Αναδρομικά και δανεικά
13.1.2009 
Πάρος, αρχές Δεκεμβρίου 2004: Ο γυμνασιάρχης συγκέντρωσε εμάς, τους γονείς της πρώτης τάξης, να μας μιλήσει για την επιθετικότητα των παιδιών μας.

Για ομαδικό πνεύμα ούτε λόγος. Στα διαλείμματα συχνότερα τσακώνονται παρά παίζουν.

Ούτε λίγο ούτε πολύ, μας καταλόγισε το ότι ενώ πασχίσαμε και χρεωθήκαμε να φτιάξουμε σπίτια μεγάλα κι αντάξια του νέου μοντέλου ζωής, εγκαταλείψαμε τους οικισμούς, καταργήσαμε τις γειτονιές κι απομονώσαμε τα παιδιά μας (ο καθένας στο βουνό του, είπε), με αποτέλεσμα τα χαϊδεμένα μας να μην ξέρουν να παίξουν!


Πάρος, αρχές Δεκεμβρίου 2007: Ο λυκειάρχης συγκέντρωσε εμάς, τους γονείς της πρώτης τάξης, να μας μιλήσει για την αδιαφορία των παιδιών μας. Ακόμα κι αυτοί που ενδιαφέρονται για σπουδές, δύσκολα θα περάσουν στα ΑΕΙ χωρίς φροντιστήρια –άλλη η ύλη που διδάσκουμε εμείς κι άλλη αυτή που απαιτείται στις εισαγωγικές (!).

Μα ούτε λίγο ούτε πολύ, μας καταλόγισε το ότι ενώ οι έφηβοί μας σύντομα θα κληθούν να αποφασίσουν για την υπόλοιπη ζωή τους, εμείς είτε τους υπέρ-προστατεύουμε, είτε τους παρέχουμε αλόγιστα υλικά αγαθά και χρήματα ενισχύοντας την ανωριμότητά τους.


Αθήνα, αρχές Δεκεμβρίου 2008: Έχετε βρεθεί Σαββατόβραδο έξω από το μετρό του Συντάγματος; Μαυρίζουν τ’ άσπρα μάρμαρα από φιγούρες παιδιών με ή χωρίς σκουλαρίκι, με ή χωρίς τατουάζ, με ή χωρίς λεφτά στην τσέπη. Ανταλλάσσουν ματιές αναγνώρισης, κουβέντες τάχα μου αδιάφορες και κλείνουν ραντεβού με άγνωστους διαδικτυακούς φίλους στην ασφάλεια της πολύβουης πλατείας.
 
Η νύχτα του Αγίου Νικολάου βρίσκει τα παιδιά μου στο κέντρο της Αθήνας. Σύνταγμα, Μοναστηράκι, Θησείο, σε ένα διαρκές πήγαιν’-έλα, μια και η καρδιά της πόλης χτυπάει στο κέντρο της. Όταν η καρδιά του νεαρού Αλέξη σταμάτησε να χτυπάει, ένας παλμός της πόλης στάθηκε αρκετός για να διαδοθεί το νέο. Στον επόμενο παλμό παιδιά τρέχουν.

Τα παιδιά μου τρέχουν. Με το ένα πόδι στην εφηβεία και το άλλο στην ενηλικίωση. Με την αδρεναλίνη να τους κάνει άτρωτους.
 
Τηλεφωνούν στην ξαδέρφη τους, που είναι με φίλους σε κοντινό μαγαζί.

Κλεισμένοι μέσα είμαστε. Οι φωνές, το ποδοβολητό και τα πρώτα δακρυγόνα ανάγκασαν τον μαγαζάτορα να κατεβάσει ρολά για να προστατέψει το μαγαζί και τους πελάτες του.

Στο βάθος του μυαλού τους ακούνε τις φωνές που τους έβαλα, όταν στο πλοίο προς Πειραιά μου είπαν: ωχ! ξεχάσαμε να πάρουμε ταυτότητες –αλλά τι μπορεί να μας συμβεί; Χάρη σ’ αυτή (;) τη μικρή συγκυρία απομακρύνθηκαν. Ξημερώθηκαν ακούγοντας ραδιόφωνο, πληκτρολογώντας μανιωδώς στον υπολογιστή κι ευχόμενοι το ερχόμενο πρωί να τους έβρισκε στον δρόμο για την ΓΑΔΑ αντί στο πλοίο της επιστροφής. Καταλήξαμε μαλλιά-κουβάρια.
 
Ακροβατώ πάνω στο σκοινί, που η μια του άκρη με προτρέπει να θέσω όρους ως μητέρα και η άλλη με παροτρύνει: σκέψου, θυμήσου!

 
1983: Ο Διονύσης Σαββόπουλος βγάζει τα Τραπεζάκια έξω (Lyra) και βάζει στίχους και μουσικές στα μέσα μας.
 
Γράφει στον Τσάμικο: η Ελλάδα που αντιστέκεται/ η Ελλάδα που επιμένει/ κι όποιος δεν καταλαβαίνει/ δεν ξέρει πού πατά/ και πού πηγαίνει…

Την ίδια χρονιά ο Γ. Π. Σαββίδης γράφει για τον Σαββόπουλο (Η σούμα, εκδ. Ιανός):

[…] Από έμφυτη πονηριά, όσο κι από ασκημένη εξυπνάδα, ξέρει πως το αχόρταγο θηρίο που ονομάζουμε «Σύστημα» είναι τόσο παχύδερμο, ώστε δεν γίνεται να το πληγώσεις καίρια όσο κρατάς απόσταση ασφαλείας. Πρέπει να έχεις και την τόλμη και την δύναμη και την ευλυγισία, να αφεθείς να σε καταπιεί ολόσωμον, ακέριον, με μια χαψιά, ελπίζοντας να μπορέσεις να το χτυπήσεις μέσα στα σωθικά του.[…]

Ανασαίνω…

[…] Και αυτήν την τόλμη και δύναμη και ευλυγισία σου την δίνει μονάχα η πίστη σε κάποιες αξίες που συνέχουν τον Μείζονα Ελληνισμό. Αξίες αναλλοτρίωτες, όσο δολερά κι αν τις καπηλεύονται οι ψιλικατζήδες του Λαϊκισμού είτε οι σπεκουλαδόροι του Ελληνο-Χριστιανισμού.

μα εκεί που πάω να ισορροπήσω, το σκοινί μου κουβαριάζεται καθώς συνειδητοποιώ τι είδους αξίες μεταδίδει η γενιά μου στα παιδιά της…

Καλά μας ξεμπερδέματα. 
 Permalink 
« Homefood
Αρχείο
Δημοφιλή
› 
Σαν να μην πέρασε μια μέρα…
› 
Εκλογές και εκλογείς
› 
Περί οικονομίας
› 
Αναδρομικά και δανεικά
› 
Το καζάνι που βράζει...
© ΙΣΤΟΣ 2024
Ελένη Κοίλιαρη
Η Ελένη Κοίλιαρη έχασε την ταυτότητά της στο μπογάζι Πάρου-Αντιπάρου. Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, διατηρεί οικογένεια, σπίτι και εστιατόριο στην Παροικιά.
« Bloggers