Συγγενεύει με το σπάρο και με το σαργό κ.ά.
Μήκος: 20-30 εκ.
Χρώμα: στη ράχη ασημοκάστανο ή ασημογάλαζο, ασημί στα πλευρά και στην κοιλιά με 10 περίπου πολύ ψιλές, μακρουλές γραμμές γκριζόμαυρες. Όταν ερεθίζεται το χρώμα του σκουραίνει προς το καφέ και βαθύ μενεξεδί. Στη ρίζα της ουράς έχει μια πλατειά μαύρη ταινία, σχεδόν κλειστή σα δαχτυλίδι ανάμεσα σε δυο άσπρες πιο στενές.
Το σώμα του είναι αρκετά φαρδύ στη μέση, τα μάτια του μεγάλα με διάμετρο σχεδόν το μισό ύψος του κεφαλιού, το στόμα του λοξό με λεπτά χείλια και μόνο κοπτήρες μπροστά χωρίς άλλα δόντια.
Τα
μελανούρια είναι φυτοφάγα, ζούνε σε νερά καθαρά και βαθειά, τριγυρίζουν κατά μικρά κοπάδια στο βυθό σε αμμούδες και φυκιάδες και κοντά σε βράχους της ακτής. Τα πιο νεαρά ανεβαίνουν στον αφρό, στη ζώνη της
κυματωγής εκεί που σπα το κύμα. Ψαρεύονται με
παραγάδια και δίχτυα ή από στεριάς, με
αρμίδι και
μαλάγρα, με
φελλά και
κιούρτους τα πιο μικρά. Το κρέας τους πολύ νόστιμο.