|
Ητονε Πρωτομαγιά, δεν είχε αστικά και οι γέροντες του Χαζνέ είπαμε να κόψουμε κίνηση. Ζεστή η μέρα. Καθόλου ή σπάνιες αλλεργίες. Το ζάχαρο είχε κολλήσει στο πάτωμα ωσάν το βαμβάκι στη μελάσσα. Ηταν άνοιξις, ώρα για Ναρκίσσους, παρόλο που δε βγαίνουν μαγιάτικα. Πέρασαν οι διαδηλωτές από το στέκι μας κι εμείς περιοριστήκαμε να μετράμε τα ορθογραφικά στις προκηρύξεις τους. Ελαμπαν από νιάτα οι γραμμές τους. Αλλά δεν είχε νόημα να μετράμε τους Ανταρσύες και τους Τρότσκες. Ητανε πολλοί, αλλά χωρίς δημοσκοπικά δεδομένα. Είτε απαγορεύτηκαν είτε όχι τα νούμερα της τελευταίας στιγμής, ένα είναι το δεδομένο: οι Ελληνες σε κάτι τέτοια οργανώνουν στοιχημένα ψέματα. Γι' αυτό και δεν έχει νόημα να τους κατηγορείς ότι ακολουθούν διαδόσεις. Εβρασε ο τόπος από φήμες πως θα υπάρξουν αλλαγές στο λαϊκό ενδιάθετο. Πώς να τους πιστέψεις, όταν «γαλάζιοι» και «πράσινοι» τσακώνονται με την ίδια βαρεμάρα και ακεφιά στα κανάλια, θαρρείς και δεν πέρασε μια μέρα από τις εκλογές του 1985; Γιατί να πιστέψεις πως θα φέρει κάτι νέο κάποιο κόμμα, όταν συναντάς γλωσσοδέτες, στερεότυπα και εξυπνάδες στα λεγόμενα των αρχηγών τους; Και γιατί να χαλάσει η εντύπωση της δανεικής λέξης από τη σχέση του γερο-Γεωργαλά με τον Πάνο Καμμένο; Μήπως επειδή οι υπόλοιποι, δεκάδες κειμενογράφοι σωπαίνουν για να κρατήσει το προσωρινό τους επάγγελμα ένα ίχνος αξιοπιστίας;
Είτε ξέραμε προγνώσεις είτε δεν τις ξέρουμε, η τάση να τις υποτιμήσουμε ή να τις θεωρήσουμε ανεκτίμητες πηγές είναι ανάλογη και εξαρτάται εντελώς από την προσωπική μας ευχή για τις κάλπες. Ολα τα υπόλοιπα είναι ποσοστά που δε λαμβάνουμε υπόψη. Αν οι εκδρομείς κάθε Πρωτομαγιάς ήταν οι κύριοι εκλογείς, δε θα υπήρχε από χρόνια κανένας δικομματισμός και θα λέγαμε «βαρέθηκα με την πολυκομματική διάσπαση». Τώρα, το ανάποδο. Και μετά, έρχεται η κρίση να μας νουθετήσει ή να μας κονιορτοποιήσει.
Αυτοί που δεν ταξίδεψαν κάπου είπαν να πάρουν ένα μεζέ στα μαγαζιά της πόλης που έμειναν ανοιχτά. Και επεφάνη το γνωστό μετά το 2010 φαινόμενο του σχετικού εμπορίου: καθώς όλη την εβδομάδα η πελατεία έχασε ένα 80% καθημερινώς, επιστρέφοντας οι μουστερήδες έστω και μια η δύο φορές το χρόνο, βρήκαν ουρές. Επειδή απολύθηκε κόσμος, επειδή έβρισκες για εκατό πελάτες με το ζόρι τρεις σερβιτόρους πεθαμένους από την κούραση, κι ας έπεσε το κόστος από σαράντα σε είκοσι ευρώ το ζευγάρι. Κι έβγαινε κάποιος απόστρατος να κάνει την πανέξυπνη παρατήρηση «που είδατε την κρίση; Αυτοί είναι πατείς με πατώ σε».
Του Μάη τα στεφάνια είναι γεμάτα θλίψη στη Σαλονίκη, όσο χαρωπή κι αν είναι η λιακάδα που ηρεμεί και τις αλλεργίες. Μάη ξεκίνησαν οι Γερμανοί την κατοχή τους, Μάη μήνα οι καπνεργάτες πυροβολήθηκαν από τη Χωροφυλακή, Μάη σκοτώθηκε ο Λαμπράκης. Γέρασα, γι' αυτό και μένω στις δυστυχίες.