Τη λένε και καλογρίτσα και καστανάκι.
Μήκος: 0,08-0,12.
Χρώμα: οι μικρές έχουν χρώμα βαθύ γαλάζιο προς το μενεξεδί, οι μεγάλες κάπως καστανόχρυσο, με καφετιές πιο σκούρες γραμμές του μάκρους στα πλευρά, τις σχηματίζουν τα λέπια που είναι πιο σκούρα καφέ στις άκριες.
|
Η κόκκινη καλογρίτσα που εικονίζεται εδώ, είναι βγαλμένη με δίσχτυ από βαθειά νερά˙ σε σχήμα και σε μέγεθος είναι παρόμοια με τη γνωστή καστανογάλαζη chromis, δεν αναφέρεται όμως σε χρώμα κόκκινο σε κανένα ελληνικό ή ξενόγλωσσο βοήθημα ή σαν είδος συγγενικό.Τη λένε και καλογρίτσα και καστανάκι. |
Το ουραίο πτερύγιο είναι βαθειά διχαλωτό, η άκρη του σχεδόν διάφανη. Το στόμα του μικρό και λοξό, τρώει μόνο μικροσκοπικά ζώα του πλαγκτού. Ζει στα ρηχά σε μέρη προφυλαγμένα.
Ζευγαρώνει και γεννά τ’ αυγά της καλοκαίρι, αφού χωριστούν τον Ιούλιο τ’ αρσενικά σε μικρές ομάδες και διαλέξουν ένα χώρο δικό τους η καθεμιά, κοντά σε βράχους και σε βάθος 1-6 μ. Μέσα στον ομαδικό αυτόν χώρο κάθε αρσενικό πιάνει τον ατομικό του, γύρω από μια πέτρα, μια λακκούβα και διώχνει όποιο ψάρι άλλο πλησιάζει από άλλη ομάδα. Τα θηλυκά κολυμπούν ένα-ένα ή κατά ομάδες στον αφρό κι όταν είναι η ώρα τους κατεβαίνουν στο βυθό, γεννούν και φεύγουν, τ’ αυγά μένουν κολλημένα πάνω στις πέτρες με τα λεπτά τους νήματα, τ’ αρσενικά τότε τριγυρίζουν από πάνω κουνούν τα θωρακικά τους πτερύγια σα φυσερά και τ’ αερίζουν. Μόλις ξεμυτίζουν οι νεαρές, γαλάζιες καλογρίτσες σκορπίζουν και τ’ αρσενικά.
Υπάρχουν πολλές
καλογρίτσες σ’ όλες τις ελληνικές ακτές. Πιάνονται με
κιούρτους,
κοφινέλλα ή με πολύ ψιλό αγκίστρι και
καθετή. Το κρέας τους είναι άσπρο, αρκετά νόστιμο.