Με ματιά αθώα σαν παιδιού…
20.6.2012 
Παρασκευή 22 και Σάββατο 23, αν θυμάμαι καλά τις ημέρες, στα πλαίσια του φεστιβάλ Αθηνών στο Ηρώδειο, θα παρουσιαστεί ένα μεγάλο αφιέρωμα στον Μάρκο Βαμβακάρη. Δεν ξέρω αν και το Ηρώδειο είναι το κατάλληλο μέρος για να ακουστούν τα τραγούδια του Βαμβακάρη και φοβάμαι πως κι ο ίδιος θα τρόμαζε με την ιδέα να παρουσιαστεί σ΄ έναν τέτοιο χώρο –μπορεί να κάνω και λάθος βέβαια– αλλά είναι σημαντικό το ότι γίνεται μια τέτοια εκδήλωση γι΄ αυτόν τον άνθρωπο, ο οποίος πραγματικά υπήρξε τόσο σεμνός, τόσο αξιοπρεπής και τόσο σπουδαίος σαν δημιουργός, χωρίς στην ουσία να απολαύσει, όσο ζούσε, αυτά που του άξιζαν να απολαύσει. Ο Τσιτσάνης καταρχήν, αλλά και ο Παπαϊωάννου και άλλοι άνθρωποι του ρεμπέτικου που κατόρθωσαν να επιζήσουν μέσα στα χρόνια και να φτάσουν έως τη δεκαετία του 80 είτε του 90, πρόλαβαν να απολαύσουν και την αποκατάσταση του ονόματός τους και να γίνουν αυτό που λένε «σεβαστοί». Ο Μάρκος Βαμβακάρης, νομίζω, αισθάνομαι, πως μόνο την αρχή της αποκατάστασης του ρεμπέτικου πρόλαβε να ζήσει και πάλι όχι όσο θα του άξιζε, επειδή ο προπάππους μου είχε συνεργαστεί με τον Μάρκο Βαμβακάρη, πολλές φορές στο σπίτι άκουγα διάφορες ιστορίες γι΄ αυτόν. Μετά διάβασα και την αυτοβιογραφία του, διάβασα και βιβλία γι΄ αυτόν και αυτό που πριν απ΄ όλα εισέπραξα, είναι πως αυτός ο άνθρωπος θα έπρεπε να είναι σεβαστός όχι μόνο γιατί στην ουσία ήταν ο πατριάρχης του ρεμπέτικου, όχι μόνο γιατί έγραψε τραγούδια αριστουργηματικά που ακόμα και σήμερα μοιάζουν σαν να γράφτηκαν… αύριο, αλλά κυρίως γιατί σαν αυθεντικός δημιουργός ψυχής, αυτά που έγραψε ήταν σε απόλυτη αρμονία με την ίδια του τη ζωή. Ήταν ένας εκδορέας αν θυμάμαι καλά, αυτοδίδακτος, με σπάνιο και αυθόρμητο μουσικό ταλέντο, που μετέφερε την ψυχή και τα βιώματά του στα τραγούδια του. Αν ακούσεις τα τραγούδια του και μελετήσεις τη ζωή του, βλέπεις πως η ζωή του ήταν στα τραγούδια του, όχι απλώς τα τραγούδια του στη ζωή του. Αυτό, που έζησε στον Πειραιά το ΄30 και το ΄40, αυτό που αισθάνθηκε βιώνοντας την κατάσταση γύρω του, το κατέγραψε με τρόπο μοναδικό. Τα τραγούδια του πέρα από απολαυστικά εμπνευσμένα τρίλεπτα, ήταν καταγραφή ενός ολόκληρου κόσμου που έζησε μέσα στο περιθώριο, αλλά κατάφερε και να επιβιώσει και να εξελιχθεί. Νομίζω, πως δεν υπάρχει τίποτα πιο σημαντικό σε έναν μεγάλο δημιουργό, απ΄ το να καταγράψει τη ζωή γύρω του σε ενεστώτα χρόνο και να την αφήσει παρακαταθήκη στις επόμενες γενιές, αλλά κι ο ίδιος να είναι απόλυτο μέρος αυτής της ζωής…
 
