Κακή εκπαίδευση
13.9.2012 
Την είδα στην τηλεόραση, σε κάποιο δελτίο ειδήσεων. Όμορφη. Να τη χαίρεσαι, να την πιείς στο ποτήρι, να ευγνωμονείς τον... ζαχαροπλάστη μπαμπά της και άλλες τέτοιες κρυάδες. Ήταν από τα παιδιά τα καλομεγαλωμένα (αυτό έδειχνε η εικόνα της), με τη λάμψη και τη χαριτωμένη ανεμελιά των νιάτων της. «Πληρώνεις εισιτήριο όταν χρησιμοποιείς τα μέσα μαζικής μεταφοράς;» τη ρώτησε ο δημοσιογράφος. «Όχι, βέβαια» απάντησε εκείνη ρίχνοντας με νάζι το κεφάλι πίσω, «εξάλλου γιατί να πληρώνω, για να δίνω λεφτά στο κράτος;». «Και αν σε πιάσουν;». «Δεν τρέχει τίποτα». `Η μήπως τρέχει ο γονιός που τη μεγάλωσε για να γίνει πασιονάρια και πληρώνει τα πρόστιμα; Δεν ήταν όμως μόνη στην επανάσταση. Και το αγόρι δίπλα της παραδέχτηκε ότι μετακινείται τσάμπα. Μόνο η τρίτη της παρέας δήλωσε ότι δεν είναι στον χαρακτήρα της να μην πληρώνει, για να σπεύσει όμως στη συνέχεια να δικαιολογήσει τους προλαλήσαντες, κάνοντας λόγο για την ακρίβεια, την ανεργία, για τις δέκα πληγές των σύγχρονων νέων. Αυτές τις δέκα (και βάλε) πληγές, στις οποίες χρεώνουν εσχάτως τα πάντα: από τις καταλήψεις σε κτίρια του Δημοσίου ή μη, έως κάτι υστερικές «δράσεις» – αντιδράσεις των κομματικών νεολαιών και από τα γκράφιτι που έχουν μετατρέψει την πόλη σε μουντζούρα ως τους βανδαλισμούς στα αγάλματα, στη δημόσια περιουσία γενικότερα. Και έχει πολλά ακόμη ο κατάλογος.
 
Σωστή εκπαίδευση όμως δεν είναι μόνο να γνωρίζεις τα ονόματα των τριών της Φιλικής Εταιρείας ούτε τον μηχανισμό λειτουργίας της φωτοσύνθεσης (αυτόν και εγώ που τον διδάχτηκα σε βαθμό εξαντλητικό σε δημοτικό και γυμνάσιο, τον έχω ξεχάσει), είναι και άλλα, εξίσου, αν όχι σημαντικότερα, πράγματα: όπως π.χ. πώς θα διαχειρίζεσαι τη σχέση σου με το κράτος, πώς θα λειτουργείς ως πολίτης, πώς θα σέβεσαι τους κανόνες που είναι απαραίτητοι για να πάρει μπρος η κακοσυντηρημένη και σκουριασμένη (στην Ελλάδα) μηχανή που λέγεται κοινωνία, ακόμη και πώς θα αντιδράς με τρόπο πολιτισμένο απέναντι στα κακώς κείμενα – για να μην ξεχνάμε και αυτό το δικαίωμα. Σωστή εκπαίδευση είναι πολύ περισσότερα από αυτά που γράφουν τα σχολικά βιβλία, πράγματα που εκείνα τα παιδιά – για να επιστέψω στους χαριτωμένους (;) τσαμπατζήδες που μου έδωσαν την αφορμή για το σημερινό σχόλιο – έμοιαζαν να αγνοούν. Κυρίως αγνοούσαν το βασικό, εκείνο που μαθαίνουμε από την πρώτη μέρα που καθόμαστε στα θρανία: ότι το κράτος είμαστε εμείς και ότι αν δεν το φροντίσουμε, κλάψ’ τα, Χαράλαμπε. Έτσι, Χαράλαμπε και «Τζένη, Τζέσυ, Τζέφυ και Τζούλια» όταν π.χ. δεν πληρώνεις εισιτήριο για να μην αφήσεις λεφτά στο Δημόσιο, τις δικές σου τσέπες βλάπτεις. Το ίδιο και όταν ζωγραφίζεις κόκκινα μάγουλα στο άγαλμα του Κωστή Παλαμά, όταν κόβεις μύτες και προσθέτεις πέη στα αγάλματα που τον συντροφεύουν, όταν γράφεις «Είμαι η Μαρία και τους παίρνω όλους» σε έναν φρεσκοβαμμένο τοίχο στα Εξάρχεια, όταν καις τα σχολικά βιβλία, όταν, όταν, όταν... Δεν το καταλαβαίνεις; Δεν το καταλαβαίνουν; Απορώ πώς παιδιά έξυπνα, φιντάνια μιας εποχής που τα φρόντισε και τους έδωσε περισσότερα εφόδια από κάθε προηγούμενη γενιά, σκέφτονται τόσο στενόμυαλα, είναι τόσο λάθος. Ναι, την πίκρα επειδή δεν μπορούν να κάνουν εκείνο που θέλουν, επειδή αγωνίζονται για να επιβιώσουν, «όμηροι» μιας ζοφερής πραγματικότητας που πνίγει τη δημιουργία και τη διάθεση για δουλειά την καταλαβαίνω. Όπως καταλαβαίνω πόσο άτυχος είσαι όταν καλείσαι να ενηλικιωθείς μέσα σε έναν κυκεώνα οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων. Αυτό όμως δεν δικαιολογεί τσάμπα μαγκιές, αφασικές και άναρχες συμπεριφορές.
 
