Πλάθω κουλουράκια…
10.1.2009 
Να κάνουμε, λέει, κουλουράκια.


– Έλα να κάνουμε κουλουράκια, που θα πάμε το βράδυ και στην Ειρήνη, που της αρέσουν. Να πάρουμε τα υλικά. Αλεύρι, ζάχαρη άχνη, βούτυρο –το κανονικό, το τετράγωνο, όχι αυτό που έχουμε εμείς–, σοκολάτα...

 
– Να μην της φτιάξουμε καλύτερα κανένα σκουλαρικάκι; Που έχουμε και τα υλικά εδώ στο σπίτι και ξέρουμε και την τέχνη καλύτερα; Που δεν θα μυρίζουν και τα χεράκια μας βουτυρίλα;

 
Το τελευταίο επιχείρημα είναι δυνατό, αλλά το προσπερνάει με μια αμυδρή παύση στη φωνή, η οποία όμως επανέρχεται δριμύτερη και με ένα κύμα ενθουσιασμού αυτή τη φορά:

 
– Έλα να σε μάθω να κάνεις κουλουράκια. Τα φτιάξαμε προχτές στο σπίτι της Κατερίνας. Ξέρεις τι τέλεια που ήταν; Εύκολα. Πανεύκολα. Μα ποτέ εσένα δεν σου ήρθε να κάνεις κάτι τέτοιο;

 
Οφείλω να χαρώ. Το παιδί άφησε το ντι ες και πλάθει κουλουράκια. Αν λάβουμε υπ όψιν μας δε ότι το «ηλεκτρονικό» της σκυλάκι το 'χει στα όπα-όπα, τη στιγμή που ο Μπρούνο ξεροσταλιάζει όλη τη μέρα κοιτώντας την εξώπορτα, ναι, είναι κι αυτό κάτι, μια κανονική συμπεριφορά ενός κανονικού παιδιού, που θέλει να βουτήξει τα χεράκια του στη λάσπη, σόρυ, στο βούτυρο, και να φτιάξει τους πύργους του στον φούρνο.

 
Οφείλω να χαρώ. Και χαίρομαι ειλικρινά. Γιατί το παιδί έχει τον χαρακτήρα του. Τον δικό του. Γιατί πώς αλλιώς να εξηγήσω αυτή τη φούρια με την κουζίνα (την οποία την έχω ψυλλιαστεί εδώ και χρόνια), τη στιγμή που το παράδειγμα (δηλαδή η υποφαινόμενη) άντε, να φτιάχνει καλά κανά δυο σαλάτες και το κάνει και θέμα κάθε φορά, γιατί, λέει, είναι μπελαλίδικο πράγμα η σαλάτα –θέλει καλό μαχαίρι, πολύ πλύσιμο, πάρα πολύ καλό πλύσιμο και καλό στράγγισμα, που κι αυτό θέλει την τέχνη του (είμαι και θρασεία, το ξέρω).

 
Η αλήθεια είναι ότι κάτι τέτοιες στιγμές επιστρατεύεις ό,τι μνήμη έχει απομείνει από τα παιδικά σου χρόνια, βουτάς στα κύτταρα της μαμάς σου, της γιαγιάς που γνώρισες μέσα από φωτογραφίες και διηγήσεις, ρίχνεις το κρίμα στην αδελφή σου –έχει πιο πολλά από κείνη, λες–, για να καταλήξεις στην πολύ απλή διαπίστωση ότι ό,τι και να κάνεις (ή να μην κάνεις), καλό είναι να συνηθίζεις στην ιδέα ότι το παιδί σου δεν είναι ακριβώς «σου». Δεν είναι «σου» το παιδί σου! Σιγά σιγά και σταθερά βάλ’ το στο μενού αυτό, μικρή μπουκιά στην αρχή, μεγαλύτερη στη συνέχεια, κι όλο να μεγαλώνει η μπουκιά, κι όλο να μεγαλώνει, σχεδόν να πηγαίνει παράλληλα με το ύψος του βλαστού σου.

 
Αμ, εδώ σε θέλω, μάστορα! Κάθε μέρα να κάνεις τη θεωρία πράξη. Μπορείς;

 
Αλλά αυτή δεν είναι και μια καλή πλευρά τού να είναι κανείς γονιός; Μια τέχνη που δεν την ξέραμε πριν. Και ποτέ (μα ποτέ) δεν θα τολμήσουμε να πούμε ότι την κάναμε τέλεια.
 Permalink 
« Homefood
Αρχείο
Δημοφιλή
› 
Τι Μαρόκο, τι Πεκίνο
› 
Δυόμισι χιλιάδες χρόνια μετά
› 
Happy Valentine
› 
∆ιακοπές στην Αίγινα
› 
Περισπω΅ένη, υπογεγρα΅΅ένη και... λέλυκα
© ΙΣΤΟΣ 2024
Χάρη Ποντίδα
Σιγά μην πω πότε γεννήθηκα. Και τι έκανα. Από το 1990 πάντως δουλεύω στα «Νέα» στο πολιτιστικό ρεπορτάζ. Η κόρη μου είναι 10 ετών.
« Bloggers