Το όνομα της Κωνσταντίνας Κούνεβα δεν το είχε ακούσει ποτέ. Συνδικαλίστρια στην Ελλάδα; Και αλλοδαπή; Πήγαινε γυρεύοντας… Για τον Σάκη όμως ξέρει τα πάντα. Ποιες είναι οι χώρες που τον ανταγωνίζονται σοβαρά, τι δήλωσε όταν γύρισε απ’ το ταξίδι, αν θα φορέσει μαύρα την ημέρα της κρίσης...
Η Λίλια είναι δεκατρία χρόνια στην Ελλάδα, εκ των οποίων τα δέκα στο σπίτι μας. Η οικογένειά της (σύζυγος και δυο παιδιά ) παρέμειναν στην Ουκρανία. Η ζωή μετά την πτώση του Τείχους έγινε εφιαλτική. Όλο το σύστημα αξιών και του τρόπου ζωής τους καταστράφηκε μέσα σε μια νύχτα και η καταστροφή παρέσυρε και το κομπόδεμά τους στην τράπεζα. Το εργοστάσιο έκλεισε, οι αξίες θόλωσαν, το ντρεσαρισμένο πειθαρχημένο παιδί της κομμουνιστικής επικράτειας (που μέχρι τότε είχε εξασφαλισμένο σπίτι, φαΐ, εκπαίδευση και μηνιάτικο) είδε την άμμο να κυλάει κάτω από τα πόδια του. Αποφάσισε να φύγει. Δεν γινόταν διαφορετικά.
Όσο περνούσε ο καιρός, η πίκρα της ξενιτιάς γλύκαινε λιγάκι. Από τη μια, η συνήθεια. Από την άλλη, τα καλά μαντάτα από την οικογένεια και την πόλη γενικότερα: Τα μαγαζιά γέμισαν δυτικές μάρκες, στα σούπερ μάρκετ έβρισκες και του πουλιού το γάλα, τα ακριβά αυτοκίνητα σέρφαραν στις λεωφόρους. Το μικρόβιο της απότομης εισβολής της Δύσης στη ζωή τους πρόλαβε και έδρασε στο πιο καίριο κομμάτι του μυαλού τους: στην ελπίδα τους για το μέλλον. Σε λίγο, όταν η οικονομία τους θα ορθοποδούσε, θα μπορούσαν κι εκείνοι να διαλέγουν μουστάρδες στο σούπερ μάρκετ...
Πριν λίγο καιρό που η μικρή ήταν πιο μικρή, όταν αναφερόταν στη Λίλια έλεγε η «κοπέλα μου». Το δωμάτιό της, τα παιχνίδια της, το σπίτι της, η κοπέλα της. Δικά της ήταν όλα αυτά. Με αυτά γεννήθηκε. Πακέτο. Ό,τι και να της πεις (που της το λες), εκείνη ξέρει καλά ότι η ρήση «όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι» σημαίνει ότι μερικοί είναι «πιο ίσοι» από τους άλλους.
Εκείνο που σίγουρα δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει ακόμα είναι ότι οι «πιο ίσοι» είναι εκείνοι που πρόλαβαν κι έκατσαν στην καρέκλα πρώτοι (θυμάστε το παιχνίδι με τις καρέκλες;). Που λόγω ευοίωνων συγκυριών έμαθαν να παίζουν τέλεια το συντονιστή του παιχνιδιού (αφού πρώτα έβαλαν οι ίδιοι τους όρους). Αλίμονο σε εκείνους που βρέθηκαν να κάθονται όρθιοι στην ουρά και να περιμένουν…
Τέτοιες λεπτομέρειες πώς να τις καταλάβει ένα παιδί, πώς να καταλάβει ότι τα πάντα είναι θέμα συγκυριών και ότι αν στην πορεία το παιχνίδι αποκτήσει πάρα πολλά, (μα πάρα πολλά) golden boys και, αντί για πλούτο, παράγει αέρα κοπανιστό, είναι δύσκολο να προβλέψεις τη συνέχεια –και κυρίως ποιοι θα είναι οι επόμενοι «πιο ίσοι».
Τώρα το βρίσκει απολύτως φυσιολογικό που η «κοπέλα της» ψωνίζει φόρμες και παπούτσια από τους Κινέζους, που βγαίνει μόνο μία φορά την εβδομάδα έξω, που έχει ως μοναδική οικογένεια το ακουστικό του τηλεφώνου γύρω στις 7 το βράδυ.
Βρίσκει απολύτως φυσιολογική τη θλίψη της Λίλια, που, παρά τα δεκατρία χρόνια αποχωρισμού από την οικογένειά της, είναι και πάλι στο σημείο μηδέν: Ο γιος της τελείωσε το πανεπιστήμιο, αλλά δεν βρίσκει δουλειά. Ο άντρας της είναι πάλι άνεργος. Κι ένα κιλό κρέας κοστίζει όσο σχεδόν στην Ελλάδα. Όσο για τα ωραία μαγαζιά με τις δυτικές μάρκες, μπορούν να τα πλησιάσουν οι λίγοι που μέσα στην αναμπουμπούλα πρόλαβαν κι έκατσαν στην καρέκλα. Πάντα σε κάτι τέτοιες φάσεις υπάρχουν οι επιτήδειοι που… κλέβουν πρώτοι.
Παρ’ όλα αυτά, η Λίλια (όπως και πολλές συμπατριώτισσές της) έχει ενσωματώσει για τα καλά το ρόλο εκείνου που γεννήθηκε για να περιμένει όρθιος στην ουρά. Η λέξη συνδικαλισμός και διεκδίκηση δικαιωμάτων και μάλιστα σε ξένη χώρα είναι σβησμένες από το λεξιλόγιό της.
Η Κωνσταντίνα Κούνεβα έπρεπε να σωπάσει. Να είναι φοβισμένη, συρρικνωμένη, όρθια, σε θέση προσοχής στη μεγάλη ουρά των ορθίων, που περιμένουν εκεί, περιμένουν, περιμένουν…
Δεν ανησυχώ για τη μικρή, γιατί κάποτε θα καταλάβει. Θα καταλάβει ότι πριν να γίνει η «κοπέλα της» μετανάστρια στην Ελλάδα, υπήρξε μετανάστρια στην ίδια της τη χώρα. Κι ότι αυτή η πραγματικότητα δεν είναι δα και τόσο επιστημονική φαντασία για όλους τους «αεράτους» Ευρωπαίους (η γενιά των 700 ευρώ το ξέρει καλύτερα).
Γι’ αυτό, υποκλίνομαι με άπειρο σεβασμό (προσοχές εκατοντάδες) στη δύναμη, στην αξιοπρέπεια, στην επιμονή, στη μαχητικότητα της Κούνεβα. Γιατί μας υπενθύμισε ότι υπάρχουν πράγματα για τα οποία πρέπει να παλέψει κανείς που δεν αποτιμώνται σε ευρώ. Ούτε καν γίνονται αντικείμενο διαπραγμάτευσης. Και για να είμαστε ειλικρινείς, όλοι τη χρειαζόμαστε αυτή την υπενθύμιση. Αν δεν θέλουμε να είμαστε οι επόμενοι στην ουρά...