Αντί για τσόντες…
10.2.2009 
Διαβάζοντας και ακούγοντας τα διανεμόμενα από το Βήμα («προσφορές» τα λέμε, αλλά βέβαια έχουν τιμή)… Ξέρω. Αν δεν παινέψεις το σπίτι σου και λοιπά. Και όμως όχι – πριν επέμβει αυτός ο αυστηρού κουρέματος εισαγγελεύς Σανιδάς αγόραζα όλες τις τσόντες της μεγαλύτερης αθλητικής των Βαλκανίων. Επενέβη όμως. Και ξέπεσα σε Λοΐζο και Αποστολίδη (Ρένο).


Ακούω Μάνο. Στίχοι Λευτέρη Παπαδόπουλου (τον έπιασε τον αρχηγό με το κάπνισμα προ ημερών στα Νέα –λες και το ούζο που πίναμε στο Μόλυβο είναι υγιεινό). Πιάσανε στην Αργαλαστή τον Λιόντα το ληστή. Που ‘χε τα χέρια τέσσερα/ και πόδια δεκατέσσερα/ κι έβλεπε κι απ’ την πλάτη/ μ’ ένα μεγάλο μάτι. «Τι φταίει που ’γινες ληστής/ τον ρώτησε ο δικαστής/ Φταίει που ‘χα χέρια τέσσερα/ και πόδια δεκατέσσερα/ μα πιο πολύ το μάτι/ που έβλεπε απ’ την πλάτη»…


Διαβάζω Ρένο. Πυραμίδα 67. «Το βιβλίο του εμφυλίου», γράφει από κάτω, αλλά δεν είναι μεγάλο βιβλίο, δεν είναι Κιβώτιο, ούτε Πένθιμο εμβατήριο, δεν είναι το συγκλονιστικό Το πλατύ ποτάμι του Μπεράτη. Δεν είναι όμως καθόλου αδιάφορα αυτά τα γράμματα από τα μέτωπα του θανάτου και της ταλαιπωρίας. Πυροβολεί ο συγγραφέας για να ξοδέψει σφαίρες, να μη φανεί πως δεν δαπάνησε πυρομαχικά. Και τον συνεπαίρνουν οι σφαίρες στον αέρα. «Δίνει δύναμη, έπαρση, σιγουριά! Σαν να ‘σαι ο βασιλιάς όλου του κόσμου (…) Ώστε από δω αρχινάει το κύλισμα! Απ’ το μεθύσι του όπλου! Του όπλου που θέλει, που ζητάει, που κυβερνάει παρευτύς τον αφέντη του (…).»


Το μάτι απ’ την πλάτη. Το όπλο. Ο Κλαούζεβιτς, αυτός ο ανατριχιαστικός γάτος: είναι αναπόφευκτο, αναρωτιόταν, να εξαντλούν τα εμπόλεμα μέρη τα όπλα τους, ακόμη και αν δεν χρειάζεται; Και ο Μέγας. Ο Αρχαίος. Ο Θουκ. Έβαλε ο αθεόφοβος στο στόμα των Αθηναίων τη φράση «αξιέπαινοι είναι εκείνοι που είναι λιγότερο άδικοι απ’ όσο επιτρέπει η δύναμή τους».


Γιατί ληστής, γιατί επιτιθέμενος, γιατί κυρίαρχος; Επειδή υπάρχει η δυνατότητα. Το μάτι από την πλάτη, το όπλο, ο στόλος.


Σκοτώνουμε επειδή μπορούμε. Φυλακίζουμε επειδή μπορούμε. Σπάμε και καταλαμβάνουμε επειδή μπορούμε. Πώς το έλεγαν; I want, I can. Όχι. I can, I want.


Αλλά και τα καλά επειδή μπορούμε. Και τα μολτ των 25 χρόνων. Και τα μεταξωτά εσώρουχα. Και οι λιμουζίνες. Και το vieux Calvados.


Και αυτές οι καλλονές στις τσόντες της Αθλητικής, που μας έκοψε ο εισαγγελέας, επειδή μπορούμε.


Διόρθωση. Επειδή μπορούν. Το πρώτο πρόσωπο θα ήταν εν προκειμένω υπερβολή.
 Permalink 
« Homefood
Αρχείο
Δημοφιλή
› 
Εγγυημένο ηρεμιστικό
› 
Ο γιατρός μισεί τα σφηνάκια
› 
Strictly verboten
› 
Σε ποιους (νομίζουν ότι) μιλάνε
› 
Στην κάβα και στο κόμμα
© ΙΣΤΟΣ 2024
Δημήτρης Καστριώτης
Κατά τον ληξίαρχο, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1961. Οι γονείς του, φιλότιμοι πλην κατ’ αποτέλεσμα άστοργοι, δεν τον προίκισαν αναλόγως, ώστε να αφοσιωθεί απερίσπαστος στο οινόπνευμα, την αξία του οποίου φρόντισαν πάντως να του διδάξουν. Ένεκα η ανάγκη, εργάζεται ως δημοσιογράφος εφημερίδων και δικηγόρος από εικοσιπενταετίας. Αναπόφευκτα, πίνει λιγότερο απ’ όσο θα ήθελε.
« Bloggers