Ηλιοθεραπεία
30.6.2009 
Η παρατεταμένη ηλιοθεραπεία και η ξάπλα κάνουν καλό στο μυαλό. Το μυαλό (!), αυτό το νερουλό πράγμα που αχνίζει στους 40°C και σιγά σιγά το νιώθεις να στάζει στην άμμο –σκουπίζεις το πρόσωπο και σκουπίζεις και το μυαλό ταυτόχρονα. Κανένας πονοκέφαλος στους 40°C. Το μπλε της παραλίας ενώνεται με το αψεγάδιαστο μπλε του ουρανού κι όλα χάνονται γλυκά σε ένα στροβίλισμα του χρόνου. Τι να σε ταράξει τέτοιες στιγμές;
 
 
Το μπλε της θάλασσας, το ροζ της δύσης, το άρωμα της γης το σούρουπο, το άρωμα του αέρα. Μπροστά μας στον ορίζοντα, στα μισά του βουνού, άσπρες κοφτές πινελιές μοιάζουν να αχνίζουν κι αυτές μέσα στη ζέστη. Το χωριό (από την μπρούμυτη θέση που είμαι) μοιάζει με ζωγραφιά. Μόνο έτσι έχει νόημα η ζωγραφική, σκέφτομαι. Όταν σε κάνει να θες να ζωγραφίσεις. 
 
 
Το καλοκαίρι είναι γι’ αυτό. Να αφήνεις το μυαλό να στραγγίζει πάνω στην άμμο κατά τη διάρκεια της μέρας και σιγά σιγά να αποκτάς την ικανότητα να βλέπεις αλλιώς. Να ακούς αλλιώς.
 
 
Ποτέ δεν το πετυχαίνω το τέλειο βλέμμα βεβαίως. Δεν προλαβαίνω. Τις πρώτες μέρες ξυπνάω σταθερά την ώρα που ξυπνούσα. Κοιτάω το ρολόι τακτικά. Τις εφημερίδες που διαβάζουν οι άλλοι. Και ναι –το ομολογώ– μου τρέχουν τα σάλια με τα μικρά laptop-άκια που έχουν οι ξένοι ανοιχτά πάνω στα γόνατά τους όταν παίρνουν πρωινό. (Πού φτάσαμε, φίλε μου!)
 
 
Το βράδυ, η προηγούμενη ζωή μου μου κλείνει το μάτι με νόημα. Λες και το «νερουλό πράγμα» που σκουπίζω στην ηλιοθεραπεία μαζί με τον ιδρώτα μου βρίσκει τον τρόπο και απορροφάται σταγόνα σταγόνα μετά τη δύση του ήλιου και με βάζει να πληρώσω τα σπασμένα στα όνειρά μου. Ο ύπνος μου είναι το βαρόμετρο των διακοπών μου. Αν είναι πραγματικές διακοπές, από κει φαίνεται.
 
 
Ήμουν, λέει, στην εφημερίδα και κάτι έπρεπε να γράψω και να το παραδώσω αμέσως γιατί έκλεινε το φύλλο νωρίς. Το «κάτι» που είχα να γράψω χρειαζόταν πληροφορίες, συνεπώς έπρεπε να συμπληρώσω το ρεπορτάζ. «Φέρτε μου, ρε παιδιά, μια εφημερίδα», λέω. «Το μισό θέμα το ’χει το σημερινό φύλλο». Αλλά η εφημερίδα πουθενά. Πηγαίνω στα γύρω γραφεία. «Καμιά εφημερίδα, παιδιά;» Τίποτα. Έρχεται κάποιος και μου δίνει κάτι dvd στο χέρι. «Διάβασε ό,τι θες από δω», μου λέει. «Μα δεν θέλω dvd», του απαντάω με τσαντίλα. «Θέλω εφημερίδα. Χάρτινη. Κανονική εφημερίδα. Ε - φη - με - ρί - δα. Κατάλαβες; Μια εφημερίδααααα».
 
 
Την επόμενη μέρα, κατά τη γνωστή διαδικασία «στραγγίσματος» πάνω στην άμμο –ανάσκελα πάντα και μετά μάτια κλειστά– διηγούμαι το όνειρο στις φίλες μου και μετά ακολουθεί η επίσης γνωστή διαδικασία της ανάλυσης. Και του δουλέματος. «Πάντως, προφητικό», μου λένε. «Είδες το μέλλον των εφημερίδων στον ύπνο σου. Αλλά γιατί τόσο άγχος;»  
 
 
Το χωριό απέναντί μας, αχνιστό, με τα άσπρα τακτικά σπιτάκια του σαν καθαρές πινελιές, την κορυφογραμμή να τα πλαισιώνει, το ροζ χρώμα του δροσερού απογεύματος να τα γλυκαίνει. Όλα είναι εκεί. Γαλήνια. Καθαρά. Και ο επίμονος ήχος του κινητού επίσης...
 
«Τα μάθατε τα μαντάτα, ε; Πάει ο Ελεύθερος Τύπος. Και ο “City”».
 
 
Να τη η ζωγραφική, το «άλλο βλέμμα» (το χωριό, τα χρώματα του δειλινού, οι μυρωδιές). Το μυαλό αρνείται να στάξει άλλο. Το μυαλό ξέρει ότι το καλοκαίρι μπορεί να εξαερώνεσαι εν μέρει, αλλά δεν φεύγεις ποτέ. Η παρατεταμένη ηλιοθεραπεία και η ξάπλα κάνουν κακό στο δέρμα. Μόνο.
 Permalink 
« Homefood
Αρχείο
Δημοφιλή
› 
Δυόμισι χιλιάδες χρόνια μετά
› 
Happy Valentine
› 
Περισπω΅ένη, υπογεγρα΅΅ένη και... λέλυκα
› 
Για πάντα νέοι
› 
Στο ίδιο έργο θεατές
© ΙΣΤΟΣ 2024
Χάρη Ποντίδα
Σιγά μην πω πότε γεννήθηκα. Και τι έκανα. Από το 1990 πάντως δουλεύω στα «Νέα» στο πολιτιστικό ρεπορτάζ. Η κόρη μου είναι 10 ετών.
« Bloggers