Ήθελα καφετέρια / μα συ γουστάρεις άσσο
19.1.2010 
 

"And here's to you, Mrs. Robinson.
Jesus loves you more than you will know.
Woah, woah, woah.
God bless you please, Mrs. Robinson.
Heaven holds a place for those who pray.
Hey hey hey, Hey hey hey."
 

Ας αρχίσουμε από την αλήθεια – ή απ’ ό,τι λένε πως είναι η αλήθεια. Αν και δεν έχει σημασία, διότι αφ’ ης γράφεται εδώ είναι η αλήθεια, ένεκα η εγνωσμένη αξιοπιστία της στήλης, εφάμιλλη εκείνης του Βύρωνος Πολύδωρος και βάλε.
 

Λοιπόν, λένε ότι η θρυλική αυτή γάμπα (φωτο α) δεν ήταν της Αν Μπάνκροφτ, αλλά της Λίντα Γκρέι. Μπράβο της Γκρέι, λοιπόν, αλλά και της Μπάνκροφτ, διότι, όπως μαρτυρεί η β φωτογραφία, και εκείνη did mean business.
 

Επειδή, όμως, ένεκα η αξιοπιστία περί ης προηγουμένως (και η σοβαρότης, πάνω απ’ όλα αυτή), θέμα της στήλης δεν θα μπορούσε να είναι μία γάμπα (ή δύο) – ή μήπως θα μπορούσε;- το ζήτημα είναι άλλο. Ότι στα μεγάλα ερωτήματα της ζωής, όπως αν έκανε η κότα το αυγό ή αντίστροφα, αν ο ομοφυλόφιλος γεννιέται ή γίνεται, αν πάει το Σατό Μαργκό με αρνί (πάει- το διαπιστώσαμε), πλανιέται πλέον και ένα επιπλέον. Δεν επιπλέει, δηλαδή, αλλά καταλαβαίνετε τι εννοώ. Το ερώτημα: Όταν σε λένε Ρόμπινσον μαθαίνεις τους γιους των φίλων σου τι εστί βερίκοκο ή όταν έχεις τάσεις τέτοιων διδασκαλιών σε λένε Ρόμπινσον;
 
 
Το θέμα, μετά τον «Πρωτάρη» του Νίκολς, όπου ο απόφοιτος Χόφμαν δεν κακοπέρασε ούτε κατά διάνοια, ετέθη από τη σύζυγο του πρωθυπουργού της Βόρειας Ιρλανδίας και βουλευτή (η σύζυγος, εννοώ), η οποία σε ηλικία 58 Μαΐων όχι μόνο σένιαρε τον 18ετή γιό οικογενειακού φίλου, αλλά του πήρε και καφετέρια – προσοχή όχι καφετιέρα- έναντι 50.000 λιρών και του έδωσε και 5.000 λίρες μετρητά από πάνω. Αυτό ως πουρμπουάρ: η κυρία, κορέκτ, ακολούθησε τον κανόνα του 10%.
 

Για να μην ταλανίζεστε, αποκαλύπτουμε την απάντηση κατά διεθνή αποκλειστικότητα. Τίποτε από τα δύο δεν ισχύει. Ήταν τύχη, ήταν σύμπτωση, θα έλεγα ήταν περίπτωση. Απλώς η κυρία Ρόμπινσον, η πολιτικός, ήταν πιστή στον λόγο της. Ο οικογενειακός φίλος, καταληκτικά ασθενής, την παρακάλεσε, λίγο πριν πεθάνει, να προσέχει τον γιο του. Τι θέλεις, παιδί μου, τον ρώτησε η Άιρις (καθότι Ιρλανδή), θέλεις κεφτεδάκια, έναν φραπέ σκέτο, ένα πουλόβερ Τόμι Χίλφιγκερ; Τίποτε τέτοιο ο νέος. Στο κεχρί το μυαλό του. Φταίει και η Ρόμπινσον που είναι, κατά πως φαίνεται, MILF (μην κάνετε ότι δεν ξέρετε τι σημαίνει – κι αν δεν ξέρετε γουγλίστε το), devoted mother, caring wife και τα λοιπά, καταλήξανε να τρίξουν οι σομιέδες. Και όταν η Άιρις τον ρώτησε τι θέλει να γίνει, ο νέος, θαυμαστής του νεοελληνικού υποδείγματος, ζήτησε καφετέρια. Μαύρο δάκρυ η βουλευτής, τι Σημίτη του κατέβασε για την κοινωνία της πληροφορίας, τι επαγγελματικό προσανατολισμό του έκανε (στα διαλείμματα), αυτός εκεί. Καφετέρια. Τι να κάνει η γυναίκα, όρκο βαρύ είχε κάνει στον εκλιπόντα πατέρα, μάζεψε τα λεφτά από πολιτικούς φίλους και του την πήρε – την καφετέρια, γιατί το άλλο συνέβαινε ήδη, το είπαμε.
 
 
Επειδή και εμείς έχουμε χάσει τους πατεράδες μας και οι άνθρωποι, με όλη την αγάπη τους, δεν άφησαν πίσω τους τέτοιες διευθετήσεις, σας βεβαιώνω, αγαπητοί φίλοι: αν αυτό το παλιόπαιδο πει ποτέ κακή κουβέντα για τον πατέρα του ή για την Mrs Robinson, θα πέσει φωτιά (στα Σαββατόβραδα) να τονε κάψει.
 

Αλήθεια, τώρα που το σκέφτομαι, μήπως ο πατέρας ήξερε που απευθυνόταν; Και αν ναι, πώς το ήξερε; Άλλο ερώτημα μας βγήκε. Άντε από την αρχή έρευνα. Αλλά γι’ αυτό γίναμε δημοσιογράφοι, έτσι δεν είναι; Και επειδή καμία κυρία δεν μας πήρε καφετέρια. Ούτε καν καφετιέρα.

 Permalink 
« Homefood
Αρχείο
Δημοφιλή
› 
Εγγυημένο ηρεμιστικό
› 
Ο Κόνο θα αποστάξει ξανά
› 
Ο γιατρός μισεί τα σφηνάκια
› 
Strictly verboten
› 
Άλλος για το βραβείο;
© ΙΣΤΟΣ 2024
Δημήτρης Καστριώτης
Κατά τον ληξίαρχο, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1961. Οι γονείς του, φιλότιμοι πλην κατ’ αποτέλεσμα άστοργοι, δεν τον προίκισαν αναλόγως, ώστε να αφοσιωθεί απερίσπαστος στο οινόπνευμα, την αξία του οποίου φρόντισαν πάντως να του διδάξουν. Ένεκα η ανάγκη, εργάζεται ως δημοσιογράφος εφημερίδων και δικηγόρος από εικοσιπενταετίας. Αναπόφευκτα, πίνει λιγότερο απ’ όσο θα ήθελε.
« Bloggers