Φαναριέρα
3.6.2009 - 10:39:25 AM 
Στις κουζίνες που μεγάλωσα, μεταξύ 1948 και 1963, κυρίαρχη θέση είχε η Φαναριέρα. Ηταν ένα παραλληλεπίπεδο σκέλεθρο από τενεκέ,που πλαισίωνε ένα συρματόπλεγμα, όλα βαμμένα μπλέ ή πράσινα σκούρα, με ένα μακεδονήσι άνοιξε-κλείσε στο μοναδικό πορτόνι, ένα ή δύο ράφια πάλι λευκοσιδήρου και έναν κρίκο γιά ανάρτηση ψηλά, διαμέτρου όσο το δεκακρικοιενατάλιρο. Στην φαναριέρα δεν έμπαιναν μύγες, ποντικοί και άλλοι φορείς φυσικής πρωτεϊνης. Καταργήθηκαν με τα ηλεκτρικά ψυγεία, περί το 1963 ώς και το 1966. Ενα διάστημα, 1957-1963 συνυπήρχαν με τις παγωνιέρες. Ωστόσο, φαναριέρες έβρισκα και αγόραζα έως και βαθιά μέσα στην δεκαετία του 90, σε Γουμένισσες και Πελοποννήσους.
Στην φαναριέρα έμπαινε το τυρί, και όλα τα τρόφιμα και φαγητά που τρώγονταν βαθμιαία. Ο πατέρας μου, που είχε εκτίσει θητεία οικοτρόφου στο διδασκαλείο της Φλώρινας, την εποχή του κράχ και της έκδοσης της «Στροφής» του Σεφέρη, ψιλοφοβότανε την φαναριέρα. Την θεωρούσεμέρος της αγωγής του. Μου διηγούνταν ότι όποιος δεν έτρωγε το ορφανόφαγο, έστελναν το πιάτο του στην φαναριέρα και άν δεν το τέλειωνε, δενείχε άλλο φαγί. Επαινούσε την τεχνική αυτή και την απέδιδε σε αμερικάνικες μοντέρνες μεθόδους,μαζί με την πενικιλίνη ,το κινίνο και το ντιντιτί.
Μιά μέρα αρνήθηκα να φάγω ρεβύθια.Δεν αρνιόμουνα ποτέ φαγητό, μήτε το έπραξα αργότερα. Αλλα εκείνα τα ρεβύθια,μύριζαν αβραστίλα, δηλαδή ωμή στραγαλίλα, μιά εσάνς από σύβραση με σχολική τσάντα από χοιρόδερμα και επίγευση ροκανιδιού από οξιά. Το πιάτο του μεσημεριού οδηγήθηκε προς επίρρωση της παιδαγωγικής μεθόδου στην φαναριέρα.
Εως το απόγευμα, ως προέφηβος, ομολογώ ότι προτιμούσα μιά φέτα ψωμί ακόμη και εναντίον του ενδεχομένου να φιλήσω την τότε αγαπημένη μου. Γιά την ακρίβεια, και τις δύο. Οταν με έκοψε γιά τα καλά η λόρδα, αποφάσισα να πάω στο σπίτι του θείου μου. Δίπλα στο ξυλουργείο που μύριζε έντονα ροκανίδι. Η θεία μου, χάρηκε που με είδε και με ρώτησε τυπικά(επειδή ήμουν διαβόητα ακατάδεχτος)άν πεινούσα. Της είπα ότι ολίγον ψωμοτύρι θα το έτρωγα.Κόντεψε να πέσει τ΄άνάσκελο από την έκπληξη και φρόντισε, δίπλα σε μισό πλαστό ψωμί και μιά ωραία φέτα χλωρή τυριού, πάχους μιάς ίντσας,να μου παραθέσει λιανίσματα από ένα πατατάλευρο μεταμφιεσμένο σε πρωτόγονη πάριζα.
Δεν θυμάμαι τι απόγιναν τα ρεβύθια. Πάντως όποτε αναθυμάμαι την απαρχή της δεκαετίας του 60δίπλα στους μπράδερς φορ, την φάτσα του στρατηγού Δόβα, τις εκλογές βίας και νοθείας και τα χειλάκια της, δηλαδή τα χειλάκια τους,μου έρχεται η μυρωδιά της τσάντας από χοιρόδερμα και της στραγαλίλας , ενώ μιά φαναριέρα αιωρείται επικίνδυνα πάνω από τις αναμνήσεις μου και καταφεύγω στο ξυλουργείο,διότι τα ροκανίδια πάντα ακυρώνουν τα μάγια.
 Permalink 
« Homefood
Αρχείο
Δημοφιλή
› 
Το λαϊκό τσατσά
› 
Ως διανοούμενος, άς περιφρονήσω κάποιον...
› 
Μετά το διάγγελμα Σαμαρά
› 
Πολυκομματισμός
› 
Αποφύγετε τις υποσχέσεις
© ΙΣΤΟΣ 2024
Πάνος Θεοδωρίδης
Ο Πάνος Θεοδωρίδης (1948-2016) είναι συγγραφέας.
« Bloggers