Τα… ωραία των Αθηνών
18.9.2008 
Περπατώ εις το Γκάζι όταν ο δήμαρχος δεν είναι εκεί... Που δεν είναι, αν κρίνω από τους τόνους σκουπιδιών που βλέπω στους δρόμους. Κάπου κοντά στο ιστορικό «Mamakas», σε ένα στραβοχυμένο πεζοδρόμιο, συνωστισμένα τραπεζάκια και κόσμος, πολύς κόσμος, να τρώει. Δίπλα του ξέχειλοι οι πράσινοι κάδοι. Εύχεσαι να μπορούσαν να βάλουν μόνοι τους μπροστά, να τσουλήσουν στον δρόμο και να εξαφανιστούν από τα μάτια σου. Και απορείς πώς όλοι αυτοί οι άνθρωποι μπορούν να τρώνε, καθισμένοι δίπλα σε αυτή τη χωματερή. Ανοσία έχουν πάθει; Δεν μυρίζουν; Δεν βλέπουν; Βρωμιά γύρω τους, παντού. Βρωμιά και σκοτάδι. Κάνουν λόγο για αναβάθμιση της περιοχής. Πώς, αλήθεια, γίνεται η αναβάθμιση; ΄Οταν δυναμώνεις τη μουσική, σβήνεις τα φώτα και βάζεις ένα τσούρμο ανθρώπων να χτυπιούνται σαν παλαβοί, ποτίζοντάς τους με ό,τι είδους οινόπνευμα κυκλοφορεί στην αγορά, ώστε την επομένη να μη θυμούνται ούτε τι ήπιαν ούτε τι πλήρωσαν; ΄Ολα αυτά εν μέσω σκουπιδιών; Και αδέσποτων ζώων που κατά αγέλες αναζητούν λίγο φαγητό στα σκουπίδια; ΄Ο,τι έλειπε από το σκηνικό της καταστροφής ήταν η νεαρά με το καρτελάκι, ώσπου ήρθε και αυτή στο τραπέζι μας και συμπληρώθηκε το καρέ: «Είμαι κωφάλαλη. Αν θέλετε να βοηθήσετε, ο αναπτήρας κάνει τρία ευρώ και ο φακός πέντε. Ευχαριστώ». Από το να είναι πράγματι κωφάλαλη και να της γυρίσεις την πλάτη, προτιμάς να αγοράσεις και τον αναπτήρα και τον φακό. Και ας σε δουλεύει μετά για την ευπιστία σου. Μπορεί και να σε ευχαριστεί, από μέσα της... «Που θα σε δουλεύει, πίστεψέ με», επιμένει μια ψυχή καθόλου επιρρεπής στις πονεμένες ιστορίες που μας περιμένουν σε κάθε γωνιά της πόλης μας.


Δεκάδες αναξιοπαθούντες με αναπτήρες, χαρτομάντιλα, ή απλώς θράσος, στο Γκάζι. Διότι μαζεύεται κόσμος, πρόθυμος ενίοτε να τους συνδράμει. Ο κόσμος που μέχρι πρότινος σύχναζε στου Ψυρρή, αλλά έριξε πίσω του μαύρη πέτρα, μου λένε. Λόγω των τσιμπημένων τιμών. Μόνο στου Ψυρρή είναι ακριβά; Στο Γκάζι οι τιμές είναι χαμηλές; Δεν θα το έλεγα. ΄Ολα, εξάλλου, είναι τσιμπημένα σε αυτή την πόλη. Ακόμη και τα νεύρα μας. Κυρίως τα νεύρα μας... Τρώω παγωτίνια για να κατευνάσω τα δικά μου νεύρα – δοκιμάστε το, πιάνει – και στενοχωριέμαι που δεν ανήκω στους θαυμαστές της πόλης όπου ζω. ΄Ολο και λιγότερο την αντέχω. ΄Ισως να φταίνε τα δικά μου πειραγμένα νεύρα – σήμερα, παρ' ότι έχω φτάσει στο όγδοο παγωτίνι, ο εκνευρισμός δεν λέει να φύγει. ΄Οταν όμως πηγαίνω εκεί όπου λένε ότι έχει μεταφερθεί όλη η ζωή της πόλης, στο Γκάζι, που ο κόσμος διασκεδάζει, τρώει, γελάει, καλοπερνά, και βρίσκομαι σε αυτό το βομβαρδισμένο τοπίο με τα κακόγουστα, παρατημένα σπίτια, με τους θλιβερούς δρόμους, με τη βρώμα και με το μέτριο, τις περισσότερες φορές, φαγητό, που καλούμαι να το πληρώσω χρυσό, τότε... Εγώ φταίω που δυσανασχετώ ή πράγματι η πόλη με φτύνει κατάμουτρα;


Ναι, η πόλη με φτύνει. Μου πετάει την περιφρόνησή της, όποιον δρόμο της κι αν πάρω, σε όποια γωνιά της και αν στρίψω. Φυσικό είναι να με/να μας περιφρονεί, από τη στιγμή που την καταντήσαμε έτσι. Εκείνη φιλόξενη και φιλική ήταν. Εμείς την ασχημύναμε. Εμείς την εξαθλιώσαμε. Βλέπω τώρα τα νέα παιδιά που συχνάζουν σε γειτονιές όπως το Γκάζι, προσπαθώντας να αφουγκραστούν εκείνο που ήταν κάποτε η Αθήνα... Από τη μια τα λυπάμαι που τους έλαχε μια τέτοια (σύγχρονη, τη λένε) Αθήνα, από την άλλη χαίρομαι που στο γονίδιό τους είναι αποτυπωμένο κάτι από την παλιά ομορφιά και ποιότητα – γι' αυτό και την αναζητούν, υποθέτω. Πού να τη βρουν όμως, όταν ο δήμος Αθηναίων περί άλλα τυρβάζει; ΄Οταν, αντί τα πράγματα να φτιάχνουν, χειροτερεύουν;


