που με εξόργισε. ΄Οταν η κυρία Κούλα με κλέβει, ζητώντας μου 30 ευρώ για να μου κοντύνει δύο τζιν, να γράφω στον φρεσκοβαμμένο τοίχο του σπιτιού του κυρίου Αναξαγόρα «αφεντικό ετοιμάσου, έρχεται η σειρά σου, στήνουμε την κρεμάλα, για σε και τα παιδιά σου!». Και όταν, Κυριακή μεσημέρι η κόρη του κυρίου Αναξαγόρα ακούει στη διαπασών Κουρκούλη και δεν με αφήνει να κοιμηθώ, να σταματάω να ψωνίζω από το οπωροπωλείο του κυρίου Ανέστη που βρίσκεται τρεις δρόμους παρακάτω. ΄Ετσι, για να αντιδράσω, και ας μη μου έχει φταίξει σε τίποτε ο κύριος Ανέστης – μου έχει πασάρει δύο-τρεις φορές κατσιασμένο μαϊντανό, αλλά μικρό το κακό. ΄Οπως μπορώ, όταν η Εφορία με κατακλέβει, να κάνω κατάληψη στο γειτονικό θέατρο «Λαμπέτη» όπου παίζεται το «Συμπέθεροι απ' τα Τίρανα» επειδή είμαι κατά του γάμου!
 
 
Παρακολουθούσα όλο αυτό τον καιρό την ιστορία με τις ομάδες που έμπαιναν στα θέατρα και διέκοπταν, ακόμη και σταματούσαν, τις παραστάσεις. ΄Οπως επίσης και τη διαμάχη που ξέσπασε στις σελίδες των εφημερίδων, με αφορμή τις πράξεις τους, ανάμεσα σε δημοσιογράφους και σε πνευματικούς ανθρώπους, άλλοι εκ των οποίων υποστήριζαν αυτό τον τρόπο αντίδρασης και άλλοι τον αμφισβητούσαν. Ως πολίτης που ζει και αντλεί τα ερεθίσματά του από αυτή την αποτρόπαια πόλη, θα συμφωνήσω με τους δεύτερους. Για πολλούς και διάφορους λόγους. Κυρίως γιατί δεν καταλαβαίνω πώς μπορείς να καταγγέλλεις το απολυταρχικό κράτος χρησιμοποιώντας ακραίες μεθόδους. Διακόπτοντας με το έτσι θέλω μια παράσταση, για την οποία κάποιοι άνθρωποι έχουν πληρώσει και προσβάλλοντάς τους χωρίς να γνωρίζεις ποιοι είναι, τι πιστεύουν, τι αγώνες έχουν κάνει στη ζωή τους και πόσο συνεχίζουν να αγωνίζονται, με ένα εντυπωσιακό μεν αλλά και εκκωφαντικά υπερφίαλο «αφού έχετε απενεργοποιήσει τα κινητά σας, ενεργοποιήστε τη συνείδησή σας». Ποιοι είναι αυτοί που προαποφάσισαν ότι έχουμε απενεργοποιήσει τις συνειδήσεις μας; Παιδιά που μπορεί ακόμη και να παρεκτραπούν από την ορμή της νεότητάς τους; Μακάρι να ήταν τόσο απλά, αγνά και αφελή τα πράγματα, δεν είναι όμως, κατά την ταπεινή μου άποψη...
 
 
Και φτάσαμε ξαφνικά η αντίδραση απέναντι σε ένα κράτος αδιάφορο και κακό να εκδηλώνεται με τη διακοπή θεατρικών παραστάσεων και με την κατάληψη της ΕΛΣ. Εκεί μέσα, στο θέατρο «Ολύμπια», θεωρήθηκε ως φαίνεται ότι κατοικοεδρεύουν οι... ναρκωμένες και σαθρές συνειδήσεις που ευθύνονται για τη γενική κατάντια. Ενώ στις καφετέριες, σε αυτούς τους συνήθως κακόγουστα και πληκτικά διακοσμημένους χώρους όπου καθόμαστε σαν απολιθώματα, με το κινητό στο ένα χέρι και τη φραπεδιά στο άλλο, ατενίζοντας με τα μάτια της φαντασίας μας το νεοελληνικό μεγαλείο μας... Κανένας δεν σκέφτηκε να προχωρήσει στη συμβολική κατάληψη μιας κεντρικής καφετέριας, από εκείνες που χρεώνουν πέντε ευρώ το κεφάλι με το καλημέρα σας και που σερβίρουν μαυροζούμι για εσπρέσο. Γιατί εκεί βρίσκονται τα θεμέλια της νέας Ελλάδας; (Οπότε, περιμένετε την κατάρρευση του οικοδομήματος με τα επόμενα Ρίχτερ...) Γιατί η καφετέρια είναι πιο αντιπροσωπευτικός χώρος της αισθητικής και της ιδεολογίας του Νεοέλληνα; Γιατί όλη η χώρα μας, μια καφετέρια;
 
