Συγγενεύει με το σκουμπρί, πολλοί δεν τους ξεχωρίζουν.
Μήκος: 45-50 εκ. και τα δύο είδη.
Χρώμα: γαλαζοπράσινη ράχη, πολύ γυαλιστερή με σκόρπιες, λεπτές μισοκυκλικές γραμμές καθώς και μια πιτσιλωτή σ’ όλο το μάκρος του σε πλευρό· μάτια γαλάζια πολύ σκούρα, η κοιλιά του ασπρουδερή.
Το σώμα του έχει σχεδόν κυκλική τομή, ανάμεσα στα μάτια μια στενή λουρίδα στην περιοχή του κρανίου είναι διάφανη, φαίνονται από μέσα τα οπτικά νεύρα. Τα λέπια του είναι πιο μεγάλα στο θώρακα παρά στο υπόλοιπο σώμα του. Μέσα στη σωματική του κοιλότητα έχει νηκτική κύστη αρκετά μεγάλη που συνδέεται με το πεπτικό του σύστημα.
Διαφορές με το σκουμπρί που διακρίνονται αμέσως: Οι γραμμές στη ράχη του σκουμπριού είναι πολύ έντονες, σκούρες και κυματιστές, όχι πιτσιλωτές. Η λουρίδα του κρανίου είναι σκούρα, καθόλου διάφανη. Δεν έχει νηκτική κύστη.
Έχουν ίδιες συνήθειες, είναι ψάρια πελαγίσια, κυνηγούν κοπαδιαστά μικρόψαρα καθώς και τα κοπάδια της σαρδέλας που είναι η καλύτερή τους τροφή.
Είναι άφθονοι στην Ανατολική Μεσόγειο, τους ψαρεύουν τα
γρι-γριά, οι
ανεμότρατες, πιάνονται και με
συρτή και με
τσαπαρί, κάπως ανοιχτά απ’ την ακτή. Το καλοκαίρι και το φθινόπωρο είναι αυγωμένοι και ολόπαχοι, τους λένε τότε και
λιπαρίτες, τους παστώνουνε, οι άπαχοι ανοιξιάτικοι ξεραίνονται όπως και τα
σκουμπριά, είναι οι γνωστοί
τσίροι.