Αθήνα, το κέντρο των εξελίξεων της μόδας. Αυτή η σκέψη δεν προέκυψε επειδή αρχίζει από αύριο η ελληνική εβδομάδα μόδας στο Γκάζι. Έχει να κάνει με το ότι μέσα στο φθινόπωρο έρχεται μια καταιγίδα από εγκαίνια μπουτίκ σχεδιαστών. Τα ονόματα της «πρώτης» σειράς στον κόσμο της μόδας και των ομίλων πολυτελείας είχαν ταυτόχρονα μια έμπνευση: να αποκτήσουν ένα κατάστημα στην Αθήνα. Δεν ξέρω πώς τους ήρθε η ιδέα ότι αυτή η πόλη μπορεί να εξελιχθεί σε στυλιστική πρωτεύουσα των Βαλκανίων.
Τα vernissage των ημερών είναι εντυπωσιακά: Bottega Veneta, Lanvin, Manolo Blahnik, Oscar de la Renta, Marc by Marc Jacobs, Giuseppe Zanotti, Diane von Furstenberg, Prada. Το ένα μετά το άλλο τα ονόματα των σχεδιαστών ρούχων και αξεσουάρ καταφτάνουν στην Αθήνα για να την κάνουν πανομοιότυπη πηγή κατανάλωσης με όλες τις μεγάλες πόλεις του πλανήτη.
Τα «κεντρικά γραφεία» κάθε φίρμας στέλνουν αρχιτεκτονικές οδηγίες για την εσωτερική διαρρύθμιση και διακόσμηση των χώρων και οι ιδιοκτήτες των μπουτίκ, νυν συνέταιροι των ξένων, εκστασιάζονται με το μεγάλο βήμα που κάνει η επαγγελματική τους σταδιοδρομία.
Ίσως μερικούς μήνες πριν, για να μην πω καλύτερα χρόνια, αυτό το τσουνάμι της πολυτέλειας να με ενθουσίαζε. Ως οπαδός του window shopping θεωρώ ότι οι ωραίες βιτρίνες είναι αφορμή για ωραίες βόλτες. Σήμερα, με τα μαύρα σύννεφα της παγκόσμιας κρίσης να σκοτεινιάζουν την αγοραστική μου ικανότητα, όλο αυτό το πάρτι το βλέπω ως πανηγύρι της ματαιοδοξίας στο οποίο είμαι απρόσκλητη.
Έχω κάνει πολύ καλές επιδόσεις στο σπορ της αλόγιστης κατανάλωσης. Εδώ και πολλά χρόνια ανήκω στους επιζήσαντες των πιστωτικών καρτών με υψηλά επιτόκια. Το «ψωνίζω, άρα υπάρχω» το έχω διερευνήσει διεξοδικά. Γι’ αυτό κι έχω αποκτήσει την εμπειρία της αξίας ενός προϊόντος και της τιμής με «καπέλο», που είναι τάση στα μαγαζιά της Αθήνας.
Αντί να χαίρομαι λοιπόν που θεωρητικά θα έχω τη δυνατότητα να ψωνίσω γόβες Manolo Blahnik, μαύρα φορέματα Lanvin, τσάντες Prada, με άτοκες δόσεις, θλίβομαι γι’ αυτό που θα συμβαίνει γύρω μου: στίφη γυναικών κάθε ηλικίας να κατεβαίνουν βόλτες στα μαγαζιά παρασκευοσαββατοκύριακα για να ξετινάξουν την πιστωτική συζύγου, πατέρα ή «γενναιόδωρου φίλου» τους. Κι επειδή ακόμη δεν έχουμε μάθει να μεταχειριζόμαστε τα σύμβολα της νέας ή παλιάς πολυτέλειας με αγάπη, τα εύθραυστα, πανάκριβα αντικείμενα θα καταντήσουν τρόπαια νίκης πάνω στις εν λόγω κυρίες, αμφιβόλου αισθητικής καλλιέργειας.
Όλα αυτά τα ονόματα και οι δημιουργίες τους υπήρξαν αφορμές προσωπικής ανακάλυψης της κουλτούρας άλλων κόσμων. Κάθε οίκος ή δημιουργός είχε το χρόνο να βάλει σε ένα ρούχο ή σε ένα αξεσουάρ κομμάτια από την ιστορία του τόπου του, λεπτομέρειες χειροτεχνίας από άριστους τεχνίτες. Τώρα πια ο χρόνος σημαίνει περισσότερες πωλήσεις και κέρδη. Γιατί οι κυρίες που διψάνε να επιδείξουν τα αγαθά και την άνεσή τους δεν ενδιαφέρονται να αποκτήσουν κάτι μοναδικό. Αλλά, κυρίως, κάτι πολυφωτογραφημένο και πολυσυζητημένο.
Πείτε με σνομπ, ψώνιο, επιπόλαιη, ελαφρόμυαλη. Όλα τα αντέχω. Δεν αντέχω όμως την επανάληψη. Τα ίδια ονόματα που θα υπάρχουν έξω θα βρίσκονται κι εδώ. Οι ίδιες ετικέτες, τα ίδια λογότυπα, η ίδια αξιολόγηση κομψότητας. Και η ίδια υπαρξιακή απορία: Σε μια Ελλάδα που φτωχαίνει, πόσες είναι εκείνες που κάθε σεζόν θα ανανεώνουν την εικόνα τους με τέτοια ακριβά κομμάτια; Όποιος έχει τη λύση, ας αφήσει μήνυμα.