Μεγάλο σελάχι.
Μήκος: έως 1,50 μ., η ουρά του 80 εκ.
Χρώμα: γκρίζο-λαδί, κάποτε κοκκινωπό, ασπροκίτρινη κοιλιά.
Το κεφάλι του στρογγυλεύει σαν πέταλο, εξέχει, καθώς και τα μάτια εξέχουνε πολύ, βρίσκονται στα πλάγια όπως του βατράχου. Τα θωρακικά πτερύγια είναι χαρακτηριστικά τριγωνικά και μυτερά στις άκριες σα φτερούγες πουλιού, κόβονται στο ύψος των ματιών, περιβάλλουν το κεφάλι, και σχηματίζουν ρύγχος. Έχει δόντια πλατειά, εξάγωνα, στρωμένα στο στόμα σα λιθόστρωτο. Η ουρά του είναι λεπτή και γερή, ελαστική σα μαστίγιο έχει στη βάση ένα καμιά φορά και δεύτερο κεντρί αγκαθωτό, φαρμακερό συνεχόμενο με μικρό ραχιαίο πτερύγιο.
Ζει σε βυθό αμμουδερό ή σε λάσπη, τρώει κυρίως στρείδια και άλλα παρόμοια όστρακα, κυνηγά και ψαράκια, σκίζει τη θάλασσα κατακόρυφα χτυπώντας το νερό με τα φτερά του με τόση ορμή σα βολίδα προς την επιφάνεια ώστε μερικές φορές πετιέται κι έξω απ’ το νερό, ακούγεται από μακριά ο γδούπος του όταν ξαναπέφτει.
Ο θηλυκός αετός γεννά ζωντανά ένα-δυο μικρά, στις ελληνικές θάλασσες υπάρχουν αρκετοί. Το κρέας τους δεν αξίζει και πολύ, σπάνια πουλιέται στις ψαραγορές.
Συγγενικό του
αετού είναι η
χελιδόνα, πτερομυλαίος ο βοοειδής, pteromylaeus bovinus, ανήκει στην ίδια οικογένεια –μυλιοβατίδες– έχει δυο πτερύγια που εξέχουν στις δύο άκριες του κεφαλιού σα μικρά, πλατειά κέρατα. Φτάνει και 2,50 μ. μήκος, είναι πιο σπάνιο στα νερά μας.