΄Η στραβά αρμενίζουμε
25.9.2008 
Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα από το να ξέρεις ότι έχεις δίκιο και να επιμένουν ότι έχεις άδικο. Να προσπαθούν, δηλαδή, να σε βγάλουν τρελό. Το έζησα πριν από μερικές ημέρες, όταν πήγα στην Τήνο για σύντομες διακοπές.  ΄Εχοντας επιλέξει ένα από τα ταχύπλοα που διανύουν την απόσταση Ραφήνα - Χώρα Τήνου σε δύο ώρες. Για να κερδίσω χρόνο. Που τον έχασα. Γιατί μπορεί εγώ να έφτασα στο λιμάνι στην ώρα μου, ή, μάλλον, πολύ πριν από την ώρα μου, μαζί με δεκάδες άλλους φιλόδοξους ταξιδιώτες του Σεπτεμβρίου, το σκάφος όμως όχι μόνο δεν ήταν έτοιμο για την επιβίβασή μας, αλλά ούτε καν είχε επιστρέψει από το προηγούμενο ταξίδι του. Τελικά έφτασε στο λιμάνι (αν μπορεί κανείς να χαρακτηρίσει λιμάνι το μπάχαλο της Ραφήνας) με μία ώρα καθυστέρηση. Για να αναχωρήσει με μιάμιση, συνολικά, ώρα καθυστέρησης. Αυτά βεβαίως συμβαίνουν. Στην Ελλάδα με μεγαλύτερη συχνότητα από ό,τι στο εξωτερικό, συμβαίνουν όμως. Δεν δυσανασχέτησα λοιπόν. Ούτε έδωσα σημασία στην επιβάτιδα του προηγούμενου δρομολογίου, η οποία βγήκε από το σκάφος εν εξάλλω, φωνάζοντας σε εμάς που περιμέναμε στη σειρά για να επιβιβαστούμε: «Υπομονή να έχετε και κουράγιο! Σε τέσσερις ώρες θα φτάσετε!».

 
Σκέφτηκα κάτι για τα πειραγμένα νεύρα του κόσμου και την παντελή έλλειψη υπομονής του Νεοέλληνα, ενώ αποφάσισα ότι, από τη στιγμή που βρίσκομαι σε διακοπές, δεν θα αφήσω τίποτε να με ταράξει και κάθησα ήσυχος στη σειρά μου. Ρίχνοντας κλεφτές ματιές στο περιοδικό που ξεφύλλιζε η μπροστινή μου. Στο εξώφυλλο του οποίου η Μιμή Ντενίση πόζαρε ντυμένη νύφη, έναν μήνα πριν από τον γάμο της. Τι βίτσιο και αυτό των επωνύμων, να φοράνε τα νυφικά και να φωτογραφίζονται εβδομάδες πριν από το Μυστήριο. Δεν φοβούνται μήπως τους φέρει γρουσουζιά; ΄Η απλώς δεν τους νοιάζει;

 
Φανερά προβληματισμένος για το μέλλον της Ντενίση στο πλευρό του ολοκαίνουργου συζύγου της, βρήκα τη θέση μου κάθησα, άνοιξα το δικό μου περιοδικό, το οποίο ασχολούνταν με τη νέα (για πολλοστή φορά) λαμπρή καριέρα της ΄Αννας Βίσση στη Νέα Υόρκη (κάπου στα σουβλατζίδικα της Αστόριας, υποθέτω) και το ταξίδι ξεκίνησε. ΄Ενα ταξίδι ακούνητο, αλλά μάλλον αργό. Πολύ αργό. ΄Η μήπως ήταν ιδέα μου; Επιθυμώντας διακαώς να παραμείνω ήρεμος και να μην απασχολώ το μυαλό μου με θέματα επουσιώδη, αποφάσισα ότι ήταν η ιδέα μου και συνέχισα να διαβάζω για την τεράστια επιτυχία που – πολύ θα ήθελε να – έχει η εθνική μας ΄Αννα στις ΗΠΑ. Δεν αντέδρασα όταν οι δύο ώρες που διαρκεί το ταξίδι ως την Τήνο είχαν περάσει και έξω από το παράθυρο έβλεπα ακόμη τα βουνά της ΄Ανδρου. Δεν αντέδρασα ούτε όταν ο κόσμος γύρω μου άρχισε να δυσανασχετεί με την (αδικαιολόγητη) καθυστέρηση. Ούτε όταν η διπλανή μου έσκυψε και, με ύφος Μις Μαρπλ, μου εκμυστηρεύτηκε «ξέρετε τι γίνεται; Εγώ ρώτησα και έμαθα... Λένε ότι έχει πρόβλημα η μία μηχανή, γι' αυτό αργεί τόσο, αλλά δεν μας το λένε για να μη χρειαστεί να μας αποζημιώσουν». Ας αργούσε όσο ήθελε, εγώ έκανα διακοπές και έπρεπε πάση θυσία να παραμείνω ήρεμος, χαλαρός και ευτυχής. Φόρεσα ένα χαμόγελο, σαν εκείνο που φορούσε και η Ντενίση στο εξώφυλλο του περιοδικού, και βολεύτηκα στο κάθισμά μου, απαντώντας στη Μις Μαρπλ με ένα πολύ φιλοσοφημένο «δεν βαριέστε, κυρία μου!». ΄Εκλεισα τα μάτια μου και μπορεί και να κοιμόμουν λίγο, αν οι φωνές γύρω μου δεν δυνάμωναν. Γιατί μπορεί εγώ να είχα αποφασίσει να κάνω τον γκουρού, ορισμένοι όμως από τους συνταξιδιώτες μου είχαν άγριες διαθέσεις. Με το δίκιο τους.

