Δεν ξέρω τι συγκρατήσατε από τις ευρωεκλογές. Εμένα μου θύμισαν κάτι αυτονόητο. Και –υπό το φως των ελληνικών εξελίξεων και των προσωπικών μου επιλογών– μάλλον οδυνηρό. Ότι, δηλαδή, η Ελλάδα είναι μέλος της Ε.Ε., ότι συνεπώς ένας Έλληνας μπορεί να εγκατασταθεί στη Γαλλία ή στη Γερμανία, ότι η ελληνική ατμόσφαιρα αποτελεί ολοένα αυξανόμενο κίνητρο να πάρει κανείς των ομματιών του –και ότι, ο άφρων, δεν φρόντισα ποτέ, όταν ο χρόνος προσφερόταν, για τη σχετική προπαρασκευή.
Και μου το είχαν πει από νωρίς! Καθηγητής μου στο πανεπιστήμιο, όταν με παραινούσε να κάνω μεταπτυχιακές σπουδές στο εξωτερικό, το είχε επισημάνει: «Δεν θα σου πω», έλεγε, «να το κάνεις για την επιστήμη ή για τα λεφτά. Εδώ όμως είναι βρώμικο κράτος και ποτέ δεν ξέρεις πότε θα χρειαστεί να φύγεις».
Το θυμήθηκα τώρα που βρέχει κακουργήματα και προφυλακίσεις, ενώ στην πηγή της «λαδιάς» Γερμανία δεν άνοιξε μύτη που τεντώνεται ο νόμος για το περιβόητο βρώμικο χρήμα (προφανώς όλο αυτό το επενδυτικό από την Αραβία είναι πεντακάθαρο) για να συλλαμβάνονται και να εγκλείονται στις φυλακές σύζυγοι και παιδιά, που δεν δίνονται στους κατηγορουμένους τα έγγραφα της δικογραφίας, που οι χρονικές και δικαστικές επιλογές αφήνουν γεύση πολιτικής.
Ο Χριστοφοράκος, διάβασα, θα επιδιώξει να δικαστεί στη Γερμανία. Ε, προφανώς. Η Γερμανία είναι κακό μέρος να βρίσκεσαι όποτε αρχίζουν τα Sieg! Heil! και τα Arbeit macht frei. Αλλιώς, όμως, η επιλογή είναι αυτονόητη. Η φράση «έχω εμπιστοσύνη στην ελληνική δικαιοσύνη» είναι ένα κλισέ που πολλοί λένε και ελάχιστοι πιστεύουν. Πώς άλλωστε; Δεν είναι υπερβατική η δικαιοσύνη. Πώς να έχεις εμπιστοσύνη ειδικά σε αυτήν, αν δεν έχεις στην ελληνική εφορία, στην πολεοδομία, στην αρχαιολογία –ή στον έμπορο ποτών; Δεν θα ήταν εύλογο να ξεφύγει η δικαιοσύνη από τα συνολικά «ήθη». Το κακό είναι ότι όχι μόνο δεν αίρεται πάνω από τη γενική παθογένεια, αλλά πολλαπλασιάζονται και οι περιπτώσεις που αφήνουν πικρή γεύση υπερβάλλουσας φθοράς. Και εδώ δεν μιλάμε για ημιυπαίθριους που κλείνουν αυθαίρετα, αλλά για εκφυλισμό του κράτους δικαίου. Ο νόμος μοιάζει με δόκανο, σχεδιασμένο να πιάνει τα πάντα αν προκύψει λόγος, που επιστρατεύεται να σε συντρίψει, άμα σου τύχει το κακό να μπλέξεις. Και όταν τα πράγματα φτάνουν εκεί, νοσταλγείς τη μεταναστευτική δυνατότητα που δεν φρόντισες έγκαιρα να κατοχυρώσεις.
Διάβαζα πως ο Τηλέμαχος Χυτήρης σε προεκλογική περιοδεία στην Κρήτη «υποχρεώθηκε» να πιει δέκα τσικουδιές πριν τελικά μιλήσει. Το δήλωσε, έλεγε το ρεπορτάζ, στην εισαγωγή της ομιλίας του ζητώντας κατανόηση. Μπα! Αφενός, ο Χυτήρης, άνθρωπος γλυκύτατος και σοβαρός, είμαι βέβαιος ότι θα τα είπε καλύτερα με τις τσικουδιές. Αφετέρου, ακριβώς λόγω της σοβαρότητάς του, τείνω να πιστέψω ότι επιδίωξε να τις πιει. Αυτή η προεκλογική εκστρατεία ή μάλλον αυτή η χώρα, η επανιδρυμένη κιόλας, αντέχεται μόνο με τσικουδιές. Δέκα, μάλιστα, ίσως είναι λίγες...