Μήπως έχω αρχίσει να σκέπτομαι όπως η γιαγιά μου; Όμως εγώ δεν θεωρώ ότι... στα χρόνια μου οι άνθρωποι ήταν καλύτεροι, όπως έλεγε εκείνη νοσταλγώντας την εποχή που φιλούσες το χέρι των μεγαλυτέρων σου ακόμα και αν αυτό σε καρπάζωνε αδίκως. Πιστεύω ότι πάντα είναι ίδιοι και ότι οι επιμέρους συμπεριφορές, ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνονται την παρουσία τους στο κοινωνικό σύνολο κάνει τη διαφορά. Οπότε, δεν χρειάζεται να διευκρινίσω ότι δεν τους βάζω όλους στο ίδιο τσουβάλι. Εξάλλου και εμείς, ως παιδιά, είχαμε μπει στο λεωφορείο χωρίς εισιτήριο, παίζοντας το παιχνίδι «θα μας πιάσει ή δεν θα μας πιάσει ο ελεγκτής». Ήταν όμως παιχνίδι. Που δεν το σερβίραμε ως επανάσταση. Γράφοντας αυτά θυμάμαι μια ιστορία που μου είχε διηγηθεί ένας δικός μου άνθρωπος. Ο οποίος πριν από πολλές δεκαετίες και ενώ βρισκόταν σε μεγάλες φτώχειες δεν είχε να πληρώσει το εισιτήριο για το λεωφορείο που θα τον μετέφερε από την Κηφισιά (όπου εργαζόταν) στο κέντρο της πόλης και έκανε όλη τη διαδρομή με τα πόδια, αργά το βράδυ. Μπορείτε να τον χαρακτηρίσετε υπερβολικό, γραφικό, μαζοχιστή, ακόμη και βλάκα (έτσι θα τον έλεγαν τα παιδιά της ιστορίας μας;), εγώ όμως πάντα συγκινούμαι, όχι τόσο από τη νομιμοφροσύνη του όσο από την αξιοπρέπειά του (αρετή έμφυτη, αλλά και αποτέλεσμα της εκπαίδευσης που είχε λάβει), αν γίνομαι αντιληπτός... 
 
 Permalink 
« Homefood
Αρχείο
Δημοφιλή
› 
Τα ταξίδια των ανθρώπων
› 
Εκεί… ψηλά στον Παρνασσό
› 
Ψωνίζω, άρα υπάρχω;
› 
Από το «Ποσειδώνιο» στο Σαν Ρέμο
› 
Τα φυτά που μιλάνε
© ΙΣΤΟΣ 2024
Κοσμάς Βίδος
Ο Κοσμάς Βίδος γράφει και (όποτε μπορεί) ταξιδεύει.
« Bloggers