 
Τα αίματα, λοιπόν, άναψαν. ΄Ολα ξεκίνησαν όταν ένας επιβάτης, απηυδισμένος από την καθυστέρηση, πλησίασε τη ρεσεψιόν και ρώτησε την κοπέλα που βρισκόταν εκεί. «Γιατί έχουμε αργήσει τόσο πολύ;». «Δεν έχουμε αργήσει», του απάντησε εκείνη, «πάντα τόσο κάνουμε». Εκεί άρχισε να τρεμοπαίζει το δεξί φρύδι μου, ένδειξη ότι αποσυντονίζομαι. «Δεν κάνουμε πάντα τόσο κοπέλα μου», πετάχτηκε μια κυρία, «το ταξίδι προς την Τήνο διαρκεί δύο ώρες και όχι δυόμισι». «Το ταξίδι προς την Τήνο διαρκεί δυόμισι ώρες» απάντησε η κοπέλα αποφασισμένη, ως φαίνεται, να τρελάνει όλους εμάς που, εδώ και χρόνια, πηγαινοερχόμαστε ακριβώς σε δύο ώρες με τα ταχύπλοα – τα οποία και χρυσοπληρώνουμε για να μας μεταφέρουν πιο γρήγορα από τα συμβατικά πλοία που χρειάζονται τέσσερις ώρες (από Ραφήνα). Εκείνη τη στιγμή άρχισε να παίζει και το αριστερό φρύδι μου. «Δεν υπάρχει περίπτωση», επέμεινε η κυρία, «το ταξίδι διαρκεί δύο ώρες». «΄Οχι, δύο και μισή», την αντέκρουσε χαμογελαστή η κοπέλα, η οποία, υποθέτω, εκτελούσε διαταγές των ανωτέρων της. Δεν κρατήθηκα, πετάχτηκα επάνω, ξεχνώντας και τη νιρβάνα μου και τη διεθνή καριέρα της Βίσση και τον γάμο της Ντενίση. «Γιατί μας κοροϊδεύετε; Κάνω αυτό το ταξίδι πολύ συχνά και σας διαβεβαιώνω ότι διαρκεί δύο ώρες με το ρολόι», της είπα, «όπως πολύ καλά γνωρίζετε και εσείς». «Ναι, αλλά, όταν δεν είναι καλός ο καιρός, καθυστερεί λίγο...» επιχείρησε να αναδιπλωθεί η κοπέλα. «Μα σήμερα ο καιρός είναι εξαιρετικός!» της όρμησα ακόμη πιο εκνευρισμένος. «Ναι, άλλα όταν υπάρχει κίνηση στα λιμάνια...». «Ποια λιμάνια κυρία μου; Το δρομολόγιο λέει Ραφήνα - Τήνος, δεν έχουμε πιάσει ενδιάμεσο λιμάνι και είμαστε στη θάλασσα περισσότερο από δυόμισι ώρες!».


Τελικά στην Τήνο φτάσαμε έπειτα από ταξίδι δύο ωρών και τριών τετάρτων – χωρίς να υπολογίσω και τη μεγάλη καθυστέρηση στη Ραφήνα. Με άλλους επιβάτες να θεωρούν ότι, πράγματι, ήταν χαλασμένη η μία μηχανή και άλλους να επιμένουν ότι το σκάφος δεν ανέπτυσσε ταχύτητα προκειμένου να κάνει οικονομία στα καύσιμα. Εγώ αρνούμαι να εμπλακώ σε μια τέτοια σεναριολογία. Απλώς αναρωτιέμαι γιατί δεν μας είπαν την αλήθεια (διότι δεν την είπαν!), ζητώντας μας και ένα συγγνώμη που δεν ήταν συνεπείς απέναντί μας. Από φόβο ότι κάποιοι δεν θα τους ακολουθούσαμε στο ταξίδι με αποτέλεσμα η επιχείρησή τους να χάσει χρήματα; Ενώ τώρα, που πήραν τα λεφτά μας (40 ευρώ το άτομο, τη στιγμή που το ταξίδι με τα συμβατικά πλοία στοιχίζει 20 ευρώ το άτομο) χωρίς να μας παρέχουν τις υπηρεσίες για τις οποίες τους προτιμήσαμε, θεωρούν ότι είναι επιτυχημένοι επιχειρηματίες; ΄Οτι είναι μάγκες;

 
ΥΓ.: Ασχετο, αλλά αυτή η Σάρα Πέιλιν απλώς δεν αντέχεται! Μαζεύω στοιχεία (και φρίττω) για να επανέλθω...
 Permalink 
« Homefood
Αρχείο
Δημοφιλή
› 
Τα ταξίδια των ανθρώπων
› 
Εκεί… ψηλά στον Παρνασσό
› 
Από το «Ποσειδώνιο» στο Σαν Ρέμο
› 
Στο δικό μου Ισλαμαμπάντ
› 
Μπροστά στο ATM
© ΙΣΤΟΣ 2024
Κοσμάς Βίδος
Ο Κοσμάς Βίδος γράφει και (όποτε μπορεί) ταξιδεύει.
« Bloggers