Και τότε «έγκυροι» ήταν
11.9.2012 
Λίαν επιτυχημένος διαχειριστής κεφαλαίων στις ΗΠΑ είχε πει προ ετών ότι συνήθιζε να διαβάζει τις τιμές των χρεογράφων με μία μέρα καθυστέρηση. Τον βοηθούσε, έλεγε, να αποφεύγει τον πειρασμό της εστίασης στην ημερήσια διακύμανση. Όσο για τις μεσοπρόθεσμες αναλύσεις, πρόσθετε, διάβαζε πάντα και όσες είχαν γραφεί μερικά χρόνια νωρίτερα – για να θυμάται πόσο έξω έπεφταν συνήθως οι εκάστοτε «έγκυρες» προβλέψεις.
 
Τον θυμήθηκα προ ημερών με αφορμή τους ολυμπιακούς και παραολυμπιακούς αγώνες και ανέτρεξα σε σημειώσεις για το τι έγραφε ο ξένος τύπος το 2004. Βρήκα, έτσι, ένα απόσπασμα από το κύριο άρθρο της βρετανικής εφημερίδας «Γκάρντιαν» μετά τη λήξη της αθηναϊκής ολυμπιάδας (31.8.04): «Mία τρομερή αλήθεια αναδύθηκε» στην Αθήνα, έγραφε, «μία αλήθεια που εμποιεί φόβο και μίσος σε εφημερίδες όπως οι “Tάιμς”, που η ολυμπιακή τους ομάδα δημοσιογράφων εργάστηκε τόσο σκληρά για να προβλέψει την καταστροφή: οι Αγώνες στην Αθήνα πήγαν μια χαρά». Tόσο, συνέχιζε, ώστε το Λονδίνο θα ήταν καλό πλέον να δείξει ταπεινότητα «και να καλέσει τους Έλληνες να μας συμβουλεύσουν πώς να υποβάλουμε επιτυχημένη υποψηφιότητα για τους Αγώνες του 2012.»
 
Το αναφέρω όχι για να θυμίσω περασμένα μεγαλεία, αλλά για την ευθεία βολή της εφημερίδας, με την οποία εγκαλούσε (όχι για πρώτη φορά) τους «Tάιμς» του Λονδίνου για ηθελημένη και συντονισμένη προσπάθεια δυσφήμησης της αθηναϊκής ολυμπιάδας. Όλοι είχαμε προσέξει ότι η λονδρέζικη εφημερίδα, χλωμή ήδη τότε σε κύρος σε σχέση με το ένδοξο παρελθόν της, είχε επιδοθεί όχι μόνο σε υπερβολές, αλλά και σε χολή. Η «Γκάρντιαν» ήρθε, όμως, να σημειώσει ότι αυτό συνέβη μεθοδευμένα και με σύστημα. Και να μας θυμίσει ότι και «έγκυρες» εφημερίδες υπηρετούν ενίοτε κάποια συγκεκριμένη πολεμική, αν όχι κάποιο συμφέρον.
 
Δεν είναι, όμως, μόνο η πρόθεση. Πριν από τους ολυμπιακούς της Αθήνας πλήθος δημοσιευμάτων που προεξοφλούσε την αποτυχία φαινόταν να εμπνέεται όχι από υστεροβουλία, αλλά από «απλή» πολιτιστική υπεροψία που συγκάλυπτε άγνοια. Μέχρι και το αθηναϊκό νέφος είχαν ανασύρει ως πρόβλημα, αν θυμάστε, μέσα ενημέρωσης εκδιδόμενα σε πόλεις πρωταθλήτριες καυσαερίων. Aπό την άποψη αυτή βρήκα στις σημειώσεις μου το άρθρο της Έλενα Σμιθ αμέσως μετά την τελετή έναρξης του 2004, στον «Oμπζέρβερ» της 15ης Aυγούστου. Ο τίτλος ήταν θριαμβικός («Mα τον Δία, οι Έλληνες είναι πάλι μεγάλοι»), δεν το σημείωσα όμως γι’ αυτό, αλλά για τη στενοχώρια με την οποία επισήμαινε πόσο η στάση των Bρετανών απέναντι στην Ελλάδα οριζόταν από προκαταλήψεις, άγνοια και αγκυλώσεις. «Σε αυξανόμενο βαθμό», έγραφε η Σμιθ, «συνειδητοποιώ ότι σκέφτομαι πως οι Bρετανοί και όχι οι Έλληνες είναι παγιδευμένοι σε παρωχημένα πλαίσια σκέψης».
 
Οκτώ χρόνια αργότερα, φοβάμαι ότι μπορεί να είμαστε εξίσου παγιδευμένοι όλοι. Συγκρατώντας όμως όσα έλεγε ο χρηματιστής για τη σημασία των δημοσιευμάτων του σχετικά πρόσφατου παρελθόντος, νομίζω ότι έχει αξία να θυμόμαστε το τότε για να ερμηνεύουμε το τώρα. Για να συνειδητοποιούμε ότι ακόμη και δήθεν «έγκυρα» ξένα μέσα ενημέρωσης μπορεί κάλλιστα να εξυπηρετούν σήμερα κερδοσκοπικά συμφέροντα ή/και να απηχούν αδαή αλαζονεία απογυμνωμένη από κάθε αναλυτική σοβαρότητα. Και να αντιλαμβανόμαστε ότι ακόμη και αυτά επηρεάζουν την αντίληψη πολλών ευρωπαίων απέναντί μας – όπως άλλωστε τα ανάλογα ελληνικά μπορεί να μας οδηγούν σε στρεβλές συνωμοσιακές ερμηνείες για τη στάση των «ξένων»…
 Permalink 
« Homefood
Αρχείο
Δημοφιλή
› 
Εγγυημένο ηρεμιστικό
› 
Ο γιατρός μισεί τα σφηνάκια
› 
Strictly verboten
› 
Σε ποιους (νομίζουν ότι) μιλάνε
› 
Στην κάβα και στο κόμμα
© ΙΣΤΟΣ 2024
Δημήτρης Καστριώτης
Κατά τον ληξίαρχο, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1961. Οι γονείς του, φιλότιμοι πλην κατ’ αποτέλεσμα άστοργοι, δεν τον προίκισαν αναλόγως, ώστε να αφοσιωθεί απερίσπαστος στο οινόπνευμα, την αξία του οποίου φρόντισαν πάντως να του διδάξουν. Ένεκα η ανάγκη, εργάζεται ως δημοσιογράφος εφημερίδων και δικηγόρος από εικοσιπενταετίας. Αναπόφευκτα, πίνει λιγότερο απ’ όσο θα ήθελε.
« Bloggers