Θεωρητικά -ειδικά εδώ στην Ελλάδα- έχουμε τη δυνατότητα ν'απολαύσουμε ένα ηλιοβασίλεμα τουλάχιστον τα 2/3 του χρόνου. Είναι δηλαδή κάτι συνηθισμένο, σχεδόν ρουτινιέρικα επαναλαμβανόμενο γεγονός, που περιέργως όμως δεν λέει ν'απογυμνωθεί απ'τη μυθολογία που το περιβάλλει. Την ώρα που βασιλεύει ο ήλιος, την ίδια εκείνη στιγμή χιλιάδες κάμερες το σημαδεύουν με τα ίδια απαράλλαχτα ενδεή αισθήματα.
Ξεφυλλίστε οποιοδήποτε φωτογραφικό άλμπουμ, ανοίξτε οποιοδήποτε κινητό, στα blogs, στα myspace, στα sites, παντού αυτός ο μόνος κοινός παρονομαστής: πορτοκαλόχρωμα, μελίχροα ή φλογισμένα ηλιοβασιλέματα. Κι όμως το μυστήριο αυτό είναι από πολύ καιρό λυμένο, έχουν εξηγηθεί διεξοδικότατα και αναλυτικότα οι αιτίες αυτού του μαγνητικής έντασης φαινόμενου. Η σαγήνη των απλών φυσικών φαινομένων δεν απομυθοποιείται τελικά με την ερμηνεία τους. Όσο το φιλί θα ξεφεύγει πάντα απ'το καλούπι της εξήγησης και κάθε καινούργιο φιλί θάναι συγκλονιστικά καινούργιο, άλλο τόσο σπαρταρά στη καρδιά του θεατή του η προσδοκία ενός καινούργιου, ακόμα πιο συναρπαστικού ηλιοβασιλέματος, άλλο τόσο σφυρηλατείται η ελπίδα για ένα ακόμα πιο πυρωμένο δειλινό στον απέναντι μας ορίζοντα. Όταν οι κοινοτοπίες λούζονται στην ειλικρίνεια ενός αυθεντικά έκπληκτου αισθήματος, αναδύονται σα πρωτογενής ύλη μιάς νέας, σχεδόν πρωτοφανέρωτης, χαράς.
Πίσω από τα εκατομμύρια(ή μήπως δισεκατομμύρια;) πανομοιότυπα ηλιοβασιλέματα βρίσκεται πάντα κάποιο μοναδικό και ανεπανάληπτο αίσθημα μιάς καινούργιας, βιωμένης μέθεξης. Υποκλινόμαστε στη δύναμη του, που δεν είναι άλλη παρά το δέος και η χαρά με την οποία πρέπει κάποιος να αντιμετωπίζει το Θείο ή το δέος και η χαρά με την οποία πρέπει πάντα να μας αντιμετωπίζει το Θείο.