 
Ενώ η Λυρική; Η ψωρολυρική μας, για την ακρίβεια, με το κράτος να της γυρίζει την πλάτη επί σειρά ετών, και με το αδιάφορο σε μεγάλο αριθμό κοινό να τη σνομπάρει (από βαθιά άγνοια;), τι εκπροσωπεί ώστε να βρίσκεται ξαφνικά υπό κατάληψη; Πέραν της μουσικής αμορφωσιάς μας, τίποτε. Γι' αυτόν τον λόγο και με την ανούσια κατάληψή της – ήταν, βλέπετε, εύκολος στόχος – ελάχιστα, ως καθόλου ασχολήθηκαν Τύπος και τηλεόραση. ΄Επρεπε οι... επαναστάτες που κλείστηκαν στα γραφεία της (οι περισσότεροι εκ των οποίων αμφιβάλλω αν είχαν παρακολουθήσει ποτέ παραγωγή της) να είχαν καταλάβει κανένα σκυλάδικο από εκείνα όπου συχνάζει κάθε βράδυ η μισή (και βάλε) χώρα, αν ήθελαν να ακουστεί η φωνή τους. Εκεί μεγαλουργεί και το Κεφάλαιο στο οποίο θέλουν να επιτεθούν. Δεν το σκέφτηκαν. Γιατί; Μήπως επειδή τα ξενυχτάδικα είναι και ο δικός τους κόσμος; Τον οποίο δεν έχουν κανέναν λόγο να στοχοποιήσουν;
 
 
Την υποκουλτούρα όμως πρέπει να στοχοποιήσουν, να στιγματίσουν, να καταδείξουν, να καταγγείλουν οι οργισμένοι (ή μη) νέοι των ημερών, όχι την κουλτούρα. Η πρώτη ευθύνεται για τις εκπτώσεις, η δεύτερη μπορεί ακόμη να μας δείξει έναν δρόμο διαφυγής. Αν και κάτι τέτοια δεν φαίνεται να είμαστε σε θέση να τα καταλάβουμε. Επειδή η υποκουλτούρα μάς έχει διαποτίσει όλους και δεν μπορούμε να έχουμε σωστό και ασφαλές κριτήριο. ΄Οσο για το «σκατά στους κουλτουριάρηδες» που γράφτηκε στον τοίχο του Εθνικού ήταν τόσο άστοχο και χυδαίο που δεν υπάρχει λόγος να ασχοληθούμε μαζί του. Είναι εξάλλου αποκαρδιωτική η ειρωνική και αρνητική σημασία που έχει αποκτήσει στη γλώσσα μας ο χαρακτηρισμός «κουλτουριάρης». Μια λέξη που προέρχεται από τη λέξη «κουλτούρα» (= το σύνολο της πνευματικής παράδοσης και δημιουργίας ενός λαού), συνώνυμη κάποτε της λέξης «διανοούμενος», να έχει καταλήξει να σημαίνει τον ηλίθιο και τον πανηλίθιο μαζί, τον δήθεν, τον γελοίο, ακόμη και τον τζουτζέ ενός ανάλγητου κράτους. Του κράτους που ρίχνει δακρυγόνα στους εξαθλιωμένους αγρότες, δέρνει τους ακόμη πιο εξαθλιωμένους συνταξιούχους, καταδικάζει τα παιδιά του στην αμορφωσιά και στην ανεργία, έχει μετατρέψει σε πανεπιστήμια τις καφετέριες και σε καφετέριες τα πανεπιστήμια... Μέσα σε αυτό το γενικό χάλι έγινε κατάληψη – πού; – στη Λυρική, η οποία ετοιμάζεται για την πανελλαδική πρεμιέρα της όπερας του Ντβόρζακ «Ρουσάλκα». Ε, πρόκειται για το καλύτερο ανέκδοτο που έχω ακούσει τα τελευταία χρόνια...
 Permalink 
« Homefood
Αρχείο
Δημοφιλή
› 
Τα ταξίδια των ανθρώπων
› 
Εκεί… ψηλά στον Παρνασσό
› 
Από το «Ποσειδώνιο» στο Σαν Ρέμο
› 
Στο δικό μου Ισλαμαμπάντ
› 
Μπροστά στο ATM
© ΙΣΤΟΣ 2024
Κοσμάς Βίδος
Ο Κοσμάς Βίδος γράφει και (όποτε μπορεί) ταξιδεύει.
« Bloggers