Το καθιστικό ως χάρτης
16.5.2008 - 5:05:00 PM 
Γεννήθηκα σε εποχή κατά την οποία το καθιστικό δεν ανήκε στις εμπράγματες αξίες. Για την ακρίβεια, υπήρχε, αλλά στο σινεμά. Και στο θέατρο, αλλά εκεί γινόταν κατανοητό ως σύμβαση, ιδίως στα μπουλβάρ.
 
Τη λέξη «καθιστικό» τη χρωστάμε, όπως και πολλές άλλες, στη νεοελληνική αδυναμία να μην εκτιμούμε τις μετοχές και τους επιθετικούς προσδιορισμούς. Ακόμη και τα σπίτια που διέθεταν ένα είδος καθιστικού το έλεγαν «πρόχειρο», μήτε καν «καθημερινό».
 
Κι άλλοι χώροι του σπιτιού βίωναν αυτή την ονοματοθεσία που προσπαθούσε να συνδυάσει την ευγενή περιγραφή με τις πράξεις. Όπως η λέξη «τουαλέτα», που ωστόσο μπόρεσε και επιβίωσε ως λέξη χωρίς προβλήματα, ιστορώντας τόσο το συνήθως βραδινό και ημιπολυτελές φόρεμα, όσο και μια γοητευτική σειρά γυναικείων μικροκινήσεων («η κυρία πουδράρεται στην τουαλέτα της»), αλλά βέβαια αντικατέστησε γενικώς το παλαιικό «χρεία» ή «αναγκαίον» –μια χαρά μετωνυμίες–, που ξεχάστηκαν επειδή ο Κόντος και ο Μιστριώτης αρχάιζαν. Κι έτσι, καταστράφηκε μέσα στη νοητική δυσωδία η ακριβέστατη λέξη «αποχωρητήριο», κατάλληλη για χαρακτηρισμό τόπων όπου μελαγχολούσαν ευγενείς Κιγκινάτοι. Η λέξη «αναχωρητήριο» τη γλίτωσε, είτε μυρίζοντας λιβάνια είτε ως καταφύγιο γεροπαράξενων.
 
Αναφέρω το καθιστικό ως χάρτη, επειδή διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά του, ενώ δεν διατηρεί τόσο πολλά στοιχεία δωματίου, όπως νομίζουμε. Και μόνο από τα ονόματα που πήρε κατά καιρούς είναι προφανής η προσπάθεια να συνδυάσει ο εργολάβος ή ο νοικοκύρης περισσότερα του ενός καπέλα σ’ ένα κεφάλι. Ξεκίνησε με άλλες προδιαγραφές, ως σαλοτραπεζαρία. Ήταν το μεγαλύτερο δωμάτιο ενός διαμερίσματος, παρέμεινε πεισματικά σαλόνι επί δύο τουλάχιστον δεκαετίες και λειτουργούσε ως άβατο στα τριάρια και στα τεσσάρια που κατέκλυζαν τις ελληνικές πόλεις. Όταν τα παιδιά της αντιπαροχής άρχισαν να μεγαλώνουν (και όταν η τηλεόραση ξανάγινε εργαλείο σύνδεσης με γείτονες, συγγενείς και φίλους που δεν [την] είχαν αποκτήσει), η σαλοτραπεζαρία άρχισε να κατοικείται δειλά.
 
Τότε ακριβώς ξέσπασε η εξέγερση της σαλονοκουζίνας. Η κουζίνα αντιστάθηκε σθεναρά ως τη μεταπολίτευση. Νομίζω ότι κατέρρευσε όταν άρχισαν να πληθαίνουν οι κατέχοντες δεύτερη κατοικία στην αθώα ύπαιθρο. Πολιτιστικό σοκ έπαθαν οι μετανάστες και οι αστυφιλικοί, επιστρέφοντας ωριμότεροι και πλουσιότεροι στα γονικά τους, κι ανακαλύπτοντας ότι οι παιδικοί παράδεισοι που τους κράτησαν ζωηρούς και ζωντανούς στα αστικά κέντρα ήταν φτιαγμένοι να φιλοξενούν έξι ανθρώπους σε πενήντα τετραγωνικά. Ακολούθησε ένας αγώνας με τις δυνάμεις της αλλαγής και με τα μερεμέτια, όπως της Άρτας το γεφύρι (υπάρχει στους χάρτες) που κάποτε στέριωσε με τον εγκιβωτισμό των ενοίκων στις θέσεις όπου πίστευαν πως τις διάλεξαν με γούστο και προσοχή.
 
Σήμερα, οι οικογένειες δεν μεγάλωσαν, το αντίθετο. Αλλά αυξήθηκαν πάρα πολύ τα αντικείμενα που θεωρούνται «ιστορικά» και συνοδεύουν τη ζωή μας, έτσι που δεν περνάει μέρα που να μην μπούμε στο σπίτι μας κουβαλώντας ένα σωρό σακούλες και δέματα που σπανίως περιέχουν μόνο αυτοκαταστρεφόμενα είδη. Κι έτσι, συνυπάρχουμε στις σαλονοκουζίνες με πλήθος μπρικαμπράκια, που συγκρίνονται μόνο με τα ακάρεα, που δεν μας ενδιαφέρουν, διότι διαχρονικώς παραμένουν αόρατα.
 
Πάντα χρωστάω μια εξήγηση του τίτλου «το καθιστικό ως χάρτης», αν και καμιά φορά αισθάνομαι ότι μερικά πράγματα πρέπει να μένουν ανεξήγητα. Το καθιστικό μας είναι κατανοητό μόνο με συντεταγμένες, με ισοϋψείς, με περάσματα και διόδους, και βέβαια με μικροτοπωνύμια.
 Permalink 
« Homefood
Αρχείο
Δημοφιλή
› 
Του Μάη τα στεφάνια
› 
Ο πρωθυπουργός και η θέληση
› 
Έξις, μητέρα φύσις
› 
Παραίνεση
› 
Το ταρατόρι
© ΙΣΤΟΣ 2024
Πάνος Θεοδωρίδης
Ο Πάνος Θεοδωρίδης (1948-2016) είναι συγγραφέας.
« Bloggers