Η Μερόπη, που ζει στο Κολωνάκι, μου λέει ότι πότε πότε ξηλώνουν κάτι πεζοδρόμια για να τα κάνουν χειρότερα από ό,τι ήταν, την επομένη κόβουν κάτι (ωραιότατα) δέντρα για να βάλουν καλύτερες, υποτίθεται, ποικιλίες πρασινάδας... Προσπαθούν, ενίοτε, να δείξουν ότι υπάρχουν, ότι δουλεύουν. Επειδή εκεί είναι Κολωνάκι. Κάτι σαν βιτρίνα. Η βιτρίνα των καλών προθέσεών τους. Σε γειτονιές όμως όπως η δική μου, στου Γκύζη, στην Κυψέλη, στη Νεάπολη, στα πέριξ της πλατείας Βικτωρίας, όχι δήμαρχο δεν έχω δει να πατάει, αλλά ούτε τον τελευταίο παρατρεχάμενό του, έστω για να ρίξει στάχτη στα μάτια μας. Πόσοι, αλήθεια, «γαλάζιοι» δήμαρχοι πρέπει να αποτύχουν σε αυτή την πόλη – όπως αποτυγχάνουν τα τελευταία είκοσι και βάλε χρόνια – για να δώσουμε και σε κάποια άλλη παράταξη την ευκαιρία να δοκιμάσει τις δυνάμεις της και να δοκιμαστεί; Αναρωτιέμαι...


Γίνεται και κάτι καλό στη γειτονιά μου. Αφού το άφησαν να ρημάξει, φτιάχνουν το άλσος στο Πεδίον του ΄Αρεως. Κλειστό εδώ και μήνες, ρετουσάρεται εκ βάθρων. Το έχουν αναλάβει άνθρωποι άξιοι, διάβασα. Μακάρι. Ομολογώ ότι, μετά τις τραγικά δυσάρεστες εκπλήξεις που είχα με τις αναμορφώσεις της πλατείας Ομονοίας, της πλατείας Κολωνακίου, της πλατείας Κοτζιά κτλ., οι οποίες κατέληξαν σε... παραμορφώσεις, είμαι εξαιρετικά επιφυλακτικός. Τρέμει το φυλλοκάρδι μου ως προς το τι πρόκειται να αντικρίσουμε με το που θα πέσουν τα τείχη – αν και όταν... – που στήθηκαν και μέσα στα οποία «ανακατασκευάζεται» ο χώρος. Στο μεταξύ, ενώ τα τείχη στέκουν γερά, το μόνο που έχει πέσει στη γειτονιά μας είναι η θεία Ιουλία, η οποία σωριάστηκε στο πεζοδρόμιο έξω από τον φούρνο και στραμπούλιξε το δεξί της χέρι. ΄Ηρθαν κάτι κύριοι με ένα σιδεροπρίονο, μας πληροφόρησε η φουρνάρισσα, και έκοψαν την πινακίδα του Stop που βρισκόταν στη γωνία, αφήνοντας «το ποδάρι της» (έτσι το είπε) να προεξέχει πέντε εκατοστά πάνω από το πεζοδρόμιο. ΄Επαθε τις προάλλες υπογλυκαιμικό σοκ η θεία, βρήκε έξω χωρίς να την πάρουμε είδηση για να αγοράσει τουλουμπάκια, μπερδεύτηκε στο εναπομείναν... μεταλλικό ποδάρι και πάρ' την κάτω. Διάβασα ότι πρόσφατα μια γιαγιά κάπου στις ΗΠΑ (ή στην Ευρώπη ήταν;), η οποία έπεσε σε ένα χαλασμένο πεζοδρόμιο και χτύπησε, μήνυσε την πολιτεία που δεν το είχε συντηρήσει και πήρε τεράστια αποζημίωση. «Να το κάνουμε και εμείς!» λέει η θεία. Επιλεκτικό Αλτσχάιμερ έχει, ξεχνάει πού ζούμε. Στη δική μας περίπτωση όχι αποζημίωση δεν θα μας επιδικάσουν, αλλά ούτε το μισό κιλό τουλουμπάκια που σκορπίστηκε τόσο άδοξα στο πεζοδρόμιο δεν θα μας αντικαταστήσουν, έτσι, ως πράξη αβροφροσύνης... «Κρίμα τα γλυκά!» έλεγε η κυρία Τζάκη του πέμπτου ορόφου (και των εκατό κιλών), όταν επισκέφτηκε τη θεία για τα περαστικά. Κρίμα. Και ήταν και φρεσκότατα...
 Permalink 
« Homefood
Αρχείο
Δημοφιλή
› 
Τα ταξίδια των ανθρώπων
› 
Εκεί… ψηλά στον Παρνασσό
› 
Ψωνίζω, άρα υπάρχω;
› 
Από το «Ποσειδώνιο» στο Σαν Ρέμο
› 
Τα φυτά που μιλάνε
© ΙΣΤΟΣ 2024
Κοσμάς Βίδος
Ο Κοσμάς Βίδος γράφει και (όποτε μπορεί) ταξιδεύει.
« Bloggers