Έχω την εντύπωση πως τα debate είναι σκληρό ποδοσφαιρικό ντέρμπι, ενώ στην πραγματικότητα το debate δεν είναι παρά τα πέναλτι στον τελικό όταν έχουν εξαντληθεί όλες οι άλλες δυνατότητες για να βγει ο πρωταθλητής. Και αυτός που θα χάσει την τελευταία ερώτηση θα χάσει κιόλας, γιατί το θέμα είναι να τραβήξει αστραπιαία το χαλί κάτω από τα πόδια του άλλου και ο άλλος να κουτρουβαλιαστεί στο πάτωμα…
Κάτι τέτοια πράγματα δεν γίνονται στην Ελλάδα, απλώς ονομάσαμε debate κάτι που μοιάζει με κλειστή –κλειστή όσον αφορά των αριθμό των συμμετεχόντων και όχι βέβαια την διάρκεια- press conference τόσο τακτοποιημένη από την πλευρά των πολιτικών, που πραγματικά είναι να διασκεδάζεις όταν διαπιστώνεις το πόσο ανεξαιρέτως οι Έλληνες πολιτικοί τρέμουν την πολυφωνία, τρέμουν τις δύσκολες ερωτήσεις, τρέμουν τελικά και την Δημοκρατία την ίδια και προσπαθούν από κάθε πλευρά να φυλαχθούν από το κακό συναπάντημα!!!...
Και το φετινό φυσικά debate δεν είχε διαφορά από τα προηγούμενα και να μην ακούσω αηδίες του στυλ «μ’ άρεσε που κάνανε ερωτήσεις ο ένας στον άλλο», γιατί οι ερωτήσεις που κάνανε ο ένας στον άλλο, αλλά και οι απαντήσεις που δώσανε ήταν επιπέδου πρωτοετούς νηπιαγωγείου. Έτσι είναι…εμ…κόκορας κοράκου μάτι δεν βγάζει…
Οι δημοσιογράφοι όμως γιατί το ανέχονται; Και τα κανάλια γιατί το ανέχονται; Πάντως όχι για το θέαμα. Το – ας το πούμε…- debate των έξι κράτησε 3,5 ώρες, δηλαδή όσο και η βραδιά των Όσκαρ - και παρακολουθώντας το καλά, ο πολιτικός λόγος, το χιούμορ, οι θέσεις και οι απόψεις είχαν πάει περίπατο- θυμήθηκα την φράση που έλεγε η ‘Άννα Παναγιωτοπούλου σε μια παλιά επιθεώρηση «μου χτύπησε την πόρτα, την άνοιξα, την είδα μπρος στα μάτια μου και μου είπε ΚΑΛΗΜΕΡΑ ΠΛΗΞΗ!!!»…