Σήμερα, πλέον δεν υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι και τέτοιοι καλλιτέχνες, ίσως γιατί δεν υπάρχει αθωότητα και το αθώο βλέμμα, το σχεδόν χαμένο μέσα σε όλο αυτό που γίνεται γύρω του, αυτό το καινούργιο, το διαφορετικό, το έχω εισπράξει από τον Βαμβακάρη σ΄ εκείνο το μοναδικό πλάνο στην ταινία «Νόμος 4000» του Γιάννη Δαλιανίδη στη Φίνος Φιλμ το 1962. Χρειαζόταν μια σκηνή, όπου ο ήρωας πάει στα μπουζούκια κάπου στην Ιερά οδό στο Αιγάλεω και η ορχήστρα παίζει ένα τραγούδι του Μίμη Πλέσσα «Ρίξε μου μια διπλοπενιά». Είναι μια αυθεντική ορχήστρα τέτοιου μαγαζιού εκείνης της εποχής, την οποία προφανώς έκλεισαν ολόκληρη για να γίνει το γύρισμα. Δεν παίζουν πραγματικά το τραγούδι, παριστάνουν ότι το παίζουν και μέσα σ΄ αυτούς είναι και ο Βαμβακάρης. Παρόλη την μουσική επανάσταση που είχε ήδη επέλθει το 1962 με τον Χατζιδάκι και τον Θεοδωράκη και την αποκατάσταση του μπουζουκιού που ήδη είχε ξεκινήσει ο Βαμβακάρης, δεν ήταν αρκετά γνωστός – ο Γιάννης Δαλιανίδης μου είχε πει πως απλώς φέρανε μια ορχήστρα στο στούντιο, ενώ ο Μίμης Πλέσσας που τον ήξερε βέβαια, δεν είχε μάθει καν πως μέσα στην ορχήστρα που παρίστανε ότι έπαιζε το τραγούδι του βρισκόταν ο Βαμβακάρης. Το βλέμμα, σ΄ αυτά τα λίγα πλάνα που περνάνε από το πρόσωπό του, δείχνει έναν άνθρωπο με μια ματιά τόσο αθώα, τόσο αλλού από το περιβάλλον στο οποίο βρισκόταν –ένα περιβάλλον γυρίσματος μέσης ελληνικής ταινίας της εποχής της Φίνος Φιλμ. Ήταν, όχι το πρόσωπο του «αγίου μάγκα» όπως καθιερώθηκε να λένε, λίγο κιτς κατά τη γνώμη μου, τον Βαμβακάρη, αλλά το πρόσωπο με την αθωότητα ενός παιδιού. Ένας άνθρωπος που έζησε σ΄ έναν άλλο κόσμο και σε μια άλλη εποχή, που έγραψε για το μεροκάματο, όπως στην πραγματικότητα δούλεψαν όλοι οι μεγάλοι δημιουργοί της ανθρωπότητας, βρισκόταν ξαφνικά σ΄ ένα περιβάλλον ξένο γι΄ αυτόν, όπως ξένοι φαντάζομαι θα ήταν και όλοι αυτοί οι άνθρωποι του πνεύματος και της τέχνης που πρόλαβε να τους ακούσει να τον θαυμάζουν...
 
