Tα σημερινά «γενέθλια» του ΒΗΜagazino, το οποίο συμπληρώνει αισίως τα 500 τεύχη, συμπίπτουν με τα γενέθλια της παρούσας στήλης που μετράει με τη σειρά της 500 δημοσιεύσεις. Παρ' ότι με τις επετείους δεν τα πηγαίνω καλά (πάντα τις θυμάμαι αφότου έχουν περάσει) και τα ρεκόρ δεν μου λένε τίποτε (ποτέ δεν κατάλαβα γιατί θεωρείται σπουδαίο να είσαι, για παράδειγμα, ο άνδρας με τα μακρύτερα νύχια στον κόσμο), ομολογώ ότι χαζοσυγκινήθηκα όταν μου θύμιζαν ότι τα «Τριτοκοσμικά» δεν έλειψαν ούτε από ένα τεύχος του περιοδικού. Προς στιγμήν αισθάνθηκα συνάδελφος του άνδρα με τα πιο μακριά νύχια στον κόσμο, ρέκορντμαν, και σκέφτηκα να υποβάλω υποψηφιότητα για το Βιβλίο Γκίνες. Σε ένα δεύτερο επίπεδο σκέψης ένιωσα κορόιδο που όλα αυτά τα χρόνια, για να δραπετεύσω για μερικές ημέρες διακοπών, ξεπατωνόμουν προηγουμένως στη δουλειά, ώστε να αφήσω στοκ, αντί να ζητώ να τυπώνεται στη σελίδα το κλασικό «ο κύριος Πολυγραφόπουλος κάνει χρήση της αδείας του».
Κυρίως όμως η υπενθύμιση της ηρωικής επετείου μού θύμισε τον «πανικό» των πρώτων τευχών: Τότε που, προσπαθώντας εναγωνίως να «στρώσω» τη στήλη, κάθε Κυριακή, ημέρα κατά την οποία κυκλοφορεί ως γνωστόν το περιοδικό, ένιωθα σαν μαθητής, καθισμένος στο πρώτο θρανίο (ήταν πρώτο πρώτο στο τεύχος το αρθράκι μου), που περιμένει τον καθηγητή (εσάς) να τον μηδενίσει για τις βλακείες που έγραψε και αυτή τη φορά.
Όχι ότι δεν έχω και τώρα τέτοιου είδους αγωνίες, απλώς είναι πιο ήπιες, έχω βρει, ένεκα πείρας, τον τρόπο να τις αντιμετωπίζω και να μην τις αφήνω να μου χαλάνε τη διάθεση – δεν τα καταφέρνω πάντοτε… Κατά τα άλλα, και σήμερα η δημοσίευση κάθε νέου «Τριτοκοσμικού» με βρίσκει με τις ίδιες απορίες: Είναι καλογραμμένο ή μου έχουν ξεφύγει του κόσμου τα λάθη και οι ασυνταξίες; (Σε περίπτωση «παραπτώματος» αρκετοί από εσάς γίνεστε εξαιρετικά σκληροί, «καταχερίζοντας» αλύπητα τον... αγράμματο με τα e-mails σας). Ενδιαφέρει κανέναν αυτό που γράφω ή περιαυτολογώ και φλυαρώ ανούσια, όπως εκείνοι που κοροϊδεύω; Δεν υπερβάλλω: Κάθε νέο άρθρο φοβάμαι ότι μπορεί να είναι η απόδειξη του πόσο λίγος είμαι ως χρονογράφος. Και επειδή τυχαίνει να έχω διαβάσει τους μεγάλους χρονογράφους του παρελθόντος, ξέρω πολύ καλά τι λέω…
Έχω και τον κύριο Στάθη Ευσταθιάδη, ο οποίος, είτε βρίσκεται στο γραφείο είτε σε αποστολή στο εξωτερικό, με περιμένει πάντα στη γωνία για να με «επιπλήξει», όπως μόνο εκείνος ξέρει: «Διάβασα πάλι τις ανοησίες που γράφατε». Το λέει, δε, πολύ σοβαρά, πολύ αυστηρά, λίγα δευτερόλεπτα προτού αφήσει κάτι σαν χαμόγελο να φανεί στο πρόσωπό του. Και κάθε φορά την πατάω, πιστεύω ότι «ναι, το εννοεί, φαίνεται ότι αυτή την Κυριακή το εννοεί!»
