Η σκηνή μού είναι τόσο γνωστή όσο το κοίταγμα του ουρανού. Τέλεια καλοκαιρινή άπνοια, μυρωδιά υγρής γης και πέρα μακριά το φως από βάρκες που φεύγουν για πυροφάνι. Πηχτή μυρωδιά πράσινων φύλλων που έχουν νοτίσει από τη νύχτα και κάπου εκεί, σαν σάουντρακ από τον ουρανό, η «συναυλία» γρύλων και βατράχων. Κάθε καλοκαίρι το ίδιο τοπίο, οι ίδιοι ήχοι, οι ίδιες γλυκιές μυρωδιές από τη γη. Πήλιο το ευλογημένο. Τρελαίνεσαι από τα μοβ, τα φούξια, τα ροζ που αναδύονται στα πλαϊνά του δρόμου. Σε μια τέτοια ωραία στιγμή, όπου η μύτη μου είχε αποκτήσει την ευαισθησία (και τη χαρά) μύτης λαγωνικού, μου ήρθε η έκλαμψη και αναφώνησα αυτό που στριφογύριζε επί μέρες στο μυαλό μου. Ωραίο οικόπεδο το ελληνικό! Ωραίο το καλοκαίρι. Το καλοκαίρι για την Ελλάδα είναι ό,τι το σερφ για την Αυστραλία, οι καουμπόηδες για τους Αμερικανούς, η μπίρα για τους Γερμανούς, το αυτοκρατορικό λούσο για τους Ρώσους, οι τράπεζες για τους Ελβετούς. Δεν υπάρχει τουριστικός οδηγός που μπορεί να το αναλύσει αυτό, ούτε καρτ ποστάλ να το απεικονίσει. Και δεν είναι κάτι που πουλιέται σε μετοχές, που παζαρεύεται σε ευρωπαϊκά (κωλο)συμβούλια ή που βγαίνει στις εκπτώσεις. Να με συγχωρείτε (κυρίως για όσους έχουν μείνει άνεργοι), αλλά ψυχραιμία, υπάρχει και κάτι παραπάνω από την «ελεγχόμενη», τη «μερική», την «ολική» την «περίπου» ή όπως θέλουν να μας τη σερβίρουν. Χρεοκοπούν όσοι δεν έχουν. Εμείς έχουμε...