Από πάρτι σε πάρτι
28.2.2009 
Πού μας χάνεις, πού μας βρίσκεις τελευταία, είμαστε σ’ ένα αυτοκίνητο και τρέχουμε την «ωραιοτάτη» σε πάρτι. Διανύουμε τη γνωστή σε πολλούς γονείς εποχή «τρέξε για δώρο, έλα να με πας, μην αργήσεις να με πάρεις, από τώρα ήρθες;, άφησέ με να κοιμηθώ εδώ (please, μόνο αυτή τη φορά και θα σταθώ "κλαρίνο" όλη τη βδομάδα)».


Έχει και τα καλά της η υπόθεση αυτή. Πρώτον, κάνεις πρόβα ταξιτζή –μάθε τέχνη κι άσ’ τηνε....– και, δεύτερον (και καλύτερο), βλέπεις από κοντά τα παιδιά να μεγαλώνουν, χρόνο με το χρόνο, πάρτι το πάρτι. Μου αρέσει να βλέπω αυτή τη θεαματική αλλαγή στα παιδιά. Είναι σαν να αποκτάει ο χρόνος υπόσταση χειροπιαστή. Ο γιος μας ο μεγάλος κι ο μικρός... Κάποτε, ο στίχος (του Σαββόπουλου) ήταν απλώς ένας ωραίος, ακατανόητος στίχος. Τώρα μεταφράζεται κατά λέξη: τα πρώτα σπιθούρια στο πρόσωπο, τα πρώτα καμώματα στη φωνή, οι πρώτες υπόνοιες και το πρώτο ενδιαφέρον για την ανακάλυψη των υπόγειων διαδρομών που ορίζουν τον έρωτα. Ε ρε γλέντια από δω και πέρα. Το ναρκοπέδιο της εφηβείας στον αμέσως επόμενο τόνο. Ώσπου να πετάξεις τις μωρουδίστικες πιτζάμες και τις σαλιάρες, το «παιδί» δανείζεται τα παπούτσια σου (τα μπλουζάκια σου, το ρίμελ σου κ.λπ.), αλλά και την ικανότητά σου να στρογγυλεύεις τις γωνίες, να θολώνεις τα νερά, να ξεφεύγεις διά του... αρραβώνος –όταν είναι απαραίτητη η διαφυγή.


Η φρεσκάδα, ο αυθορμητισμός, η ευθύτητα, η χαριτωμένη αδεξιότητα, αλλά και η αιχμηρότητα της παιδικής ηλικίας γίνονται καπνός, διά παντός. «Γιατί δεν την καλείς στο πάρτι σου; Θα καλέσεις όλα τα κορίτσια της τάξης και σε εκείνη δεν θα πεις τίποτα; Aν σου το κάνανε εσένα, θα ένιωθες καλά;»


Ως μητέρα και ως άνθρωπος έπρεπε να επέμβω και να εμποδίσω ένα ψυχικό τραύμα από εκείνα που συλλέγει κανείς φασούλι το φασούλι και στο τέλος κάνει φασολάδα για τέσσερις. Εκείνη η σκατούλα όμως –5 ή 6 ετών τότε– ήταν κάθετη: «Δεν θα την καλέσω, γιατί είναι κακιά».
 
Όσο μεγαλώνω, τόσο εκτιμώ εκείνη την άγουρη σκληρότητα. Σε εκείνη τη σκληρότητα κρύβεται και το πιο ανέφελα φωτεινό βλέμμα. Και η πιο «γεμάτη» χαρά.
 
Τώρα κοιτάζω τα κορίτσια και δεν μπορώ να πιστέψω πόσο μοιάζουν (ήδη) με μεγάλες. Πόσο άλλαξε η φωνή τους, οι γωνίες του προσώπου τους, το νούμερο του τζην τους. Πόσο διαφορετικά ηχεί το «καλησπέρα» τους. Το γέλιο τους. Πόσο μακριά βρίσκονται από εκείνο το «δεν θα την καλέσω, γιατί είναι κακιά». Και πόσο κοντά στο να με διαολοστείλουν όταν χτυπήσω το κουδούνι για να τις πάρω απ’ το πάρτι.
 Permalink 
« Homefood
Αρχείο
Δημοφιλή
› 
Τι Μαρόκο, τι Πεκίνο
› 
Δυόμισι χιλιάδες χρόνια μετά
› 
Happy Valentine
› 
∆ιακοπές στην Αίγινα
› 
Περισπω΅ένη, υπογεγρα΅΅ένη και... λέλυκα
© ΙΣΤΟΣ 2024
Χάρη Ποντίδα
Σιγά μην πω πότε γεννήθηκα. Και τι έκανα. Από το 1990 πάντως δουλεύω στα «Νέα» στο πολιτιστικό ρεπορτάζ. Η κόρη μου είναι 10 ετών.
« Bloggers