Έτσι, με τέτοιες αγωνίες, με πολλή δουλειά (η δημοσιογραφία και η αρθρογραφία έχουν πολύ «σκάψιμο», όσο και αν κάποιοι θέλουν να τις παρουσιάζουν ως επαγγέλματα άνετα, ξεκούραστα, ευκαιριακά κτλ. κτλ.), με πολλή προσπάθεια αν όχι να γίνομαι καλύτερος (υπάρχουν όρια που δεν μπορώ να υπερβώ), τουλάχιστον να μη ρίξω την (όποια) ποιότητα του προϊόντος, πέρασαν τα 20 και κάτι τελευταία χρόνια της ζωής μου. Από την πρώτη ημέρα που βρέθηκα στο «Βήμα» ως δόκιμος δημοσιογράφος (εγώ, ο άσχετος, που όταν μιλούσαν για μονόστηλο ή για δίστηλο κοίταζα γύρω μου τους τοίχους και τις κολόνες που συγκρατούσαν το κτίριο για να τα εντοπίσω...). Έτσι πέρασαν και τα 500 τεύχη των «Τριτοκοσμικών». Και συνεχίζω, συνεχίζουμε. Σε μια εποχή που ο Τύπος περνάει κρίση, που τα blogs τον υποκαθιστούν (χωρίς να έχουν, στη συντριπτική πλειονότητά τους, τα τυπικά προσόντα), που η τηλεόραση μετατρέπει την ενημέρωση σε σόου αλλά και που οι άνθρωποι διαβάζουν όλο και λιγότερο, για εμένα οι εφημερίδες και τα περιοδικά, το τυπωμένο χαρτί, είναι κάτι περισσότερο από τη δουλειά που μου δίνει ψωμί. Είναι ένας έρωτας.
Έρωτας που με τρέφει, που με βοηθάει να ξεπεράσω ακόμη και τις δυσκολότερες στιγμές της ζωής μου. Όχι, δεν είμαι εργασιομανής. Απλώς μου αρέσει πολύ η δουλειά μου, και αυτό μοιάζει για εμένα με ευτυχία. Δεν είμαι ο μόνος. Γνωρίζω πολλούς συναδέλφους που ασκούν τη δημοσιογραφία με αγάπη, σοβαρότητα, ευθύνη, βάζοντας συχνά την ενημέρωσή σας πάνω από την προσωπική τους ζωή. Σε αυτούς θα ήθελα να αφιερώσω, αν μου επιτρέπεται, τα 500 τεύχη του περιοδικού και τα 500 «Τριτοκοσμικά» μου. Ειδικά σήμερα που το επάγγελμα βάλλεται, αμφισβητείται, κατακρίνεται, ακόμη και από εκείνους που δεν έχουν ανοίξει ποτέ εφημερίδα. Και που τα λάθη και τις λαμογιές των λίγων – ναι, υπάρχουν ευθύνες – τα χρεώνονται οι πολλοί: εκείνοι που προσπαθούν να κάνουν σωστά τη δουλειά τους ξοδεύοντας ώρες ατελείωτες στους δρόμους και στα γραφεία τους, παίρνοντας χαμηλούς μισθούς, αγωνιώντας για το εξαιρετικά αβέβαιο – ειδικά τώρα, με την οικονομική κρίση – μέλλον τους. Αυτούς τους σκληρά εργαζόμενους ανθρώπους στηρίζετε όταν επιλέγετε τον Τύπο για την ενημέρωση και την ψυχαγωγία σας. Υγιαίνετε!