Δεν ήταν τύχη, ήταν σύμπτωση. Θα έλεγα ήταν περίπτωση. Έψαχνα σε ποιο νόμο είχε προστεθεί η τροπολογία για την παράταση ρύθμισης των χρεών μας στην Εφορία. Κι έπεσα πάνω σε νομοσχέδιο για «τροποποιήσεις επενδυτικών νόμων και άλλες διατάξεις». Όχι παλιά. Τώρα. Ηρχιτεκτόνει υπουργός Παπαθανασίου. Μέσα στις επενδύσεις κι ένα άρθρο απρόσμενο. Στο α. 34 του ν. 3577/2007, έλεγε, προστίθεται παράγραφος τέταρτη, που ορίζει πως στα παραπάνω ιδρύματα (του άρθρου 34) συγκαταλέγεται πλέον και το κοινωφελές ίδρυμα Σημίτη, που επιδοτείται από το 2009 και εξής.
Μύρισα χρήμα κι ανταριάστηκα. Κάθε φορά το παθαίνω όποτε μαθαίνω για χρήμα που οδεύει σε άλλες τσέπες. Έβαλα αμέσως ένα Glenfiddich 18 ετών. Το δεκαοχτάρι, με δυο σταγόνες νερό, με ηρεμεί. Βελούδο. Είναι και ενήλικο, δεν διώκεσαι ούτε για αποπλάνηση ούτε για παιδοφιλία (παιδεραστία δεν το λέγαμε;).
«Κωστάκηηηη» (εννοούσα τον Σημίτη), κραύγασα, και αμέσως στο πληκτρολόγιο, σκέτος Σβιατοσλάβ Ρίχτερ (αλλά όχι στο πιάνο) να δω τι λέει το άρθρο 34 του νόμου 3.577 του 2007 – «περί δια βίου εκπαίδευσης». Τα ιδρύματα, λέει, Ε. Βενιζέλου, Γ. Παπανδρέου (του τεθνεώτος), Κ. Καραμανλή (του τεθνεώτος), Α. Παπανδρέου και Κ. Μητσοτάκη επιδοτούνται από το κράτος με ποσό που ορίζει ο υπουργός Παιδείας –προφανώς επειδή όλοι οι ως άνω ήσαν μεγάλοι δάσκαλοι και δια βίου εκπαιδευταί. Και τι όρισε ο δικός μου, ο Ευριπίδης δηλαδή, για το 2007 και το 2008; Ευρουδάκια 250.000 για το καθένα. Πέντε ιδρύματα, 1.250.000. Από φέτος, με του Σημίτη, 1,5 εκατομμύριο (αν δεν αυξηθεί), να το στρογγυλέψουμε. Επί 333 βγάλαμε το αγροτικό πακέτο.
Τσάμπα. Αστεία λεφτά αν είναι να σωθεί το αρχείο και να διαδοθεί η φωτοβόλος σκέψη των διατελεσάντων πρωθυπουργών μας (Βαμβακάρης: «όσοι γινούν πρωθυπουργοί/ όλοι τους θα πεθάνουν/ τους κυνηγάει ο λαός/ απ’ τα καλά που κάνουν»). Ο Θεός να μου χαρίσει μακροζωία να διαβάσω όλο το αρχείο του Σημίτη ή, καλύτερα, να το ακούσω ηχογραφημένο για καλύτερη πιότητα, και χρόνια όσα του Αδάμ μαζί με δέκα τζάκια να καίω το άλλο του Μητσοτάκη, γιατί να το διαβάσω, ούτε λόγος, θα προτιμήσω τα άπαντα της Σάσας Μπάστα.
Rewind, μήπως διέφυγε την προσοχή. Πληρώνουμε ογδόντα πέντε εκατομμύρια παλιές δραχμές το χρόνο το ίδρυμα του Μητσοτάκη, που ο λαός τόσο τον λάτρεψε ως πρωθυπουργό, ώστε επανέφερε το 1993 τον Αντρέα στα ποσοστά του 1981. Και θα πληρώνουμε άλλα τόσα το ίδρυμα του Σημίτη, για τον οποίον σε δημοσκόπηση του φθινοπώρου οι ερωτηθέντες απάντησαν πως, αν ήταν εκείνος πρωθυπουργός, τα πράγματα θα ήταν χειρότερα απ’ ό,τι επί Κωστάκη.
Γιατί, βρε τζαναμπέτη, θα πείτε, δεν αξίζουν τα λεφτά για τη σκέψη των αρχιερέων που μας έπρεπαν; Δεν λέω όχι –κι ούτε πρέπει να επιδοτούνται μόνο όσα εγκρίνει η πλειοψηφία. Απλώς τα λεφτά δαπανώνται και έτσι, όπως και για τα θηριώδη υβριδικά Λέξους των βουλευτών. Κι εγώ βλέπω το Glenfiddich το δεκαοχτάρι μπροστά μου, θυμάμαι την τιμή του και με πιάνει το παράπονο. Για το ίδρυμα του δικού μου (οινο)πνεύματος ούτε ένα ευρώ; Δεν μπορεί τέτοια αδικία, σκέφτηκα, κι αμέσως έπιασα το τηλέφωνο. Επιδότηση ιδρύματος δεν έπαιζε, φυσικά. Αλλά μια αργομισθιούλα δεν θα την έβρισκα;
Φευ. Αναπάντητες κλήσεις παντού.