Νομίζω, ότι αν κάτι αξίζει κανείς να θαυμάσει στον Βαμβακάρη πέρα από τις δημιουργίες του, είναι ακριβώς το πως ο ίδιος ήταν πραγματικά οι δημιουργίες του. Περισσότερο από πολλούς άλλους που δοξάστηκαν στο ρεμπέτικο. Όπως ο Καρυωτάκης με μια αυτοκτονία και ο Καβάφης με τον τρόπο της ζωής του, υπέγραψαν το έργο τους, το ίδιο έκανε και ο Βαμβακάρης…
 
Φυσικά, δεν είναι καθόλου περίεργο που μια τέτοια ζωή ενός τέτοιου ανθρώπου δεν σκέφτηκε ποτέ κανείς από τους Έλληνες σκηνοθέτες να την μεταφέρει στην μικρή ή μεγάλη οθόνη. Είχαν πιο σοβαρά πράγματα να κάνουν προφανώς…
 
Για μένα ο Βαμβακάρης στο ρεμπέτικο και ο Αττίκ στο ελαφρό τραγούδι, είναι δύο άνθρωποι που με διαφορετικό τρόπο ο καθένας, «αντίπαλα» στρατόπεδα, «γέννησαν» το αστικό τραγούδι όπως το ξέρουμε σήμερα…
 
Φαντάζομαι, αν ζούσαν δεν θα ήταν και πολύ ευτυχισμένοι με την εξέλιξή του, αλλά έτσι κι αλλιώς ο καθένας έζησε επίμονα και δημιούργησε μέσα στον δικό του κόσμο…
 
Όσες τιμές και αν αποδοθούν στον Βαμβακάρη λίγες θα΄ ναι και καμιά δεν θα είναι τόσο σημαντική όσο τα τραγούδια του. Επιμένουν να ακούγονται αργά το βράδυ σε γλέντια, κέντρα, από τραγουδιστές και θαμώνες. Μακράν απέχουν από τον ίδιο και το πνεύμα του. Το ότι είναι τόσο ζωντανά, δείχνει τη δύναμη της πραγματικής τέχνης που φτιάχνεται από ανάγκη μέσα στην επικαιρότητα και την προσπερνά νικώντας τη. Μ΄ αυτά, δεν θέλω να υποβιβάσω τη σημασία του αφιερώματος στον Βαμβακάρη, στο Ηρώδειο που επιμελείται η Λίνα Νικολακοπούλου –που ευτυχώς που το επιμελείται η Λίνα Νικολακοπούλου– αλλά να πω απλώς, πως δεν είναι το φεστιβάλ Αθηνών που τιμά τον Βαμβακάρη, αλλά πως ο Βαμβακάρης τιμάει το φεστιβάλ Αθηνών με την παρουσία του στο Ηρώδειο…
 Permalink 
« Homefood
Αρχείο
Δημοφιλή
› 
Εμείς οι «απ’ οδώ» και εμείς οι άλλοι «απ’ έξω»
› 
Φωτιά στη χαρά…
› 
Ρατσισμοί κάθε είδους…
› 
Περασμένα μεγαλεία
› 
Πατάτες, ρύζι, αρνιά, λάδια, κρόκος Κοζάνης…
© ΙΣΤΟΣ 2024
Ιάσων Τριανταφυλλίδης
Ο Ιάσων Τριανταφυλλίδης (1964-… ελπίζω πολλά χρόνια μετά!!!) είναι εδώ γιατί «φαγώθηκε» ο Μανόλης Σαββίδης γι’ αυτό –άλλο που δεν ήθελα, εκ των υστέρων το μετάνιωσε αλλά δεν το ξέχασα εγώ– και επειδή όλο αυτό έχει σχέση με το φαΐ το βρήκε πολύ λογικό!!! Επίσης, είναι εδώ γιατί πάντα χρειάζεται μια φωνή λογικής ανάμεσα σε τόσους βαθιά μορφωμένους, καλλιεργημένους αλλά πάνω απ’ όλα ειδικευμένους ανθρώπους ανάμεσα στους οποίους αισθάνεται σαν ένα μικρό γουρουνάκι κυλισμένο στο βούρκο… κατά τα άλλα ζει, αναπνέει, χαίρεται, μιλάει, γράφει και άλλα πολλά… αλλά αυτά δεν είναι της παρούσης…
« Bloggers