Ο μπαμπάκος
23.5.2009 
Πάντα κάτι με ενοχλούσε βαθύτατα όταν έβλεπα τη φάτσα του Μπερλουσκόνι στην τηλεόραση, αλλά τελευταία το κακό έχει παραγίνει. Μάλλον γιατί, όσο γερνάει ο καβαλιέρε, γίνεται όλο και περισσότερο αυτό που πραγματικά είναι: η καρικατούρα ενός παλιού τριτοκλασάτου ηθοποιού που, καθώς μεγαλώνει και προσπαθεί να κρατηθεί «φιτ», βρωμοκοπάει από μακριά ακριβή αντρική κολόνια, οξυζενέ (για το μαλλί) και ψευτοευγένεια επαρχιώτη μεγαλέμπορα.


Το βαμμένο μαλλί του Μπερλουσκόνι είναι η προσωποποίηση της κρίσης που περνούν οι Ιταλοί. Οι Ιταλοί, ο λαός του καλού γούστου και της δημοκρατίας, αφέθηκαν στο σεξαπίλ του μπότοξ και της προσθετικής μαλλιών. Όλη η χώρα, μια σκηνή, κάτι σαν τη σκηνή της Ευrovision ας πούμε, όπου μαζεύεται όλο το κατιναριό της Ευρώπης και του πρώην ανατολικού μπλοκ και ανταλλάσσουν συνταγές για μαύρισμα και διευθύνσεις γυμναστηρίων (για τους κοιλιακούς, καλέ). Και ο «μπαμπάκος» (αν ήταν Έλληνας έτσι θα τον φώναζα) να μοιράζει φυλαχτά για το κακό το μάτι και να βγάζει λόγους για το μεγαλείο του θεσμού.


Ο δικός μας εδώ μας ταιριάζει καλύτερα. Από οικογένεια αλλά και μάγκας (ως οφείλει ο Ηγέτης). Κλείνει τη Βουλή όταν δεν γουστάρει και πάει σπίτι του. Βρε, άμε στο διάολο, με φάγατε με τη μουρμούρα σας...


Να ψηφίσουμε πρώτα (λέει) στις Ευρωεκλογές και μετά να προβεί στις νέες «ριζικές μεταρρυθμίσεις». Καλό ε;


Περπατούσα τις προάλλες στο κέντρο κι έτυχε να περάσω από την Ομόνοια λίγο μετά τις 10 το βράδυ. Μιλάμε βάζεις τα κλάματα και τρέχεις να κρυφτείς: πρέζα, βρώμα, απελπισία, σιχαμάρα, φόβος και θλίψη. Βλέμματα σε καρφώνουν λες και σου ξηλώνουν εκ θεμελίων το επιφανειακό (τουλάχιστον) αίσθημα ελευθερίας, ασφάλειας και αξιοπρέπειας που είχες λίγο καιρό πριν. Τι θα γίνει με αυτή την κατάσταση; Γίνεται τόση απελπισία να μπουντρουμιαστεί στα υπόγεια κι εμείς να κάνουμε ότι δεν μας μυρίζει τίποτα;


Πόσοι αιώνες έχουν περάσει από τότε που γυαλίζαμε τα πατώματα για να υποδεχτούμε τους Ολυμπιακούς;


Ιδού τι είχε δημοσιευτεί στα Νέα τότε (από τη χαζοχαρούμενη, όπως αποδεικνύεται, αφεντιά μου):


«Πιο πολύ χαίρομαι γιατί θα θυμάμαι τη μεταμόρφωση της Αθήνας σε πόλη ανθρώπινη, σε πόλη φιλική: Πως –ξαφνικά– έβλεπα τα λεωφορεία και τα τρένα να φτάνουν στην ώρα τους, πως –επίσης ξαφνικά– άρχισαν να μου χαμογελούν τα γκαρσόνια και να μου λεν ευχαριστώ. Αυτά είναι τα μεγάλα γεγονότα των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004. Η ιστορία μιας πόλης που απέκτησε νέους δρόμους, νέα κτίρια και νέους κατοίκους μέσα σε χρόνο μηδέν. Το μόνο που μένει να δούμε είναι αν θα τους κρατήσει και μετά το φινάλε της γιορτής. Αλλά εδώ θα είμαστε».


Και δυστυχώς είμαστε. Και βλέπουμε κάθε μέρα να ξηλώνεται η... κουβέρτα (και να ξηλώνεται και να ξηλώνεται). Και έτσι όπως πάει, τη βλέπω εγώ τη δουλειά να ‘ρχεται σιγά σιγά και στην Ελλάδα. Και το κακό είναι ότι όταν θα μας βρει ο «δικός» μας καβαλιέρε, θα έχει το πουκάμισο ανοιχτό μέχρι τον αφαλό και η χρυσή καδένα που θα κοσμεί το δασύτριχο στήθος του θα μοιάζει με την άγκυρα του Ναγιάς Express. Κι ας φοράει από πάνω το Αrmani του.


Αχ, καβαλιέρε μου. Κάτι δεν πάει καθόλου καλά. Καθόλου. Ευτυχώς που έρχονται οι Ευρωεκλογές να πάμε για κάνα μπανάκι...
 Permalink 
« Homefood
Αρχείο
Δημοφιλή
› 
Δυόμισι χιλιάδες χρόνια μετά
› 
Happy Valentine
› 
∆ιακοπές στην Αίγινα
› 
Περισπω΅ένη, υπογεγρα΅΅ένη και... λέλυκα
› 
Για πάντα νέοι
© ΙΣΤΟΣ 2024
Χάρη Ποντίδα
Σιγά μην πω πότε γεννήθηκα. Και τι έκανα. Από το 1990 πάντως δουλεύω στα «Νέα» στο πολιτιστικό ρεπορτάζ. Η κόρη μου είναι 10 ετών.
« Bloggers