Κάποτε το θέατρο στην Αθήνα νοείτω βασικά καλοκαίρι. Δηλαδή, άρχιζαν τα θερινά θέατρα να παίζουν μετά το Πάσχα –αν το Πάσχα έπεφτε σε νορμάλ ημερομηνία και δεν είχαν βροχές– και τελείωναν στις αρχές Οκτωβρίου με τα πρωτοβρόχια. Μετά, οι θίασοι έφευγαν και πήγαιναν περιοδείες στην επαρχία ή στον εκτός Ελλάδος ελληνισμό, που κάποτε άρχιζε από τη Ρουμανία και έφτανε μέχρι την Τανγκανίκα –πριν γίνει Τανζανία– και ενδιάμεσα περιλάμβανε την Κωνσταντινούπολη και την Σμύρνη, βέβαια όταν άκμαζε εκεί το ελληνικό στοιχείο, την Κύπρο οπωσδήποτε και την Αίγυπτο κλπ, κλπ. Νομίζω, πως το Εθνικό θέατρο με το υπέροχο κτίριο που κτίστηκε το 1901, έφερε στους αθηναίους τη συνήθεια του σημερινού θεάτρου. Έτσι κι αλλιώς όμως, φαντάζομαι, επειδή τα θέατρα εκείνη την εποχή δεν είχαν ούτε την ανάλογη θέρμανση κλπ, κλπ, δεν ενδείκνυνται οι χειμερινές παραστάσεις και οι αθηναίοι αλλά και γενικά οι κάτοικοι των μεγάλων αστικών κέντρων, προτιμούσαν να βγαίνουν στο θέατρο κάτω από τον έναστρο, καλοκαιρινό, ελληνικό ουρανό, σε θέατρο βέβαια που έμοιαζε περισσότερο με μάντρες, παρά με θέατρο. Ακόμα και μετά τον πόλεμο, τα μεγάλα θέατρα ήταν κυρίως θερινά. Το θέατρο «Ακροπόλ» ας πούμε, στεγάστηκε και έγινε χειμερινό μετά το ΄57 και το θέατρο «Βέμπο» το ΄64. Πάντως, μέχρι πριν 20 χρόνια, το καλοκαίρι η Αθήνα είχε μια ακμάζουσα θεατρική κίνηση, που δεν ήταν όλες οι παραστάσεις βέβαια πρώτου επιπέδου, υπήρχαν και πρώτου επιπέδου, αλλά σίγουρα υπήρχαν θέατρα και σίγουρα υπήρχαν παραστάσεις που μπορούσε ένας άνθρωπος μόνος ή με την οικογένειά του αναλόγως μ΄ αυτό που γουστάρει, να θεατριστεί ένα καλοκαιρινό βράδυ. Τα τελευταία χρόνια η Αθήνα, ειδικά το καλοκαίρι, δεν έχει τίποτα, ούτε ένα θέατρο για να πάει κανείς. Υπάρχει μόνο το φεστιβάλ Αθηνών, έτσι όπως το έχει φτιάξει κατά τα γούστα του ο κ. Λούκος, που το διευθύνει ή θεατρικούς θιάσους και μουσικά σχήματα που περιοδεύουν ανά την Ελλάδα και που κάνουν κάποιες στάσεις στο Βύρωνα, στην Πετρούπολη, στου Παπάγου και όπου γενικά υπάρχουν χώροι για να φιλοξενηθούν…
Αυτά όλα τα σκεπτόμουν βλέποντας την επιθεώρηση «Τι Βουλή θα παραδώσεις μωρή» μ΄ έναν εξαιρετικό θίασο – Παναγιωτοπούλου, Παπακωνσταντίνου, Ρώπα, Καφετζόπουλο και Σκιαδαρέση, που κάποτε θα είχε θέση σ΄ ένα κεντρικό θέατρο της Αθήνας, αλλά τώρα δεν υπάρχει τίποτα…
Αν εξαιρέσεις την ωραιότατη, πραγματικά καλοκαιρινή και διασκεδαστική μουσική παράσταση του Σταμάτη Κραουνάκη στο Αίθριο του Κέντρου Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος», δεν υπάρχει κάτι σε μια πόλη 5 εκατομμυρίων κατοίκων για να ψυχαγωγηθεί κάποιος, γιατί ρε παιδί μου έτσι ξύπνησε ένα πρωί και είπε να βγει το βράδυ με την οικογένειά του…
Δεν μπορεί συνέχεια κάποιος να έχει το άγχος ότι πρέπει να κοιτάξει τη συγκεκριμένη μέρα που θα παίζεται το συγκεκριμένο πράγμα, στο συγκεκριμένο χώρο, να έχει το άγχος για να βρει εισιτήρια, αλλά και να μπορεί. Βέβαια, και οι καλλιτέχνες έχουν λίγο κακομάθει και δεν μπορούν τις καθημερινές παραστάσεις –σκέψου, ότι κάποτε οι θίασοι έπαιζαν 2 διαφορετικά έργα κάθε μέρα– οι αλόγιστες επιχορηγήσεις από δήμους και κοινότητες, ταινίες και φεστιβάλ, αλλά και το φεστιβάλ Αθηνών έχουν φτιάξει μια κατάσταση που στην ουσία δεν άλλαξε τα γούστα των πολιτών, απλώς τους υποχρέωσε να κυνηγάνε διαφορετικά την ψυχαγωγία τους…
Επιτέλους δεν υπάρχει κάποιος να ανεβάσει ένα απλό, χαριτωμένο έργο, μια κωμωδία, ένα δραματάκι, μια επιθεώρηση σ΄ ένα θερινό κεντρικό θέατρο για να ψυχαγωγηθεί ο κόσμος; Καταλαβαίνω βέβαια ότι και η τηλεόραση έχει αλλάξει κατά πολύ τα γούστα του κόσμου, αλλά δεν μπορεί η θερινή ψυχαγωγία να βασίζεται εν πολλοίς σε κακοποιημένα –όχι πάντα αλλά συχνά– κλασσικά κείμενα που έρχονται στο άλλοθι «της ποιότητας» να πουλάνε φύκια και μεταξωτές κορδέλες. Έχω άδικο;