Ίσως αύριο...
Τα προβλήματα υγείας των κ. Σαμαρά και Ράπανου, που εύχομαι ολόψυχα να ξεπεραστούν γρήγορα και ανώδυνα (και δεν το γράφω για τους τύπους) ήταν σαν να ήθελε η ζωή να μας υπενθυμίσει, ανάμεσα στις τόσες αναπάντεχες (με εισαγωγικά) πολιτικές εξελίξεις, ότι το σημαντικότερο αναπάντεχο για τον καθένα παραμένει η προσωπική περιπέτεια – και ότι αυτό πρέπει να το σκεφτόμαστε όλοι όποτε παραμελούμε την υγεία μας ή τα πρόσωπα και τα πράγματα που μας ευχαριστούν στο όνομα ενός μεγάλου στόχου, ακόμη και ευγενούς. «Ίσως αύριο...» τραγουδούσε πικρά ο Καζαντζίδης – και γι’ αυτό δεν πρέπει να αφήνουμε συνεχώς να μας γλιστράει μέσα απ’ τα δάχτυλα η ευτυχία του σήμερα.
Τέλος πάντων, ελπίζω αμφότεροι να γίνουν γρήγορα καλά και να θυμούνται τη σημασία της προσωπικής ζωής (και εκείνοι και... εγώ) – και αφήνω τα προσωπικά αναπάντεχα για να στραφώ στα πολιτικά. Μέσα ενημέρωσης και απλοί συζητητές ευλόγως υπογράμμισαν μέσα από πόσες απρόβλεπτες εξελίξεις ήρθε τελικά η ανάδειξη του κ. Σαμαρά στην πρωθυπουργία. Σε καθένα από τα στάδια που είχε περάσει μετά την αποχώρησή του από τη Ν.Δ., πολλές αντίθετες εκτιμήσεις για το μέλλον μπορούσαν κάθε φορά να υποστηριχθούν, κανείς όμως δεν θεωρούσε πιθανή την επιστροφή του Α. Σαμαρά στην Ν.Δ., την κατάκτηση της αρχηγίας της και τελικά την ανάδειξή του σε πρωθυπουργό – και μάλιστα μόλις ενάμιση μήνα μετά από εκλογές στις οποίες το κόμμα είχε πάρει το χαμηλότερο ποσοστό του στα χρονικά.
Ωστόσο, ακόμη και αν η περίπτωση είναι η εντυπωσιακότερη, δεν είναι πάντως μοναδική κατά …γένος. Για να αρκεσθώ στις πιο πρόσφατες, το 2007 πλείστοι προεξοφλούσαν ότι η ηγετική πολιτική παρουσία του Γ.Α. Παπανδρέου είχε τελειώσει εν ανυποληψία και ότι ο Κ. Καραμανλής όδευε προς μακρά πολιτική κυριαρχία. Δύο χρόνια αργότερα έφευγε εν ανυποληψία ο τελευταίος, ενώ ο Γ. Παπανδρέου γινόταν πρωθυπουργός σε κλίμα σχετικού ενθουσιασμού. Δύο χρόνια μετά απ’ αυτό, έφευγε εν ανυποληψία ο Γ. Παπανδρέου, ο δε Κ. Καραμανλής είχε αρχίσει να αναφέρεται ως μεγάλο εν εφεδρεία πολιτικό κεφάλαιο (το χρηματικό κεφάλαιο της χώρας το είχε αναλώσει στο χρέος) και ενδεχομένως εκ νέου παράκλητος αρχηγός για να βγάλει τη ΝΔ από το τέλμα. Μπορεί να φρίττει κανείς με την ιδέα, αλλά τελικώς δεν αποκλείεται ούτε το να ξαναδούμε τους δύο άνδρες σε πρωταγωνιστικούς ρόλους…
Σήμερα, ωστόσο, ο κύκλος των ανατροπών και επιστροφών έχει μια διαφορά – ότι ναι μεν ο Α. Σαμαράς πέτυχε τον στόχο του, όμως τον πέτυχε με συνεργασία άλλων κομμάτων, με προϋποθέσεις και με προφίλ πολύ συναινετικότερο αυτού που έχουμε συνηθίσει στην ελληνική πολιτική – και, πιστεύω, με απόλυτη συνείδηση ότι το ποσοστό της Ν.Δ. της 17ης Ιουνίου (χαμηλό, άλλωστε, με τα μέτρα του παρελθόντος) υπήρξε σε μεγάλο βαθμό όχι ψήφος εμπιστοσύνης προς αυτήν αλλά επιλογή a contrario, προκειμένου να μην πρωτεύσει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Το ενδιαφέρον ερώτημα είναι αν αυτή η κυβερνητική συνεργασία σε συνδυασμό με τις ενοποιητικές διεργασίες μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ (που έγινε «ενιαίος» δι’ εμβρυουλκού και προς το παρόν μάλλον κατ’ όνομα για να διεκδικήσει το μπόνους εδρών της πρωτιάς) θα παραγάγει κάτι καινούριο στην ελληνική πολιτική – είτε πρόκειται για νέα ήθη συνεργασίας, είτε για νέα πρόσωπα, είτε για κάποια νέα παράταξη με συγχώνευση ή αλλοίωση σημερινών. Πιστός στα όσα προανέφερα για τη διάψευση των προβλέψεων, νομίζω ότι ουδείς μπορεί να ...απαντήσει. Το να αποκλείσει κανείς το ενδεχόμενο αλλαγών θα ήταν εξίσου επιπόλαιο με το να τις προεξοφλήσει. Απλώς, για να είμαι ειλικρινής, δεν τρέφω πολλές ελπίδες να γίνει μόνιμο χαρακτηριστικό η πολυκομματική κυβερνητική συνεργασία – και άρα η κοινοβουλευτική παρουσία μικρών παρατάξεων με συμμετοχή στη διακυβέρνηση. Πιθανότερο μου φαίνεται να κινηθούν – αν και με τριγμούς- τα πράγματα και πάλι προς τον δικομματισμό, όποιοι και αν θα είναι οι δύο νέοι βασικοί «παίκτες». Μη με αδικείτε όμως, το είπαμε: το τι μου φαίνεται σήμερα πιθανότερο δεν έχει την παραμικρή σημασία...