Δεν υπάρχει πιο δύσκολο πράγμα από το να κάνεις δώρα σε παιδιά – στα παιδιά των φίλων μου. Τα έχουν όλα. Από κομπιούτερ μέχρι ρομπότ που διαβάζουν τα μαθήματα αντ’ αυτών και από αντίγραφα του διαστημικού λεωφορείου Discovery μέχρι της τελευταίας κοπής μαύρες Μπάρμπι. Είναι απίθανο όχι να πρωτοτυπήσεις, αλλά να βρεις κάτι που να τα ενδιαφέρει στοιχειωδώς. «Να τους δώσεις χρήματα» συμβουλεύει η θεία Ιουλία. Δεν είναι όμως του γούστου μου το κόλπο με το «ραβασάκι», το οποίο ζούσα συχνά πυκνά στα παιδικάτα μου: με τις θείες να με κυνηγάνε με το φακελάκι στο χέρι («έλα εδώ βρε, πάρε για να φας μια σοκολάτα») και εμένα να τρέχω ακολουθώντας (απρόθυμα, ομολογώ) τις προτροπές της γιαγιάς μου «μην τυχόν και το πάρεις. Μην τυχόν και το πάρεις! Πες εγώ ˝δεν θέλω τίποτε, θεία, μόνο την αγάπη σου˝». Το έλεγα και εγώ (τι να έκανα) παρ’ ότι επιθυμούσα το φακελάκι περισσότερο από την αγάπη τους. Εκείνες, βεβαίως, δεν το έβαζαν εύκολα κάτω. Με πρόφταιναν, με στρίμωχναν σε μια γωνία και εκεί παιζόταν το δεύτερο μέρος της τραγικωμωδίας: εγώ προσπαθούσα να κρύψω τις τσέπες μου, οι θείες να μου ρίξουν το ραβασάκι στην τσέπη και η γιαγιά μου να τις απομακρύνει από πάνω μου φωνάζοντας: «Ολόκληρος άνδρας έγινε, δεν χρειάζεται πια χαρτζιλίκια». Δεν τις ήθελε τις υποχρεώσεις. Και ας ήθελα εγώ το δώρο.
Μεγάλωσα τρέχοντας για να φύγω μακριά από φακέλους και φακελάκια. Και τώρα, εγώ που με κυνηγούσαν, έχω βρεθεί να κυνηγάω τα παιδιά των φίλων μου. Το έπαιξα δυο-τρεις φορές το παιχνίδι με το ραβασάκι, αλλά το έκοψα. Όχι μόνο επειδή το βρήκα άκομψο, περισσότερο επειδή συνειδητοποίησα την απογοήτευση των παιδιών όταν είδαν το ποσό που τους είχα βάλει μέσα. Ήταν, μάλλον, μαθημένα σε πιο πολλά. Θυμήθηκα πως αισθανόμουν όταν κάτι θείες, ελαφρώς σφιχτοχέρες, με κυνηγούσαν για «να πάρεις μια σοκολάτα, βρε» αλλά το ποσό που μου ενεχείριζαν μετά βίας έφτανε για τσίχλες. Από την άλλη, πόσα να δώσεις σε ένα παιδί για να είναι χαρούμενο; «Να του δώσεις ένα φάσκελο και σε αυτό και στους γονείς του, που αντί να το μάθουν να λέει ˝ευχαριστώ˝ το έμαθαν να κατεβάζει τα μούτρα». «Μήπως τα 50 ευρώ που είχα βάλει στον φάκελο ήταν πράγματι λίγα, θεία μου;». «Ξέρεις πόσα είναι τα 50 ευρώ σε δραχμές;» Εκεί έχει μείνει. Εγώ πάλι, συμπορευόμενος με την εποχή μου που προβάλλει υψηλές οικονομικές απαιτήσεις και στα δώρα, έκοψα τα φακελάκια, που ενδέχεται να σε εκθέσουν, να σε αναδείξουν…Δήμο Σταρένιο της παρέας, και πέρασα στα δώρα. Εκεί προέκυψε έτερος προβληματισμός: Τι να τους πάρεις; Ότι και αν αγόραζα το είχαν. Lego; Από το πιο μικρό τουβλάκι μέχρι ολόκληρα αγροκτήματα με τις αγελάδες τους, με τα όλα τους. Terminators και άλλα τέτοια (αντιπαιδαγωγικά) τέρατα; Συμπληρωμένη και εδώ η «οικογένεια». Αυτοκίνητα που στρίβουν στις γωνίες, αεροπλάνα που πετάνε μέσα στο δωμάτιο αποφεύγοντας τα φωτιστικά, κούκλες που μιλάνε μέχρι και σουαχίλι. Όσο πιο πρωτότυπο νόμιζα ότι ήταν το δώρο που διάλεγα τόσο περισσότερο απογοητευόμουν. «Κοίτα, μαμά, ο θείος μου έφερε το ίδιο παιχνίδι που μου πήρες εσύ!». «Θα πάμε να το αλλάξουμε», η μαμά. «Όχι, δεν θα πάμε, εγώ θέλω και τα δύο». «Δεν μπορείς να έχεις δύο ίδια παιχνίδια, θα πάμε να το αλλάξουμε». «Όχι!». «Ναι!». Για καλό είχα αγοράσει το «Υπερ-σύγχρονο χειρουργείο»; Το μόνο που κατάφερα ήταν να κάνω τον ανιψιό μου να κλαίει σπαρακτικά.
«Καλύτερα να του είχες πάρει ένα φτηνό βιβλίο», η θεία Ιουλία, η οποία από τότε που αποφάσισε ότι η σύνταξή της είναι της πείνας σταμάτησε να αγοράζει δώρα και ησύχασε. Μόνο δέχεται. Και συμβουλεύει. Τη λύση του βιβλίου την είχα δοκιμάσει ήδη. Και πάλι αρνητικά αποτελέσματα: τα παιδιά των γνωστών μου, εκτός από όλα τα παιχνίδια, έχουν και όλα τα βιβλία που κυκλοφορούν. « Τι δεν έχει ο γιος σου;» ρώτησα τις προάλλες μια φίλη, για να πάρω πληρωμένη απάντηση από τον μικρό, προτού εκείνη προφτάσει να ανοίξει το στόμα της: «Ένα αυτοκίνητο, κανονικό, με τετρακίνηση». Αυξημένες οι απαιτήσεις. Που εμείς…Ένα πλαστικό Volkswagen, από εκείνα που με το δεύτερο μπρος-πίσω ξεκολλούσαν οι ρόδες, μας ήταν αρκετό για να χαρούμε. Από την άλλη, τα ζηλεύεις τα παιχνίδια που μπορούν να έχουν σήμερα τα παιδιά. Μπορείς να μη ζηλέψεις την αφθονία; Και ας τη χαρακτηρίζει η θεία Ιουλία καταστροφική, προτείνοντας σχέδιο αντίδρασης: «Να τους δώσεις την αγάπη σου. Αρκεί. Έτσι κι αλλιώς τα έχουν όλα. Να μην τους κακομαθαίνουμε και εμείς!». Όταν όμως τη ρωτήσεις τι δώρο θέλει η αφεντιά της, λάμπουν τα μάτια της. Και ας τα έχει και εκείνη όλα. «Όλα εγώ; Εγώ το μόνο που έχω είναι η καταφρόνια και η αχαριστία σας!» Λέω να σας την κάνω δώρο εφέτος τα Χριστούγεννα. Τέτοια θεία αποκλείεται να έχετε!